Προβληματίζεται ο επιχειρηματικός κόσμος του Πειραιά για τις επιπτώσεις από τον πόλεμο των δασμών.
Όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή του το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς, «διανύει ημέρες υπολογισμών και επιχειρεί να ζυγίσει τις επιπτώσεις από τις πρώτες σοβαρές αψιμαχίες του εμπορικού πολέμου που πυροδότησε ο πρόεδρος των ΗΠΑ με τις δηλώσεις του για την ΕΕ μετά την επιβολή δασμών σε Καναδά, Μεξικό και Κίνα».
Αναλυτικά στην ανακοίνωση του ΕΒΕΠ αναφέρονται τα εξής:
Ο προβληματισμός εντείνεται, πλέον, σε όλες τις χώρες της ΕΕ-27 που βλέπουν τον μεγαλύτερό τους εμπορικό εταίρο να απομακρύνεται. Ένας εμπορικός πόλεμος θα φέρει τα πάνω κάτω στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα με πολλές «καραμπόλες» στο διεθνές εμπόριο, εφοδιαστική αλυσίδα, ποντοπόρο ναυτιλία, ευρωπαϊκά και ελληνικά διυλιστήρια. Σημείο αναφοράς είναι, επίσης, το λιμάνι του Πειραιά, που διαχειρίζεται η κινεζική Cosco, καθώς αποτελεί κύρια πύλη εισόδου για τα εισαγόμενα προϊόντα από τη Κίνα στην Ευρώπη, αλλά και εξόδου για ευρωπαϊκά προϊόντα με προορισμό τις διεθνείς αγορές.
Τα μέλη της ΔΣ του ΕΒΕΠ, αφού προχώρησαν σε μία πρώτη θεώρηση των επιπτώσεων στο εισαγωγικό, εξαγωγικό και διαμετακομιστικό εμπόριο της χώρας, καλούν τον Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη να διαφυλάξει την ουδετερότητα του εμπορικού λιμανιού του Πειραιά από τον «πόλεμο των δασμών».
Οι παραγωγικές τάξεις του πειραϊκού χώρου, και όλης της χώρας, διακατέχονται, ωστόσο, από έντονο προβληματισμό, καθώς δεν έχει ομαλοποιηθεί πλήρως το θέμα των διελεύσεων πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων από την Ερυθρά Θάλασσα και το Σουέζ, που θα οδηγούσε σε πτώση των ναύλων διαμετακόμισης και, άρα, θα «δικαιολογούσε» την απορρόφηση μέρους των δασμών, ώστε να μην φτάσουν στην τελική κατανάλωση.
Τούτου δοθέντος, η ανακοίνωση των επιπρόσθετων δασμών, ένθεν κακείθεν, πυροδοτεί έναν νέο εμπορικό πόλεμο, μετά από εκείνον που είχε ξεσπάσει το 2018, στην προηγούμενη θητεία Τράμπ.
Σε μία περίοδο όπου μια νέα περιδίνηση στις αγορές θα έσπρωχνε τις πληθωριστικές πιέσεις προς τα επάνω, τόσο η ευρωπαϊκή, όσο και η ελληνική οικονομία απεύχεται την κλιμάκωση «ανταλλαγής δασμών».
Η ΕΕ, εφόσον είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι οι χαμηλοί δασμοί προάγουν την ανάπτυξη και την οικονομική σταθερότητα, πρέπει να επιδείξει ενιαία στάση και να μην επιτρέπει σε αξιωματούχους της να προειδοποιούν πως η Ευρώπη θα απαντήσει με σθένος, εάν στοχοθετηθεί από άδικους δασμούς.
