Οι πλούσιες χώρες της Ομάδας των Επτά (G7) πιο ανεπτυγμένων οικονομικά κρατών του πλανήτη έχασαν μια ευκαιρία να δώσουν μια οικονομική απάντηση με οικολογική χροιά στην υγειονομική κρίση, επιδοτώντας μαζικά ρυπογόνους τομείς παρά τις δεσμεύσεις τους για σεβασμό των συμφωνιών του Παρισιού για το κλίμα, ανακοίνωσαν σήμερα μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Διοχέτευσαν 189 δισεκατομμύρια δολάρια σε ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα) μεταξύ Ιανουαρίου 2020 και Μαρτίου 2021, έναντι 147 δισεκατομμυρίων στις καθαρές ενέργειες, σημειώνει ανακοίνωση του Tearfund, του International Institute for Sustainable Development (IISD/ Διεθνούς Ινστιτούτου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη) και του Overseas Development Institute (ODI/ Ινστιτούτου Υπερπόντιας Ανάπτυξης).
Από τα δέκα δολάρια που δαπανήθηκαν για την ενίσχυση των ορυκτών καυσίμων στην αντιμετώπιση της κρίσης, οκτώ διατέθηκαν χωρίς καμιά σκέψη για τη μείωση της ρύπανσης.
Οι κυβερνήσεις χρειάστηκε κυρίως να βοηθήσουν αεροπορικές εταιρείες ή αεροδρόμια που απειλούνται με πτώχευση, δεδομένου του σοκ της πανδημίας.
Η μελέτη επισημαίνει την απόκλιση, στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο θα φιλοξενήσει τη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα (COP26) τον Νοέμβριο, μεταξύ των πράσινων φιλοδοξιών της κυβέρνησης και των δαπανών του υπουργείου Οικονομικών.
Η χώρα είναι ο χειρότερος μαθητής της G7 όσον αφορά την ενίσχυση των ορυκτών καυσίμων, παρόλο που έχει υποσχεθεί να μην χρηματοδοτεί πλέον έργα στο εξωτερικό και να απαγορεύσει τα νέα αυτοκίνητα βενζίνης και ντίζελ από το 2030.
Η G7 (Γερμανία, Καναδάς, Ηνωμένες Πολιτείες, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία και Ηνωμένο Βασίλειο) δεσμεύτηκε τον Μάιο να θέσει τέλος από φέτος στις κρατικές ενισχύσεις προς τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.
Επιπλέον, μία από τις προτεραιότητες της G7 που θα διεξαχθεί στην Κορνουάλη στα τέλη της επόμενης εβδομάδας υπό τη βρετανική προεδρία θα είναι ακριβώς η ενθάρρυνση μιας «πράσινης» ανάκαμψης μετά την πανδημία.
«Οι επιλογές που γίνονται σήμερα από τις χώρες της G7 είτε θα επιταχύνουν τη μετάβαση σε ένα καλύτερο μέλλον για το κλίμα, είτε θα θέσουν υπό αμφισβήτηση τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης», υπογραμμίζει ο Πολ Κουκ, υπεύθυνος του Tearfund, τον οποίο επικαλείται η ανακοίνωση.
Αυτές οι χώρες «είναι από τις πιο ρυπογόνες στον πλανήτη, αντιπροσωπεύοντας μόλις το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά το ένα τέταρτο των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2)», υπενθυμίζει.
Ωστόσο, η μελέτη δείχνει ότι χώρες βελτίωσαν σημαντικά την «πράσινη» πολιτική τους κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, όπως η Αυστραλία, η Ινδία, η Νότια Κορέα και η Νότια Αφρική.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!