Στις χειμερινές της προβλέψεις για την Ελλάδα η Κομισιόν ανέφερε ότι οι τιμές της ενέργειας υποχώρησαν μετά την κορύφωσή τους τον Σεπτέμβριο του 2022, ενώ εκτιμά πως ο πληθωρισμός στη χώρα θα μετριαστεί περαιτέρω τους επόμενους μήνες. Σημειώνει ότι, μετά από έναν μέσο όρο 9,3% το 2022, ο μετρικός πληθωρισμός στην Ελλάδα προβλέπεται να υποχωρήσει σε 4,5% το 2023 και 2,4% το 2024.
Ωστόσο υπογραμμίζει ότι, ο πληθωρισμός των τιμών των τροφίμων αναμένεται να αποδειχθεί πιο… επίμονος, δεδομένης της καθυστερημένης μετακύλισης του υψηλού ενεργειακού κόστους στην παραγωγή τροφίμων. Χαρακτηριστικά είναι τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή διαμορφώθηκε στο 7% τον Ιανουάριο, από 7,2% τον Δεκέμβριο του 2022, 8,5% τον Νοέμβριο και 9,1% τον Οκτώβριο.
Την ίδια ώρα όμως ο πληθωρισμός στα τρόφιμα συνεχίζει το ανοδικό του «ράλι» με μέση αύξηση της τάξης του 15,4%.
Σε ετήσια βάση τις μεγαλύτερες ανατιμήσεις εμφανίζουν οι κατηγορίες:
- γαλακτοκομικά και αυγά: 25%
- Έλαια: 23,1%
- Κρέατα: 19%
- Ψωμί & δημητριακά: 18,6%
- Λοιπά τρόφιμα: 15,6%
- Λαχανικά: 10,9%
- Καφές-κακάο-τσάι: 10,9%
►Διαβάστε επίσης: Αρ. Παντελιάδης (Metro): «Δεν θα ξαναγυρίσουν οι τιμές σε προ κρίσης επίπεδα»
«Δεν θα επιστρέψουν ποτέ οι τιμές στα επίπεδα προ κρίσης»
Οι εκτιμήσεις αναλυτών αλλά και στελεχών του επιχειρηματικού κόσμου - τόσο από τις βιομηχανίες τροφίμων-ποτών, όσο και από τους retailers - κάνουν λόγο για συνέχιση των ανατιμήσεων σε ορισμένες κατηγορίες μέχρι το τέλους του α’ εξαμήνου, μεταθέτοντας προς το δεύτερο μισό της χρονιάς την σταδιακή αποκλιμάκωση των τιμών.
Πρόσφατα ο επικεφαλής της Metro ΑΕΒΕ, Αριστοτέλης Παντελιάδης ανέφερε ότι «οι εταιρείες έχουν συγκρατήσει τις ανατιμήσεις. Δεν έχουν περάσει στο τελικό προϊόν όλο το κόστος με το οποίο έχουν επιβαρυνθεί και κάποια στιγμή είναι αναγκασμένοι να το κάνουν», προσθέτοντας ότι με βάση τις προσωπικές του εκτιμήσεις, “εντός του α' εξαμήνου, εκτός απροόπτου, θα λογικευτούν οι τιμές. Βέβαια, δεν θα ξαναγυρίσουμε ποτέ εκεί που ήμασταν. Σε κάποια προϊόντα θα μαζευτούν οι… τρελές ανατιμήσεις, αλλά όπως είπα, δεν θα επιστρέψουν σε επίπεδα προ κρίσης, καθώς κάποια κόστη δεν θα ξαναγυρίσουν εκεί που ήταν. Πάντως θα υπάρξει ισορροπία».
Σταγόνα στον…ωκεανό οι πρώτες μειώσεις
Υπογράμμισε πως έχουν ξεκινήσει μειώσεις τιμών, οι οποίες, ωστόσο, είναι πολύ μικρότερες από τις ανατιμήσεις που έχουν περάσει την τελευταία διετία. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι υπάρχουν προϊόντα που γνώρισαν υψηλά επίπεδα τιμών - όπως χαρτικά, χοιρινό, καφές, σπορέλαια - ωστόσο έχουν αρχίσει να υποχωρούν οι τιμές.
