Η Citigroup έβαλε κατά λάθος 81 τρισεκατομμύρια δολάρια στον λογαριασμό ενός πελάτη, ενώ σκόπευε να στείλει μόλις 280, ένα σφάλμα που ενδέχεται να επηρεάσει την προσπάθειά της να πείσει τις ρυθμιστικές αρχές ότι έχει διορθώσει τα χρόνια λειτουργικά της προβλήματα.
Η λανθασμένη εσωτερική μεταφορά, που σημειώθηκε τον Απρίλιο του 2024, δεν είχε αναφερθεί προηγουμένως και δεν ανιχνεύθηκε ούτε από τον υπάλληλο πληρωμών, ούτε από τον ελεγκτή συναλλαγών, που όφειλε να την εξετάσει πριν από την τελική έγκριση την επόμενη μέρα.
Ένας τρίτος υπάλληλος εντόπισε πρόβλημα στα υπόλοιπα λογαριασμών της τράπεζας, ανιχνεύοντας τη συναλλαγή 90 λεπτά μετά την καταχώρησή της. Η πληρωμή αντιστράφηκε μερικές ώρες αργότερα, σύμφωνα με εσωτερική αναφορά που είδαν οι Financial Times και δύο άτομα που γνωρίζουν το περιστατικό.
Κανένα ποσό δεν έφυγε από τη Citigroup, η οποία γνωστοποίησε το περιστατικό («παραλίγο λάθος συναλλαγή») στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και στο Γραφείο Ελέγχου Νομισματικής Πολιτικής (OCC).
Η Citigroup δήλωσε ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της εντόπισαν άμεσα το σφάλμα εισαγωγής δεδομένων μεταξύ δύο λογαριασμών της τράπεζας και η συναλλαγή ανεστάλη πριν φύγουν κεφάλαια.
«Αν και δεν υπήρξε καμία επίδραση στην τράπεζα ή στον πελάτη μας, το περιστατικό υπογραμμίζει τη συνεχή μας προσπάθεια να εξαλείψουμε τις χειροκίνητες διαδικασίες και να αυτοματοποιήσουμε τους ελέγχους», πρόσθεσε η τράπεζα.
Σειρά σφαλμάτων και προβλήματα λειτουργίας
Σύμφωνα με εσωτερική έκθεση της Citigroup, το 2024 σημειώθηκαν 10 παρόμοια περιστατικά όπου η τράπεζα εκτέλεσε λανθασμένες συναλλαγές άνω του 1 δισ. δολάρια, αλλά κατάφερε να ανακτήσει τα κεφάλαια. Ο αριθμός ήταν ελαφρώς μειωμένος από τα 13 αντίστοιχα περιστατικά το 2023.
Αυτά τα περιστατικά δεν απαιτούνται να αναφέρονται στις ρυθμιστικές αρχές, γεγονός που σημαίνει ότι δεν υπάρχει διαθέσιμη δημόσια καταγραφή για τη συχνότητά τους στο τραπεζικό σύστημα.
Ωστόσο, πρώην ρυθμιστές και στελέχη διαχείρισης κινδύνων τραπεζών σημείωσαν ότι τέτοιου μεγέθους παραλίγο σφάλματα (άνω του 1 δισ.) είναι εξαιρετικά σπάνια στον τραπεζικό κλάδο των ΗΠΑ.
Η αλληλουχία αυτών των περιστατικών αναδεικνύει τις λειτουργικές αδυναμίες της Citigroup, σχεδόν πέντε χρόνια μετά το γνωστό λάθος του 2020, όταν η τράπεζα έστειλε κατά λάθος 900 εκατομμύρια σε δανειστές της εταιρείας Revlon, η οποία βρισκόταν σε χρηματοοικονομική διαμάχη.
Η λανθασμένη πληρωμή της Citigroup στη Revlon οδήγησε στην παραίτηση του τότε CEO, Michael Corbat, την επιβολή μεγάλων προστίμων και την έκδοση ρυθμιστικών διαταγών συμμόρφωσης από τις αρχές, με στόχο τη διόρθωση των προβλημάτων της.
Η Jane Fraser, που ανέλαβε CEO το 2021, έχει χαρακτηρίσει την επίλυση των ρυθμιστικών θεμάτων ως «κορυφαία προτεραιότητά» της. Παρόλα αυτά, η Citigroup εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα, καθώς το 2023 της επιβλήθηκαν πρόστιμα ύψους 136 εκατ. από το OCC και τη Fed για ελλείψεις στον έλεγχο κινδύνων και τη διαχείριση δεδομένων.
Τεχνικά σφάλματα και χειροκίνητες διαδικασίες
Το τεράστιο σφάλμα των 81 τρισεκατομμυρίων δολαρίων προέκυψε λόγω ανθρώπινου λάθους και ενός αναποτελεσματικού συστήματος backup, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν το περιστατικό.
Τον Μάρτιο του 2024, τέσσερις συναλλαγές συνολικής αξίας 280 δολαρίων που προορίζονταν για λογαριασμό μεσεγγύησης (escrow account) πελάτη στη Βραζιλία, μπλοκαρίστηκαν λόγω υποψίας παραβίασης κυρώσεων.
Η συναλλαγή ξεμπλοκαρίστηκε γρήγορα, αλλά παρέμεινε «εγκλωβισμένη» στο σύστημα της τράπεζας.
Η ομάδα πληρωμών της Citigroup καθοδήγησε έναν υπάλληλο να εισαγάγει χειροκίνητα τις συναλλαγές μέσω ενός παρωχημένου εφεδρικού συστήματος. Ωστόσο, ένα πρόβλημα στο λογισμικό προκαθόριζε το πεδίο ποσού με 15 μηδενικά, τα οποία ο χρήστης έπρεπε να διαγράψει χειροκίνητα. Αυτό δεν συνέβη, οδηγώντας στην εσφαλμένη καταχώρηση των 81 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το περιστατικό αυτό καταδεικνύει τα επίμονα προβλήματα της Citigroup με χειροκίνητες διαδικασίες, καθώς και την ανάγκη εκσυγχρονισμού των συστημάτων της, ώστε να αποφεύγονται παρόμοια σφάλματα στο μέλλον.
Με πληροφορίες από Financial Times