Ζημιές 7,9 δισ. ευρώ είχε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το 2024, λίγο μεγαλύτερες από αυτές του 2023, οι οποίες θα συμψηφιστούν με μελλοντικά κέρδη της, όπως αναφέρει σε ανακοίνωση που συνοδεύει τον ισολογισμό της.
«Η ΕΚΤ είναι πιθανόν να καταγράψει ζημίες τα προσεχή έτη. Σε μια τέτοια περίπτωση, τυχόν ζημίες αναμένεται να είναι χαμηλότερες από εκείνες του 2023 και του 2024.
Στη συνέχεια, η ΕΚΤ αναμένεται να επανέλθει σε κερδοφορία. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΚΤ είναι σε θέση να λειτουργεί αποτελεσματικά και να εκπληρώνει την πρωταρχική της αποστολή να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών ανεξάρτητα από τυχόν ζημίες», αναφέρει η κεντρική τράπεζα.
Πληρώνει τα υψηλά επιτόκια
Οι ζημιές της ΕΚΤ οφείλονται στην αύξηση των επιτοκίων της, από τα οποία επωφελούνται οι τράπεζες που εισπράττουν περισσότερους τόκους για τις καταθέσεις που έχουν σε αυτή
Η ΕΚΤ, η οποία αύξησε τα επιτόκια με πρωτοφανή ρυθμό το 2022 και το 2023, εξακολουθεί να έχει έναν διογκωμένο ισολογισμό από τα προγράμματα στήριξης, όπως τα δάνεια που έδινε, που έχουν ολοκληρωθεί εδώ και καιρό, με τις εμπορικές τράπεζες να κερδίζουν πλέον υψηλούς τόκους από τα τρισ. ευρώ που τύπωσε κατά την εποχή του πολύ χαμηλού πληθωρισμού για την ενίσχυση της οικονομίας.
Το επιτόκιο καταθέσεων μειώθηκε σταδιακά στο 2,75% τον Ιανουάριο φέτος από το 4% που είχε φθάσει το 2023 και ο ισολογισμός της ΕΚΤ έχει επίσης συρρικνωθεί σημαντικά, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ζημιές της θα μειωθούν φέτος.
Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει πλεονάζουσα ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αξίας σχεδόν 3 τρισ. ευρώ, η οποία θα μπορούσε να πάρει χρόνια για να εξαλειφθεί.
«Οι ζημίες της ΕΚΤ το 2023 και το 2024 ... αντανακλούν τον ρόλο και τις αναγκαίες δράσεις πολιτικής του Ευρωσυστήματος για την εκπλήρωση της πρωταρχικής εντολής του, δηλαδή τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, και δεν επηρεάζουν την ικανότητά του να ασκεί αποτελεσματική νομισματική πολιτική», ανέφερε η ΕΚΤ.
Μειώθηκε το χαρτοφυλάκιο ομολόγων
Η ΕΚΤ κατέχει πλέον μόνο ένα ποσοστό των ομολόγων που αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων στήριξης, κοινώς γνωστών ως ποσοτική χαλάρωση (QE) και τα περισσότερα ομόλογα τα κατέχουν οι 20 εθνικές κεντρικές τράπεζες.
Από αυτές, η Bundesbank θα δεχθεί το μεγαλύτερο πλήγμα, αλλά οι κεντρικές τράπεζες της Ολλανδίας και του Βελγίου έχουν επίσης προειδοποιήσει για μεγάλες απώλειες (λόγω της μείωσης των τιμών που επέφερε η αύξηση των αποδόσεων).
Σε αντίθεση με τις εμπορικές τράπεζες, οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να έχουν και αρνητικά ίδια κεφάλαια χωρίς αντίκτυπο στην ικανότητά τους να λειτουργούν αποτελεσματικά.
Ωστόσο, οι ζημίες αυτές μπορεί να εγείρουν ανησυχίες για την αξιοπιστία τους και να στερήσουν από τις κυβερνήσεις μερισματικά κέρδη, πηγή εσόδων του προϋπολογισμού σε προηγούμενες περιόδους.