Σε ό,τι αφορά τα γαλακτοκομικά προϊόντα, αυτά που θα γνωρίσουν πτώση είναι τα αγελαδινά και αργότερα τα αιγοπρόβεια. Παραδέχτηκε, βέβαια, ότι «για την ώρα αυτές οι μειώσεις είναι... σταγόνα στον ωκεανό. Περισσότερα προϊόντα έχουν ανατιμήσεις και λιγότερα μειώσεις στις τιμές. Μάλιστα, έρχονται ακόμη πολλές ανατιμήσεις και σε τρόφιμα και σε άλλες προϊοντικές κατηγορίες», προσθέτοντας ότι υπάρχει καλύτερη εικόνα για τα τρόφιμα που παράγονται στην Ελλάδα.
Δεν θέλουν τις αυξήσεις αλλά πρέπει να… επιβιώσουν
Η συντριπτική πλειοψηφία των βιομηχανιών του κλάδου υποστηρίζει ότι έχει προχωρήσει σε πολύ συγκρατημένες ανατιμήσεις στα προϊόντα τους σε σχέση με την αύξηση στα κόστη τους, καθώς προτεραιότητα τους παραμένει η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη των καταναλωτών προκειμένου να μην μειώνεται η ζήτηση.
Βέβαια τα στελέχη των προμηθευτών τροφίμων-ποτών υπογραμμίζουν ότι προέχει η βιωσιμότητα των εταιρειών για να συνεχίζουν να υφίστανται, δεν μπορούν δηλαδή να πουλούν τα προϊόντα τους με ζημιές. Παρά τη σημαντική, ωστόσο, αύξηση στις πωλήσεις που εμφανίζουν όλες σχεδόν οι εταιρείες του κλάδου, οι όγκοι τις περισσότερες φορές είναι μειωμένοι, ενώ γενικά τα περιθώρια κέρδους είναι μειωμένα.
Στις αιτιάσεις ορισμένων ότι η σημαντική πτώση των ενεργειακών τιμών δεν έχει μετακυλιστεί με χαμηλότερες τιμές στα προϊόντα, τονίζεται με έμφαση ότι, αφενός το κόστος ενέργειας παραμένει πολύ υψηλότερο σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, όπως επίσης και το κόστος των πρώτων υλών.
►Διαβάστε επίσης: Σούπερ Μάρκετ: Αντιδράσεις των retailers για τα πρόστιμα των €378.000 ευρώ - Τι απαντούν
Γαλακτοκομικά προϊόντα
Στον γαλακτοκομικό κλάδο, αναμένονται νέες ανατιμήσεις και φέτος σε πολλά προϊόντα, καθώς οι τιμές του πρόβειου γάλακτος συνεχίζουν την…ανιούσα.
Μιλώντας στην «Ημερησία» το μέλος ΔΣ του Ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία, Στέλιος Σαράντης, αφού τόνισε ότι το 2022 έγιναν μικρότερες αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων προκειμένου να μην επιβαρυνθούν πολύ τα ήδη πιεσμένα από τις πληθωριστικές πιέσεις ελληνικά νοικοκυριά, φέτος είναι αναπόφευκτες και νέες ανατιμήσεις. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «στο πρόβειο γάλα, οι τιμές που αγοράζουμε, από τα επίπεδα των €1,25 - €1,27/ κιλό το 2021, ανέβηκαν στο €1,67».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι δηλώσεις του προέδρου της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών, Παύλου Σατολιά, ο οποίος τόνισε ότι "όσο το κόστος της εκτροφής των ζώων παραμένει σε δυσθεώρητα επίπεδα, θα βλέπουμε αυξημένες τιμές στο γάλα και κατά συνέπεια αυξημένες τιμές στα γαλακτοκομικά προϊόντα".
Ο πρόεδρος του Αγροτικού Γαλακτοκομικού Συνεταιρισμού Καλαβρύτων, αφού σημείωσε ότι η αύξηση του κόστους παραγωγής είναι απόρροια της ανόδου των τιμών στις ζωοτροφές, της ενέργειας και των καυσίμων, υπογράμμισε: "Μην περιμένουμε μειώσεις στις τιμές του γάλακτος, αν δεν γίνει μείωση στο κόστος της εκτροφής”.
Γιατί είδαμε τις πρώτες μειώσεις στο αγελαδινό γάλα
Σχολιάζοντας τις πρώτες μειώσεις που έχουν γίνει στο αγελαδινό γάλα, η Ελληνικά Γαλακτοκομεία είχε αναφέρει ότι η τιμή του πριν από περίπου 1,5 χρόνο, βρισκόταν στα επίπεδα των 0,38€/kg, ενώ τον Δεκέμβριο του 2022 έφτασε στα επίπεδα των 0,60€/Kg.
