Πτώση στις τιμές των commodities «βλέπει» για το 2023 το Economist Intelligence Unit σε έκθεση του, με φόντο την υποχώρηση της παγκόσμιας ζήτησης. Ωστόσο, η περιορισμένη αύξηση στα επίπεδα προσφοράς σημαίνει πως οι τιμές θα παραμείνουν, σε γενικές γραμμές, σε υψηλά επίπεδα.
Ήδη από το 2021 οι ενεργειακές τιμές είχαν πάρει την ανιούσα, όπως επίσης τα περισσότερα βασικά μέταλλα και τα αγροτικά προϊόντα. Η άνοδος αυτή ενισχύθηκε μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, το Φεβρουάριο του 2022.
Αν και οι τιμές των commodities δεν θα τροφοδοτήσουν φέτος τον παγκόσμιο πληθωρισμό με τον τρόπο που το έκαναν την προηγούμενη διετία, τα ανοδικά ρίσκα στις προβλεπόμενες βασικές τιμές παραμένουν αυξημένα με επίκεντρο κυρίως τις εξελίξεις στην Κίνα, την κλιματική αλλαγή, αλλά και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο πόλεμος θα συνεχίσει να πιέζει τα αγροτικά προϊόντα
Στα θετικά είναι το γεγονός πως οι διαταραχές στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες λόγω της πανδημίας θα αρχίσουν να καταλαγιάσουν τη φετινή χρονιά. Μαζί με την αύξηση της παραγωγής στα βασικά αγροτικά προϊόντα, το EIU προβλέπει μια πτώση κατά 9% στους δείκτες τιμών των τροφίμων, των ζωοτροφών και των ποτών.
Οι τιμές στα σιτηρά έχουν ήδη υποχωρήσει σημαντικά από τα περσινά υψηλά, όμως η κατεύθυνση που θα πάρουν τους επόμενους μήνες θα συνεχίσει να επηρεάζεται από τον πόλεμο και τις εξελίξεις στην περιοχή κυρίως με επίκεντρο το καθεστώς που θα υπάρχει στους διαδρόμους μεταφορών τους από τη Μαύρη Θάλασσα.
Ο πόλεμος θα έχει επίσης έμμεσο αντίκτυπο στις τιμές προϊόντων, όπως ο καφές, το κακάο και το τσάι, λόγω της πίεσης που ασκούνται στα λιπάσματα και τις τιμές τους.
Κάτω από τα υψηλά οι τιμές των βασικών μετάλλων
Σε υψηλότερα επίπεδα από ότι βρέθηκαν στα τέλη του 2022 αναμένεται να «κλείσουν» στα τέλη του 2023 και τα βασικά μέταλλα λόγω κυρίως της αύξησης της ζήτησης από την Ασία και την ώθηση της οικονομικής και βιομηχανικής δραστηριότητας στην Κίνα. Ωστόσο, οι τιμές δύσκολα θα «πιάσουν» τα υψηλά που άγγιξαν την περσινή χρονιά, όταν στα σοβαρά προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί ήδη από το 2021 στα επίπεδα προσφοράς των πρώτων υλών, λόγω της τότε κάθετης ανάκαμψης των οικονομικών, ήρθε να προστεθεί η πίεση του πολέμου.
Οι τιμές των βασικών μετάλλων εκτοξεύτηκαν στα ύψη κυρίως το πρώτο μισό του 2022, καθώς οι διεθνείς αγορές προσπαθούσαν να αναπληρώσουν τις ελλείψεις, κυρίως σε προμήθειες αλουμινίου και νικελίου, που δημιούργησε η απομόνωση της Ρωσίας λόγω των κυρώσεων. Όμως, οι τιμές σταθεροποιήθηκαν σταδιακά, καθώς η επιβράδυνση των οικονομιών έφερε και μια πτώση της ζήτησης.
Το μοτίβο αυτό θα επαναληφθεί και τη φετινή χρονιά, με το EIU να προβλέπει πως ο μέσος όρος τιμών για τα βασικά μέταλλα θα υποχωρήσει κατά 11% σε σχέση με το μέσο όρο του 2022.
Ενεργειακές τιμές: Σε υψηλά επίπεδα, αλλά χαμηλότερα από πέρυσι
Οι ενεργειακές τιμές υποχώρησαν δραστικά κατά το δεύτερο μισό του 2022, από τα υψηλά που είχαν καταγράψει στα μέσα της χρονιάς. Η τάση αυτή εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί με τη μέση τιμή για όλους τους υδρογονάνθρακες (με εξαίρεση το LNG) να εκτιμάται πως θα σημειώσει πτώση σε διψήφιο ποσοστό μέσα στο 2023.
