Σε δυσχερή θέση βρίσκεται ο Τζο Μπάιντεν, δεχόμενος πυρά ακόμη κι από τους κόλπους των Δημοκρατικών, καθώς η απόφαση του ΟΠΕΚ+ και οι εξελίξεις στο μέτωπο του πετρελαίου, δημιουργούν τόσο οικονομικό όσο και πολιτικό πρόβλημα στον Λευκό Οίκο.
Σε οικονομικό επίπεδο το πρόβλημα που προκύπτει από την αναζωπύρωση των πιέσεων στις διεθνείς τιμές των commodities είναι προφανές. Το πετρέλαιο θα συμπληρώσει σήμερα τη δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα σημαντικής αύξησης με την απόφαση του ΟΠΕΚ+ να προχωρήσει σε σημαντική μείωση των επιπέδων προσφοράς, κατά 2 εκατ. βαρέλια ημερησίως από το Νοέμβριο, να θεωρείται πως θα επιδεινώσει τα ήδη «σφιχτά» περιθώρια στην αγορά του μαύρου χρυσού.
Εξάλλου, από το Δεκέμβριο θα εφαρμοστεί και το εμπάργκο της ΕΕ κατά του ρωσικού αργού, πιθανότατα μαζί και με κάποιας μορφής πλαφόν, οι λεπτομέρειες του οποίου βρίσκονται ακόμη υπό διαμόρφωση σε συνεργασία με τα μέλη του G7.
Νέο ράλι
Την Παρασκευή, το Brent σημείωσε νέο άλμα πάνω από 4%, με την τιμή να ανεβαίνει έως και στα 98,44 δολάρια το βαρέλι, καλπάζοντας ολοταχώς και πάλι προς το ψυχολογικό όριο των 100 δολαρίων. Αντιστοίχως το αμερικανικό WTI κέρδισε πάνω από 5% στα 93,04 δολάρια το βαρέλι.
Στα επίπεδα αυτά οι τιμές άγγιξαν υψηλά πέντε εβδομάδων. Συνολικά για αυτή την εβδομάδα τα κέρδη του Brent έφτασαν το 11% και παρά το γεγονός πως παραμένει ακόμη αρκετά μακριά από το ιστορικό υψηλό των 147 δολαρίων, που «έπιασε» το Μάρτιο, η ανησυχία στις αγορές είναι έκδηλη. Για το αμερικανικό αργό τα εβδομαδιαία κέρδη ήταν ακόμη πιο θεαματικά, σχεδόν στο 16%!
Σχολιάζοντας τις εξελίξεις, ο Αμερικανός πρόεδρος υποχρεώθηκε να παραδεχτεί πως είναι απογοητευμένος. Όμως, αυτό αποτελεί μια μάλλον… ανάλαφρη απόδοση της πραγματικής αμερικανικής αντίδρασης. Τόσο για τις οικονομικές συνέπειες που θα προκύψουν από ένα νέο ράλι των τιμών του μαύρου χρυσού σε ένα διάστημα οικονομικής επιβράδυνσης και πληθωρισμού-ρεκόρ όσο και για τις πολιτικές.
Τα διεθνή media έκαναν λόγο για μια απόφαση που δείχνει ότι το Ριάντ αγνόησε επιδεικτικά τις βουλές του Λευκού Οίκου και ειδικά του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος βρίσκεται τώρα στην άβολη θέση να υπερασπιστεί την απόφαση του να επισκεφτεί τη Σαουδική Αραβία το καλοκαίρι, κόντρα στις αντίθετες απόψεις που εκφράζονταν τότε, ακόμη και από στελέχη του κόμματος του. «Το ταξίδι μου δεν είχε να κάνει με το πετρέλαιο» σχολίασε χθες ο κ. Μπάιντεν, αλλά μάλλον δεν έπεισε κανέναν.
Πυρ ομαδών από το πολιτικό σκηνικό
Περίπου ένα μήνα πριν τις κρίσιμες ενδιάμεσες κοινοβουλευτικές εκλογές (στις 8 Νοεμβρίου) που θα κρίνουν τις ισορροπίες δυνάμεων σε Βουλή και Γερουσία, οι Ρεπουμπλικάνοι βρήκαν πρόσφορο έδαφος να επιτεθούν κατά του Λευκού Οίκου για τις επιλογές του. Ειδικά στους σκληροπυρηνικούς κύκλους των… Τραμπικών, όπου τα βιτριολικά σχόλια για το πως ο κ. Μπάιντεν έκανε τις ΗΠΑ πιο αδύναμες, ώστε να τις αγνοούν αναφανδόν στενοί σύμμαχοι, όπως η Σαουδική Αραβία, πέφτουν σαν… βροχή!
Στο οικονομικό μέτωπο, στελέχη του Λευκού Οίκου φρόντισαν αμέσως να διαρρεύσουν πληροφορίες στον Τύπο, σύμφωνα με τις οποίες ο Λευκός Οίκος εξετάζει όλες τις πιθανές επιλογές που έχει στα χέρια του, προκειμένου να βεβαιωθεί πως το νέο ράλι των τιμών θα ανακοπεί. Αν και έχει πολλά να «μετρήσει» και να υπολογίσει, πριν πάρει τις αποφάσεις του.
Πιθανά αντίμετρα
Ο διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, Μπράιαν Ντις, υποστήριξε στους «Financial Times» πως οι ΗΠΑ εξετάζουν την πιθανότητα πώλησης τμήματος των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου της χώρας. Όμως, το μέτρο αυτό έχει δοκιμαστεί και τους προηγούμενους μήνες, χωρίς να έχει σημαντική επιρροή στις τιμές. Από τα αμερικανικά αποθέματα έχουν ήδη πωληθεί, από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, τουλάχιστον 200 εκατ. βαρέλια.
Ποιες άλλες επιλογές υπάρχουν; Ο κ. Ντις δεν απέκλεισε πιο ακραία μέτρα όπως ένα προστατευτικό πλαφόν στις εξαγωγές αργού, αν και κάτι τέτοιο θα βοηθούσε μόνο την εγχώρια αγορά και θα μείωνε την τιμή της βενζίνης στα αμερικανικά πρατήρια λίγο πριν τις εκλογές. Σε διεθνές επίπεδο, τα πράγματα προφανώς θα γίνονταν πολύ χειρότερα.
Αμερικανοί αναλυτές θυμήθηκαν, πάντως, πως ήδη από τον Αύγουστο η υπουργός Ενέργειας, Τζένιφερ Γκράνχολμ, είχε ζητήσει από τα ντόπια διυλιστήρια να αυξήσουν την παραγωγή, αλλά κυρίως να ενισχύσουν τα εγχώρια αποθέματα, αντί να εξάγουν περισσότερο πετρέλαιο, όπως θα ήθελαν λογικά για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους σε ένα διάστημα υψηλής ζήτησης και αυξημένων τιμών.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!