Δηλαδή αυξήθηκε κατά 53,8%. Στο μεταξύ, όμως, η κατανάλωση, μετά τις αυξήσεις των τιμών των τελικών προϊόντων με αγελαδινή πρώτη ύλη στα ράφια, μειώθηκε κατά τουλάχιστον 9% (με βάση τα στοιχεία από τη NielsenIQ), και η μείωση των όγκων συνεχίζεται και μάλιστα με ακόμα μεγαλύτερους ρυθμούς.
Σε ό,τι αφορά τις ευρωπαϊκές τιμές του γάλακτος, συνεχίζει, και συγκεκριμένα τις τιμές της Γερμανίας που αποτελεί την πρώτη χώρα σε παραγωγή αγελαδινού γάλακτος στην ΕΕ, και συνεπώς τον μεγαλύτερο εξαγωγό γάλακτος, σύμφωνα με την ΕΓ αυτές έχουν μειωθεί σε ποσοστά που αγγίζουν το 65%, όπως προκύπτει και από το Raw Milk Vesper.
Λόγω αυτού, εξηγεί, τα τυροκομικά παραγωγής της Γερμανίας αλλά και των λοιπών χωρών της Δυτικής Ευρώπης εισάγονται στην Ελλάδα σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν μεγάλα αποθέματα τυριών και λοιπών τυροκομικών στις ελληνικές γαλακτοβιομηχανίες.
Διευκρίνισε ότι επιθυμία της είναι οι συνεργάτες παραγωγοί να γνωρίζουν κάθε διακύμανση στην αγορά του γάλακτος - και πρωτίστως τις τρέχουσες τιμές - και γι' αυτό τους ενημέρωσε για την τρέχουσα κατάσταση και τις προβλέψεις του Ομίλου για τους επόμενους μήνες.
«Όπως, λοιπόν, κατά τη διάρκεια του έτους η αγορά έδωσε αυξήσεις 54% στην τιμή του αγελαδινού γάλακτος, έτσι, η ίδια αγορά, φέρνει τώρα μείωση στις τιμές με βάση τη ζήτηση και τα αδιάθετα αποθέματα».
►Διαβάστε επίσης: Βίκος: Με «όχημα» την Pink Grapefruit Soda διεκδικεί μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς στα αναψυκτικά
Τα αναψυκτικά
Πριν από λίγες ημέρες η διοίκηση της Coca-Cola HBC AG ανέφερε ότι περιμένει συνέχιση των ανατιμήσεων και το 2023, καθώς το κόστος των πωληθέντων εκτιμάται ότι θα αυξηθεί ανά κιβώτιο, λόγω των υψηλών τιμών στην ενέργεια, στις πρώτες και δεύτερες ύλες, κατά 10%-13%.
Αναλυτές εκτιμούν πάντως ότι η δυνατότητα που έχει η πολυεθνική να αυξάνει τις τιμές της χωρίς να έχει σημαντική επίπτωση στους όγκους πωλήσεων στον τομέα των αναψυκτικών τύπου cola αποδίδεται σε ένα de facto δυοπώλιο που υπάρχει στις περισσότερες αγορές όπως με μόνο την Pepsico ως σοβαρό ανταγωνιστή, οι καταναλωτές έχουν ελάχιστες εναλλακτικές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και η Pepsico, μόνο το δ’ τρίμηνο του 2022 προχώρησε σε μέσες ανατιμήσεις της τάξης του 16% με τους όγκους να υποχωρούν μόλις κατά 2%. Η διοίκηση της Pepsico μάλιστα σχεδιάζει για φέτος να ενισχύσει τη “διαχείριση εσόδων” της, κάτι που - συνήθως - σημαίνει αύξηση των τιμών, με βάση τις προβλέψεις ότι η πληθωριστική πίεση θα συνεχιστεί το 2023
Ο γενικός διευθυντής της ΕΨΑ, Μιχάλης Τσαούτος ανέφερε πρόσφατα στην «Ημερησία» ότι, οι ανατιμήσεις που πέρασε η εταιρεία ήταν πολύ χαμηλότερες σε σχέση με την αύξηση στα κόστη.
