Στη συζήτηση τονίστηκε ότι το πρόβλημα των περικοπών και των αρνητικών τιμών, θα εντείνεται κάθε χρόνο, αφού θα αυξάνεται η παραγωγή των ΑΠΕ χωρίς ανάλογη αύξηση της ζήτησης και ειδικά κάποιες ώρες της ημέρας δεν θα μπορεί να απορροφηθεί.
Λύση στο πρόβλημα μπορεί να προσφέρει η αποθήκευση ενέργειας αλλά όχι νωρίτερα από το 2026, αλλά και οι προσπάθειες για μετακίνηση της κατανάλωσης ενέργειας τις ώρες της μεγάλης παραγωγής των ΑΠΕ δηλαδή
Την ίδια στιγμή, όλα τα κόστη της ανάπτυξης των ΑΠΕ, όπως αυτά των δικτύων για τη σύνδεσή τους, ή των περικοπών θα επιβαρύνουν το κόστος ενέργειας.
Παρόλα αυτά εκτίμηση του υπουργού Θεόδωρου Σκυλακάκη είναι ότι το κόστος ενέργειας, τελικά, θα μειωθεί.
«Θα έχουμε, τα επόμενα χρόνια, μεγάλη πτώση της τιμής του φυσικού αερίου και θα προστεθούν Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ)» είπε χαρακτηριστικά, εξηγώντας πως υπό αυτά τα δεδομένα: «οι καταναλωτές θα έχουν μία ευνοϊκή πραγματικότητα. Το “κλειδί” είναι να κρατήσουμε αυτή την αγορά υγιή, σε αυτή την ευνοϊκή και δύσκολη, ταυτόχρονα, φάση της μετάβασης» δήλωσε ο κ. Σκυλακάκης, υπογραμμίζοντας πως ενεργειακή δημοκρατία δεν υπάρχει, αν το ενεργειακό σύστημα δεν ωφελεί τον καταναλωτή.
Στη δύσκολη φάση της μετάβασης, και το πρόβλημα της μειωμένης ζήτησης ενέργειας, αναφέρθηκε και ο Πρόεδρος του ΑΔΜΗΕ κ. Μανουσάκης ο οποίος ανέφερε χαρακτηριστικά ότι "Ακόμη κι αν κατασκευάσουμε άπειρα χιλιόμετρα δικτύου, το ζήτημα της ζήτησης παραμένει", προσθέτοντας ότι ο εκάστοτε επενδυτής θα πρέπει να λάβει υπόψη του το ρίσκο που συνεπάγεται η δραστηριότητα σε συνθήκες ενεργειακής μετάβασης στο κλάδο της ενέργειας.
Επίσης αναφέρθηκε στη σημασία να υπάρξει ένας συνολικότερος σχεδιασμός που θα λαμβάνει υπόψη συνδυασμένα την ανάπτυξη νέων έργων ΑΠΕ με την ανάπτυξη και αναβάθμιση του δικτύου.
Ειδικότερα, ο κ. Μανουσάκης επισήμανε ότι η αποθήκευση δεν αποτελεί πανάκεια για τις περικοπές καθώς δύναται να διαχειριστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα που προκύπτει από την σκοπιά της ζήτησης, όχι όμως το πρόβλημα των περικοπών που προκύπτει στη βάση του «congestion» που χαρακτηρίζει το δίκτυο.
Ο κ. Ιωάννης Χαραλαμπίδης, Διευθυντής Αδειοδότησης των ΑΠΕ της ΡΑΕ, σημείωσε ότι μετά την απλοποίηση των αδειοδοτήσεων το 2020 με τον νόμο 4685, φτάσαμε να έχουμε σχεδόν 100 γιγαβάτ άδειες έργων ΑΠΕ (33 αιολικά και 64 φωτοβολταϊκά). Μάλιστα, όπως είπε, έναν χρόνο μετά, δεν παρατηρείται κόπωση στην ανάγκη αδειοδότησης, καθώς διατηρείται ενδιαφέρον για νέα έργα επιπρόσθετα με τα ήδη υπάρχοντα.
Όπως ανέφερε, αυτή τη στιγμή έχουμε 14 γιγαβάτ σε λειτουργία, 15 γιγαβάτ με όρους σύνδεσης, και 50 γιγαβάτ σε φάση αναμονής για όρους σύνδεσης. Βλέπουμε λοιπόν ότι πάρα πολύ μεγάλος αριθμός έργων έχουν ήδη ολοκληρώσει τη διαδικασία της αδειοδότησης και αναμένουν όρους σύνδεσης. Όσον αφορά τα έργα που έχουν όρους σύνδεσης από παλιά, ένας σημαντικός αριθμός έργων, περί τα 70, είναι προς ανάκληση, οπότε από εκεί θα ελευθερωθεί χώρος για επιπλέον έργα. Όπως είπε, χρειάζονται πάρα πολύ μεγάλη προσοχή από τους επενδυτές στα ορόσημα γιατί χάνονται άδειες σε έργα ώριμα, ανέφερε ο κ. Χαραλαμπίδης.
Ο Πρόεδρος του ΣΠΕΦ κ. Λουμάκης σημείωσε ότι η ζήτηση είναι ελλιπής και δεν καλύπτει την παραγωγή ΑΠΕ και υπογράμμισε ότι ο ΣΠΕΦ προβλέπει περικοπές τουλάχιστον 25% στο μέλλον ανεξαρτήτως αποθήκευσης και αυτό το νούμερο πρέπει να περιληφθεί στα επιχειρηματικά σχέδια.
Σχετικά με το αίτημα των ΟΤΑ για επαναφορά του net metering, ο κ. Λουμάκης σχολίασε ότι είτε με net metering είτε με net billing, τα έργα αυτά δεν πρόκειται να μπαίνουν στην αγορά δεδομένης της ανισορροπίας προσφοράς-ζήτησης. Αντίστοιχα, τόνισε ότι η προσπάθεια των ΦΟΣΕ στην αγορά σε λίγο δεν θα μπορεί να αποδώσει και μόνοι τους θα δίνουν εντολή να μη μπουν στην αγορά αν η τιμή γίνει αρνητική.
Ο επικεφαλής της ΔΕΗΑΝ Κωνσταντίνος Μαύρος σημείωσε, ότι «ο όμιλος ΔΕΗ έχει το δικό του Green Deal», και με το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων προχωρά το πρασίνισμα της παραγωγής, το οποίο προχωράει κανονικά, με τη στρατηγική σε 3 πυλώνες. “Πρώτον, ως απόλυτη προτεραιότητα η υλοποίηση των έργων της εταιρείας, για τη δημιουργία μιας πολύ μεγάλης ισχύος, που καθιστά τη ΔΕΗ τον μεγαλύτερο “παίκτη” στην ΝΑ Ευρώπη. Δεύτερο η συνεργασία με άλλους ομίλους και τρίτο, οι μεγάλες εξαγορές που απαιτούνται για να πετύχει το ενεργειακό μείγμα που έχει αποφασίσει. Η ΔΕΗ έχει δραστηριότητα σε 6 χώρες της περιοχής”.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!