Δεν ήταν έκπληξη στην Ουάσιγκτον οι βόμβες Ερντογάν και οι ισχυρισμοί, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι οι ΗΠΑ οπλίζουν τα χέρια των Κούρδων ανταρτών του PKK. Στο State Department καταγράφουν τη νέα προπαγανδιστική επίθεση κατά της Αμερικής ως μία ακόμη προσπάθεια της τουρκικής ηγεσίας να προβάλει στον τουρκικό λαό το «πρόβλημα» των Κούρδων, ως πόλεμο κατά της τρομοκρατίας σε ενιαίο μέτωπο, από το Ιράκ έως και τη βόρεια Συρία.
Στην ανακοίνωση του το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών εμφανίζεται στο πλευρό της Τουρκίας και καταδικάζει το PKK, ως αναγνωρισμένη και από τους Αμερικανούς τρομοκρατική οργάνωση, διατηρεί, όμως, μια επιφύλαξη εάν όντως το περιστατικό στο βόρειο Ιράκ αφορά 13 Τούρκους πολίτες που βρήκαν το θάνατο στα χέρια των Κούρδων μαχητών. Κι αυτό γιατί, ενδεχομένως, το αρχηγείο των ανταρτών του PKK εξέδωσε ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία οι 13 «αιχμάλωτοι πολέμου», όπως λέει, ήταν πράκτορες της MIT, στρατιωτικοί και αστυνομικοί και δεν εκτελέστηκαν από τους αντάρτες, αλλά σκοτώθηκαν από τους σφοδρούς βομβαρδισμούς της τουρκικής αεροπορίας.
Σε κάθε περίπτωση, στα νέα σχέδια των Αμερικανών περιλαμβάνεται η υποστήριξη των Κούρδων και μάλιστα χωρίς να το κρύβουν, στην περίπτωση του YPG στη βόρεια Συρία. Εκεί η ομάδα Μπάιντεν αναγνωρίζει την αξία των κουρδικών πολιτοφυλακών στον πόλεμο κατά των Τζιχαντιστών και κυρίως τη χρησιμότητά τους ως μοχλός πίεσης στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας. Αδιαμφησβήτητα είναι ένας ισχυρός άσσος στα αμερικανικά χέρια σε κάθε διαπραγματευτικό τραπέζι.
Σήμερα είδαμε ξανά το ίδιο έργο στην αντιπαράθεση Τουρκίας και ΗΠΑ. Είναι πρόδηλο πως οι δύο χώρες έχουν πλέον διαφορετικά συμφέροντα και δεν μοιράζονται τις ίδιες αξίες. Ακόμα κι αν βρουν τρόπους να συνεργαστούν, σε ορισμένα ζητήματα, δεν έχουν τίποτα που να τους συνδέει.
Άγκυρα και Ουάσιγκτον έχουν διαφορετικές απόψεις ακόμη και για το τι σημαίνει επαναφορά των καλών σχέσεων. Ο Μπάιντεν επιδιώκει την αποκατάσταση μιας φιλελεύθερης διεθνούς τάξης, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, στην οποία η Τουρκία υποχρεωτικά χαλαρώνει, αν όχι διακόπτει, τους δεσμούς με Ρωσία και Κίνα. Ο Ερντογάν, από την άλλη, θεωρεί πως επαναφορά των καλών σχέσεων σημαίνει υποχρεωτικός συμβιβασμός των ΗΠΑ με τη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα στη γειτονιά της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου που επιθυμεί να παίξει η Τουρκία σε αυτή τη γειτονιά. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές κοσμοθεωρίες που σε αυτό το στάδιο δεν ευνοούν τις πιθανότητες για οποιαδήποτε πραγματική προσέγγιση μεταξύ των δύο χωρών.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!