«Όταν η τιμή της ζάχαρης βρέθηκε από τα 500 ευρώ/ τόνο στα επίπεδα των 1.000-1.200 ευρώ, όταν η τιμή του ρεύματος παραμένει 3-4 φορές και του φυσικού αερίου 7-8 φορές υψηλότερη σε σχέση με τα επίπεδα προ κρίσης και όταν η τιμή μιας βασικής πρώτης ύλης για εμάς (του γυαλιού) εξακολουθεί να βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, οι αυξήσεις που περάσαμε στο ράφι δεν είναι ικανές για να προστατέψουν την κερδοφορία μας», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Η κατηγορία της Μπύρας
Στην κατηγορία της Μπύρας, ο Σοφοκλής Παναγιώτου, πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Ζυθοποιών, στο περιθώριο εκδήλωσης για τη θέσπιση του «Σήματος Επισκέψιμου Ζυθοποιείου», στάθηκε στο θέμα του κόστους το οποίο αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε νέες ανατιμήσεις.
Όπως εκτίμησε ο κ. Παναγιώτου, μεσοσταθμικά θα υπάρξει μια αύξηση 8%-15% στις τιμές των προϊόντων το 2023, όταν το 2022 οι αυξήσεις διαμορφώθηκαν στο 5-6%.
Ο ίδιος χαρακτήρισε τις αυξήσεις «πολύ συγκρατημένες», συγκριτικά με την αύξηση - ακόμη και 100% - που καταγράφεται σε ορισμένες πρώτες ύλες. Ενδεικτικά, έκανε λόγο για αύξηση του κόστους κατά 80%-100% στο κομμάτι των φιαλών.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι εκτιμήσεις του Αλέξανδρου Δανιηλίδη, διευθύνοντος συμβούλου της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, ο οποίος ανέφερε ότι οι ανατιμήσεις που προχώρησε η εταιρεία διαμορφώθηκαν πέρυσι στο 5% κατά μέσο όρο, ενώ για το 2023 αναμένονται νέες ανατιμήσεις έως 9%.
Θυμίζουμε ότι πριν από μερικές ημέρες ο CFO της Heineken (μητρικής της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας) Ηarold van den Broek, υποστήριξε ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται καθώς για το 2023 αναμένει περαιτέρω αύξηση του κόστους (σε πρώτες ύλες & ενέργεια) κατά 16%-19% ανά εκατόλιτρο. Πρόσθεσε ότι καθώς ο όμιλος αγοράζει πρώτες ύλες και ενέργεια ένα χρόνο πριν, θα “αισθανθεί” τις αυξημένες ενεργειακές τιμές του 2022 κατά τη φετινή χρονιά.
Και ο CEO της Carlsberg, Cees’t Hart σημείωσε ότι και φέτος ο όμιλος θα προχωρήσει σε ανατιμήσεις σε υψηλό μονοψήφιο ποσοστό για να καλύψει τα συνεχώς αυξανόμενα κόστη.
►Διαβάστε επίσης: Αθηναϊκή Ζυθοποιία: Γιατί πουλάει το νερό Ιόλη - Τα σχέδια της Sterner Stenhus
Το κρασί
Το 70% των οινοπαραγωγών αυξάνει τις τιμές εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων, επισημάνθηκε στο νέο Business Report που παρουσιάστηκε από το Πανεπιστήμιο του Geisenheim για την εμπορική έκθεση Prowein.
Για το 85% των ερωτηθέντων, το αυξανόμενο κόστος (ενέργεια, γυαλί, χαρτί κ.λπ.) κατατάχθηκε στην κορυφή των παραγόντων που είναι πιθανό να επηρεάσουν περισσότερο τον κλάδο.
Ακολουθούν προβλήματα που προκαλούνται από την εφοδιαστική αλυσίδα (66%) και την οικονομική κρίση (55%). Αν και το ενεργειακό κόστος επηρεάζει σημαντικά ή πολύ σημαντικά τα δύο τρίτα των οινοπαραγωγών, τουλάχιστον οι προοπτικές για διακοπές ρεύματος είναι απομακρυσμένες. Για να αντισταθμίσουν αυτές τις αυξήσεις κόστους, σχεδόν το 70% των οινοπαραγωγών αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων τους. Το 59% προχωρούν σε κινήσεις εξοικονόμησης ενέργειας, με το 41% να επενδύει σε ΑΠΕ.
Διάφορα τρόφιμα
Η Mondelez, ο μεγαλύτερος παραγωγός snacks στον κόσμο, εμφάνισε καλύτερες καθαρές πωλήσεις παρά τις ανατιμήσεις που πέρασε στα προϊόντα, ωστόσο στην Ευρώπη η διοίκηση του ομίλου τόνισε ότι οι αυξήσεις που προχώρησε στις τιμές είχαν επίδραση στους όγκους πωλήσεων. Μάλιστα ξεκίνησε και τη φετινή χρονιά με ανατιμήσεις στην Ευρώπη προκαλώντας τις αντιδράσεις ορισμένων retailers.
