Στους τρόπους χρηματοδότησης «πράσινων» επενδύσεων, οι οποίες θα πρέπει να επιταχυνθούν τα επόμενα χρόνια για να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ για το κλίμα έως το 2030, αναφέρεται έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Η έκθεση καταγράφει αρχικά τις εκτιμήσεις που έχουν γίνει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλους φορείς για το ύψος των επενδύσεων που θα χρειαστούν έως το τέλος της δεκαετίας.
Ολες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι πρόκειται για μία πολύ μεγάλη πρόκληση καθώς τα πρόσθετα ποσά για επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο και διαρκή καταναλωτικά αγαθά, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, κυμαίνονται από το 2,7% έως το 3,7% του ΑΕΠ της ΕΕ (του 2023).
Ανάλυση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει ότι την περίοδο 2011-2020 επενδύονταν στην ΕΕ κατά μέσο όρο 764 δισ. ευρώ κάθε χρόνο για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ένα ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 5,1% του ΑΕΠ της ΕΕ το 2023. Για την επίτευξη, όμως, του στόχου για μείωση των ρύπων κατά 55% το 2030, η Κομισιόν εκτιμά ότι θα χρειαστούν επιπλέον 477 δισ. ευρώ πράσινων επενδύσεων κάθε χρόνο, ποσό που αντιστοιχεί στο 3,2% του ΑΕΠ του 2023.
Συνολικές επενδύσεις 1,2 τρισ. ευρώ τον χρόνο
Συνολικά, δηλαδή, απαιτούνται πράσινες επενδύσεις ύψους περίπου 1,2 τρισ. ευρώ κάθε χρόνο, που αντιστοιχούν στο 8,3% του ΑΕΠ του 2023. Ο ορισμός των πράσινων επενδύσεων είναι ευρύτερος από εκείνον που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του ακαθάριστου σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου στους εθνικούς λογαριασμούς, καθώς περιλαμβάνει και διαρκή καταναλωτικά αγαθά με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα
Οι εκτιμήσεις για τα πρόσθετα ποσά που απαιτούνται κάθε χρόνο, επιπλέον των επενδύσεων που γίνονταν τα προηγούμενα χρόνια, κυμαίνονται μεταξύ 558 δισ. ευρώ (BloombergNEF) και περίπου 400 δισ. ευρώ (Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας ή IEA και Ινστιτούτο Οικονομικών του Κλίματος, I4CE).

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε απόλυτους αριθμούς οι περισσότερες επενδύσεις απαιτούνται στον τομέα των μεταφορών, με ένα συνολικό ποσό της τάξης των 754 δισ. ευρώ ετησίως, με το 80% να αφορά επενδύσεις στις οδικές μεταφορές, οι οποίες περιλαμβάνουν τις επιβατικές μεταφορές και τις υποδομές φόρτισης για τα ηλεκτρικά οχήματα, αλλά και τις εμπορευματικές μεταφορές.
Ωστόσο, σε σχετικούς όρους, δηλαδή αναφορικά με τον ρυθμό αύξησης, η μεγαλύτερη πρόκληση αφορά στην παραγωγή πράσινης ενέργειας, καθώς οι πρόσθετες επενδύσεις εκτιμάται ότι πρέπει να είναι κατά 1,7 φορές υψηλότερες από τον ιστορικό μέσο όρο τους (93 δισ. ευρώ έναντι 55 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, όπως φαίνεται από τον παρακάτω πίνακα).

Χρηματοδότηση από τράπεζες και αγορές
Η ΕΚΤ τονίζει ότι η πράσινη μετάβαση απαιτεί ουσιαστική χρηματοδότηση, κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα αλλά και με στήριξη από τον δημόσιο τομέα.
Αναφορικά με την ιδιωτική χρηματοδότηση, το μεγαλύτερο βάρος θα πέσει στις τράπεζες, δεδομένου ότι τα δάνεια τους αντιστοιχούν στο 60% του χρέους των επιχειρήσεων και πάνω από το 80% του χρέους των νοικοκυριών στην Ευρωζώνη.
Για να μπορέσουν, ωστόσο, να αυξηθούν αποφασιστικά τα πράσινα δάνεια, θα ήταν σκόπιμη κάποιας μορφής δημοσιονομική στήριξη, καθώς θα βελτιωνόταν η πιθανότητα έγκρισής τους.
Σύμφωνα με τις τράπεζες που συμμετέχουν στις σχετικές εξαμηνιαίες έρευνες της ΕΚΤ, η δημοσιονομική στήριξη, για παράδειγμα με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων, μπορεί να συμβάλει στη μείωση της έκθεσης των τραπεζών σε κλιματικούς κινδύνους, διευκολύνοντας έτσι τους όρους των δανείων και συμβάλλοντας στην τόνωση της ζήτησης τους.

Ο θετικός αντίκτυπος που μπορεί να έχει η δημοσιονομική στήριξη στις πράσινες επενδυτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων επιβεβαιώνεται και από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ).

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές, σύμφωνα με την ΕΚΤ, μπορούν να συμβάλουν επίσης στην επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης, παρέχοντας χρηματοδότηση για πιο ριψοκίνδυνα έργα και πράσινη καινοτομία, αν και αυτά τα τμήματα της αγοράς είναι ακόμη μικρά.
Η χρηματοδότηση με την έκδοση βιώσιμων χρεογράφων εξακολουθεί να διαδραματίζει περιορισμένο μόνο ρόλο στη ζώνη του ευρώ, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 7% του αποθέματος όλων των εκδόσεων ομολόγων, με τα πράσινα ομόλογα να αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα αυτής της αγοράς.
Χρηματοδότηση από το δημόσιο τομέα
Η ιδιωτική χρηματοδότηση πρέπει να υποστηριχθεί από τη δράση του δημόσιου τομέα, είτε άμεσα με τη μορφή δημόσιων επενδύσεων είτε έμμεσα με τη μορφή επιδοτήσεων ή κρατικών εγγυήσεων. Μπορούν να δοθούν κίνητρα για ιδιωτικές πράσινες επενδύσεις μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και τον κίνδυνο των επενδύσεων τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους δυνητικούς πιστωτές.
Σε επίπεδο ΕΕ, είναι σημαντικά τα ποσά που διατίθενται για να υποστηρίξουν την πράσινη μετάβαση, με αιχμή το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF). Για την τρέχουσα δημοσιονομική περίοδο της ΕΕ 2021-27, το 30% των συνολικών πόρων από το ΕΣΠΑ και Next Generation EU πρέπει να διατεθούν για την πράσινη μετάβαση.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των πόρων του RRF που σχετίζονται με το κλίμα πηγαίνει στις επιχειρήσεις, αλλά μέχρι στιγμής ο ρυθμός απορρόφησης των κονδυλίων αυτών είναι χαμηλός. Εως τα μέσα του 2024, μόνο το 20% (περίπου 55 δισ. ευρώ) των σχετικών με το κλίμα κονδυλίων του RRF είχαν εκταμιευθεί, ενώ το υπόλοιπο 80% θα πρέπει να εκταμιευθεί έως το τέλος του 2026.
Η χαμηλή απορροφητικότητα των πόρων σχετίζεται εν μέρει με ανεπάρκειες στη διαχειριστική ικανότητα των αρμόδιων φορέων και πολύπλοκες μορφές διακυβέρνησης.