Παρόλ’ αυτά, οι τιμές θα παραμείνουν ουσιαστικά αυξημένες, κοντά στα τωρινά επίπεδα.
Το EIU στην έκθεση του εκτιμά πως οι πετρελαϊκές τιμές θα κινηθούν, το 2023, κατά μέσο όρο πάνω από τα 85 δολάρια το βαρέλι, καθώς η παραγωγή από τον ΟΠΕΚ+ (συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας) θα υποχωρήσει κατά περίπου τρία εκατ. βαρέλια την ημέρα σε σχέση με τα πρόσφατα υψηλά, του 2022.
Πάντως, η έκθεση εφιστά την προσοχή στην ενότητα και τη δέσμευση του ίδιου του ΟΠΕΚ σε χαμηλότερες ποσοστώσεις παραγωγής υπό την πίεση των δυτικών κρατών.
Αναφορικά με το φυσικό αέριο, η έκθεση δεν «βλέπει» σημαντική πτώση των τιμών του φυσικού αερίου σε Ευρώπη και ΗΠΑ σε σχέση με τα τωρινά επίπεδα, πριν το 2024.
Η διακοπή των προμηθειών ρωσικού αερίου από την ΕΕ θα έχει διαρκείς και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή αγορά, παρά τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της να στραφεί αλλού και να διασφαλίσει εναλλακτικούς προμηθευτές και εισαγωγές LNG. Αυτό θα κρατήσει τις τιμές αυξημένες και τη φετινή χρονιά.
Η αυξημένη παγκόσμια ζήτηση για LNG θα κρατήσει, εξάλλου, ψηλά τις αμερικανικές τιμές φυσικού αερίου και τις τιμές στα συμβόλαια, με αποτέλεσμα να καταγραφεί μόλις μια μικρή πτώση μέσα στη χρονιά.
Ο αστάθμητος παράγοντας της Κίνας
Μέσα στο περιβάλλον αυτό, η Κίνα και η στάση της απέναντι στην πανδημία θα παραμείνει ένας κορυφαίος αστάθμητος παράγοντας.
Το Πεκίνο ξεκίνησε να χαλαρώνει τους περιορισμούς κατά του κορονοϊού από το Δεκέμβριο. Η μεταστροφή αυτή έθεσε την πολιτική της Κίνας από έναν βασικό καθοδικό παράγοντα για τα επίπεδα ζήτησης και τις διεθνείς τιμές σε ένα κύριο ενισχυτικό παράγοντα. Όμως, πολλά θα εξαρτηθούν επίσης από το πόσο γρήγορα θα ανοίξει και πάλι πλήρως η οικονομία της χώρας, αλλά και τη σοβαρότητα που θα έχουν οι νέες εκρήξεις κορονοϊού κατά το πρώτο μισό του έτους.
Τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης συνιστούν επίσης ένα πιθανό ενισχυτικό παράγοντα για τις τιμές του χάλυβα και των βασικών μετάλλων, αναλόγως και το κατά πόσο η καθίζηση στην κινεζική αγορά ακινήτων θα συνεχίσει να επηρεάζει αρνητικά την κατασκευαστική δραστηριότητα.
Το βαμβάκι αναμένεται να είναι ένας από τους βασικούς κερδισμένους του ανοίγματος της κινεζικής οικονομίας. Η αβεβαιότητα γύρω από τις οικονομικές προοπτικές της Κίνας έχει επηρεάσει τα επίπεδα ζήτησης βαμβακιού την περίοδο 2022/23 και 2023/24. Η χαλάρωση της σκληρής πολιτικής κατά του Covid θα οδηγήσει σε άνοιγμα των λιμανιών και διευκόλυνση των δικτύων logistics, κάτι που θα ενισχύσει τη ζήτηση και την υφαντουργική παραγωγή.
Η ενέργεια θα είναι επίσης ένας βασικός κερδισμένος. Την περίοδο 2021-22 ο άνθρακας υπήρξε μακράν το προϊόν με τις καλύτερες επιδόσεις μεταξύ των commodities, με τα επίπεδα ζήτησης να «αγγίζουν» ιστορικά υψηλά κυρίως στην Ευρώπη. Αντιστοίχως στην Κίνα τα περισσότερα βιομηχανικά εργοστάσια «καίνε» άνθρακα.