Οι σημαντικές ανατιμήσεις που ανήλθαν κατά μέσο όρο σε 11,3% πέρυσι, αποτέλεσαν και την βασική αιτία για την οποία οι πωλήσεις σε όγκο της Unilever υποχώρησαν πέρυσι κατά 2,1%. Η Unilever δήλωσε ότι θα συνεχίσει να αυξάνει τις τιμές των απορρυπαντικών, των σαπουνιών και των συσκευασμένων τροφίμων της - ώστε να αντισταθμίσει το αυξανόμενο κόστος παραγωγής - καθώς και ότι θα χαλαρώσει τις αυξήσεις αυτές το β' εξάμηνο του 2023.
Η Nestle εμφάνισε μεν αυξημένες πωλήσεις για το σύνολο του 2022, ωστόσο η πραγματική εσωτερική ανάπτυξη -ένα μέτρο των όγκων πωλήσεων και των επιλογών των καταναλωτών- διαμορφώθηκε σε μόλις 0,1%, καθώς η εταιρεία αναγκάστηκε να αυξήσει τις τιμές της, προκειμένου να ανταπεξέλθει στα υψηλότερα κόστη.
Οι retailers ζητούν από τους προμηθευτές να μειώσουν τις τιμές
“Περιμένω από τους προμηθευτές να μειώσουν ξανά τις τιμές, τώρα που οι πρώτες ύλες γίνονται φθηνότερες”, ανέφερε στην τελευταία ενημέρωση αναλυτών και δημοσιογράφων ο Frans Muller, πρόεδρος και CEO της Ahold Delhaize (“μαμά” εταιρεία και της ΑΒ Βασιλόπουλος) προσθέτοντας ότι η Ahold Delhaize δεν πέρασε όλες τις αυξήσεις τιμών από τους προμηθευτές στους καταναλωτές”.
Τόνισε μεταξύ άλλων ότι το 2022 “βιώσαμε διψήφια επίπεδα πληθωρισμού που είχαμε να τα δούμε εδώ 40 χρόνια, μια ενεργειακή κρίση που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο και τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις της παγκόσμιας πανδημίας στις ζωές των ανθρώπων. Ο ρόλος μας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν σαφής: να διατηρήσουμε τις τιμές στο ράφι όσο το δυνατόν χαμηλότερα για να υποστηρίξουμε τους πελάτες μας και να κάνουμε τις επιλογές υγιεινής διατροφής προσιτές σε όλους”.
Να μειώσουν τις τιμές στα συσκευασμένα τρόφιμα, κάλεσε τους προμηθευτές και η αμερικανική Whole Foods. Ειδικότερα, όπως αναφέρει δημοσίευμα της Wall Street Journal, η εταιρεία η οποία ανήκει στην Amazon, ζήτησε από προμηθευτές της, κατά τη διάρκεια συνάντησης τον Δεκέμβριο, να μειώσουν τις τιμές τους, ώστε να μπορέσει να μειώσει και η ίδια τις δικές της τιμές. Καθώς οι προμηθευτές τροφίμων αύξησαν τις τιμές χονδρικής, επικαλούμενοι τα υψηλότερα έξοδα μεταφοράς, εργασίας και παραγωγής, οι retailers αναφέρουν ότι αναγκάζονται να μετακυλίουν αυτές τις αυξήσεις στους καταναλωτές.
Βάζει τέλος μετά τις περσινές ανατιμήσεις 15,2%;
Υπάρχουν βέβαια και εταιρείες, όπως η Kraft Heinz, η οποία μετά τις μεγάλες αυξήσεις πέρυσι οι οποίες διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο σε 15,2% οδηγώντας σε μείωση 4,8% στους όγκους, εκτιμά ότι οι τιμές άγγιξαν το…ταβάνι τους φοβούμενη και την περαιτέρω απώλεια μεριδίου από φθηνότερα εναλλακτικά προϊόντα. Χαρακτηριστικά ο CEO της πολυεθνικής, Miguel Patricio, δεν υπάρχει κάποιο πλάνο τη δεδομένη στιγμή για νέες ανατιμήσεις, παρότι παραδέχτηκε ότι οι τιμές στις πρώτες ύλες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!