Η ιστορία είναι γνωστή και είχε διαρρεύσει στα αμερικανικά media πριν τα Χριστούγεννα: Στην προσπάθειά του να ανατρέψει το αποτέλεσμα των εκλογών, ο απερχόμενος πρόεδρος Τραμπ πίεσε τον υπουργό Εξωτερικών της πολιτείας της Τζόρτζια να δώσει τη νίκη της πολιτείας στον ίδιο.
Τώρα ήρθε η ηχητική επιβεβαίωση με τη δημοσίευση της διάρκειας μίας ώρας συνομιλίας ανάμεσα στους δύο άνδρες από την Washington Post. Στα αποσπάσματα του ηχητικού που η εφημερίδα ανέβασε στο site της, ο πρόεδρος Τραμπ ακούγεται να κατηγορεί μανιασμένα τον ρεπουμπλικάνο Brad Raffensperger ότι δεν αναγνωρίζει τη νίκη του στην πολιτεία και να επαναλαμβάνει τους αβάσιμους ισχυρισμούς του περί νοθείας.
«Οι πολίτες της Τζόρτζια είναι θυμωμένοι, οι πολίτες της χώρας είναι θυμωμένοι. Και δεν υπάρχει λόγος να μην τους πεις ότι μετά από επανυπολογισμό των ψήφων, νικητής είμαι εγώ», ακούγεται να λέει ο πρόεδρος σε κάποιο σημείο της συνομιλίας, με τον Raffensperger να του απαντά, «το πρόβλημα που έχετε, κύριε πρόεδρε, είναι ότι τα στοιχεία σας είναι λανθασμένα».
Σε άλλο σημείο της συνομιλίας, ο Αμερικανός μεγιστάνας ακούγεται να λέει: «το μόνο πράγμα που χρειάζομαι είναι να βρεθούν 11.780 ψήφοι, που είναι ένας περισσότερος από όσους έχουν [σ.σ. οι αντίπαλοί μας], γιατί κερδίσαμε την πολιτεία».
Το γραφείο του προέδρου Τραμπ και ο προσωπάρχης του αρνήθηκαν να σχολιάσουν το ηχητικό μετά από τηλεφώνημα των συντακτών της εφημερίδας, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών της πολιτείας δεν έχει κάνει σχόλιο μέχρι στιγμής. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Washington Post, τόσο ο προσωπάρχης του προέδρου, Mark Meadows, όσο και η δικηγόρος Cleta Mitchell, αλλά και άλλοι ρεπουμπλικάνοι σύμμαχοι του προέδρου ήταν παρόντες στο τηλεφώνημα.
Οι αντιδράσεις από την πλευρά των Δημοκρατικών ήταν ηχηρές, με πολλούς, ανάμεσά τους και τον επόμενο πρόεδρο Μπάιντεν, να κάνουν λόγο για «ευθεία επίθεση στη δημοκρατία». Η πλειοψηφία των ρεπουμπλικάνων εκλεγμένων αντιπροσώπων, απ' την άλλη, παρέμεινε βουβή, με ελάχιστες εξαιρέσεις, φωτεινότερη των οποίων ήταν ο γερουσιαστής της Γιούτα (και υποψήφιος του κόμματός του για την προεδρία το 2012), Μιτ Ρόμνι, ο οποίος έχει αποκρούσει τις αιτιάσεις του προέδρου Τραμπ περί «νοθείας» από τα μέσα Δεκεμβρίου.
Κάποιες φωνές των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων έκαναν λόγο για νέα παραπομπή του προέδρου, αλλά η πλειοψηφία γνωρίζει ότι με μόλις δύο εβδομάδες ως την αποχώρησή του προέδρου, μια τόσο χρονοβόρα διαδικασία θα ήταν ανώφελη. Το πιθανότερο σενάριο είναι η κατάθεση και ταχεία υιοθέτηση μομφής (censure), που η Βουλή μπορεί να ψηφίσει άμεσα και χωρίς περαιτέρω επιπλοκές.
Η πολιτική μομφή είναι ένα σπάνιο όπλο στο οπλοστάσιο της Βουλής και έχει χρησιμοποιηθεί μόνο μία φορά εναντίον εν ενεργεία προέδρου, το 1834, όταν η Βουλή επέπληξε μέσω μομφής τον πρόεδρο Άντριου Τζάκσον, για τις αντισυνταγματικές απόπειρές του να καταργήσει την ομοσπονδιακή Τράπεζα. Η μόνη άλλη φορά που η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε μομφή, ήταν το 1954 εναντίον του γερουσιαστή Τζόζεφ Μακάρθι για την αντικομμουνιστική του υστερία - μια συμβολική κίνηση που σηματοδότησε το τέλος του Μακαρθισμού στις ΗΠΑ.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!