Μετά την πρόσφατη χαλάρωση των Covid μέτρων, η CNOOC που είναι μια από τις μεγαλύτερες πτερελαϊκές εταιρείες της Κίνας, αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψη της για το ρυθμό αύξησης των εισαγωγών αερίου κατά 7% για το 2023. Αυτό πιθανότατα θα φέρει ώθηση στις τιμές των καυσίμων και του LNG.
Η κλιματική αλλαγή και το καταστροφικό «κοριτσάκι» των ωκεανών
Η κλιματική αλλαγή έπαιξε βασικό ρόλο για τις κινήσεις των commodities το 2022 και το ίδιο θα γίνει και φέτος, καθώς τα ακραία και καταστροφικά καιρικά φαινόμενα γίνονται ολοένα και πιο συχνά.
Αυτό περιλαμβάνει και τη δράση της La Nina (που έπεται της δράσης του El Nino, φέρνοντας ακριβώς αντίστροφα καιρικά φαινόμενα), η οποία φαίνεται πως επεκτείνεται για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά στα χρονικά.
Τα κύματα καύσωνα στο βόρειο ημισφαίριο έπληξαν την παραγωγή σιτηρών σε ΗΠΑ και Ευρώπη, ενώ η δράση της La Nina θα συνεχίσει να είναι επιβλαβής για την παραγωγή σόγιας και καλαμποκιού, όπως επίσης της ζάχαρης και του καφέ.
Ειδικά τα σιτηρά, που έχουν υποστεί έντονους κλυδωνισμούς πέρυσι λόγω του πολέμου, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στο κλιματικό ρίσκο.
Στις ΗΠΑ μεγάλες εκτάσεις παραμένουν υπό συνθήκες ξηρασίας, με αποτέλεσμα οι καλλιέργειες να εμφανίζονται ιδιαίτερα φτωχές. Αντιστοίχως η έλλειψη βροχοπτώσεων και τα κύματα χαμηλών θερμοκρασιών στην Αργεντινή έχουν προκαλέσει μεγάλες καταστροφές σε αρκετές παραγωγικές επαρχίες.
Την εικόνα αυτή εξισορροπούν η Ρωσία και η Αυστραλία, που οδεύουν προς μια δεύτερη συνεχόμενη χρονιά με πολύ υψηλές σοδιές, γεγονός που περιορίζει τους φόβους για τα επίπεδα παραγωγής και επάρκειας στο δυτικό ημισφαίριο.
Οι καιρικές συνθήκες προφανώς θα επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό και τις ενεργειακές αγορές.
Το κύμα καύσωνα που έπληξε την Ευρώπη το περασμένο καλοκαίρι, φέρνοντας ρεκόρ θερμοκρασιών σε πολλές χώρες, ανέβασε κάθετα τη ζήτηση, προκαλώντας αντιστοίχως εκτόξευση των τιμών σε φυσικό αέριο και ηλεκτρικό ρεύμα. Η εκτεταμένη ξηρασία επηρέασε αρνητικά την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, ενώ οι χαμηλοί άνεμοι ταυτόχρονα είχαν περιορίσει την παραγωγή αιολικής ενέργειας. Η ξηρασία και η υψηλή θερμοκρασία είχαν επηρεάσει παράλληλα και την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας.
Αντιστοίχως, τον τωρινό χειμώνα η σοβαρότητα της ενεργειακής κρίσης που πλήττει την Ευρώπη θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από το πόσο κρύος θα είναι ο καιρός. Κάτι που δεν περιορίζεται στο χειμώνα του 2022-23, αλλά αφορά και τον χειμώνα του 2023-24.
Όσο πιο κρύος είναι ο χειμώνας, τόσο οι χώρες θα αναγκαστούν να καταναλώνουν από τα στρατηγικά αποθέματα τους, τα οποία «έχτισαν» μέσα στο 2022. Μάλιστα, σε περίπτωση που οι θερμοκρασίες πέσουν κάτω από το φυσιολογικό θα αυξηθεί και η πιθανότητα να ληφθούν ακραία μέτρα, όπως διακοπές στις παροχές και ρεύμα με το… δελτίο, ενώ βέβαια θα τροφοδοτηθεί η ανοδική πίεση στις τιμές μέχρι το καλοκαίρι, όταν η Ευρώπη θα κληθεί και πάλι να αναπληρώσει τα αποθέματα της. Και μάλιστα, αυτή τη φορά, χωρίς να έχει πλέον καθόλου πρόσβαση σε ροές από τη Ρωσία!
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!