Με τον Αμερικανό πρόεδρο να έχει δηλώσει πως τα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, πολύ σύντομα, θα μπουν με τη σειρά τους στο στόχαστρο της πολιτικής αύξησης των δασμών, ίσως συνιστά μια «απειλή» η οποία, ωστόσο, επιδέχεται πολλών ερμηνειών ως προς το αποτέλεσμα που θα επιφέρουν στην ευρωπαϊκή οικονομία. 'Αλλωστε, και στο παρελθόν, το εμπόριο βρήκε τις «κερκόπορτες» για να ξεπεράσει τους «δασμολογικούς σκοπέλους», γεγονός που προκάλεσε «παράπλευρες» απώλειες και ωφέλειες, κάτι που στον Πειραιά είναι γνωστό.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν πρέπει, ωστόσο, να επιτρέψει να θεωρηθεί ο Πειραιάς, ως άλλη μια «κερκόπορτα» των κινεζικών εξαγωγών προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Είναι, μάλιστα, απορίας άξιο γιατί δεν έχει υπογραφεί από το υπουργείο Ναυτιλίας - εδώ και έναν χρόνο - η δημιουργία της λιμενικής πλατφόρμας, που θα εποπτεύεται και θα ελέγχεται αποκλειστικά από τις ελληνικές αρχές.
Επίσης, το ΕΒΕΠ ευελπιστεί ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υπερασπιστεί τις θαλάσσιες μεταφορές και δεν θα δεχτεί την επιβολή αυξήσεων στις λιμενικές υπηρεσίες. Σημειώνεται πως, άνω του 60%, είναι τα ελληνόκτητα πλοία στο σύνολο του ευρωπαϊκού στόλου που μεταφέρουν το 85% των προϊόντων που συνολικά εισάγονται στην ΕΕ.
Οι ελληνικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ ανήλθαν το 2024 περίπου στα 2,2 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές κυμαίνονται κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ με τη χώρα μας να έχει ένα πλεόνασμα εμπορικού ισοζυγίου. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί ότι η Αμερική είναι μια σημαντική αγορά για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις καταλαμβάνοντας την 5η θέση, αλλά με μόλις το 4,8% των συνολικών εξαγωγών μας.
Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι, στο σενάριο επιβολής δασμών 10% στα προϊόντα που εισάγει η Αμερική από τις χώρες της ΕΕ και κατ' επέκταση από την χώρα μας, τα ελληνικά προϊόντα θα πωλούνται 7% ακριβότερα στην αμερικανική αγορά. Συνεπώς, τα ελληνικά προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο και τα γαλακτοκομικά, θα είναι λιγότερα ανταγωνιστικά από ομοειδή που θα εισάγει η Αμερική από άλλη γείτονα μας χώρα.
Σύμφωνα με την μελέτη της ΕτΕ, η ελληνική οικονομία μπορεί να μην είναι άμεσα εκτεθειμένη στους δασμούς, αλλά το πλήγμα θα είναι έμμεσο από τις χώρες της ευρωζώνης που αποτελούν τον βασικό εμπορικό εταίρο μας και κυρίως η Γερμανία και Ιταλία που με τα μειωμένα έσοδα εξαγωγών τους ενδέχεται να επιφέρουν τον περιορισμό των εισαγωγών τους από την Ελλάδα. Αυτή η εξέλιξη θα έχει ως αποτέλεσμα το 2026, να περιορίσει 0,4% το ΑΕΠ και να μειώσει -1,7% τις συνολικές εξαγωγές μας, αναγκάζοντας τις ελληνικές επιχειρήσεις να βρουν διέξοδο σε αναζήτηση άλλων αγορών.
Στο τραπέζι των υπολογισμών το ΕΒΕΠ έχει θέσει και το θετικό σενάριο της μείωσης 10% της τιμής του πετρελαίου σε ισοτιμία ευρώ αν, βεβαίως, επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις για υποτίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ, που θα περιορίσει τις επιπτώσεις των δασμών στην ελληνική οικονομία κατά 50% και θα επηρεάσει το ΑΕΠ με -0,2%. Στο θέμα των υδρογονανθράκων, η Κίνα αποφάσισε να απαντήσει με επιβολή τελωνειακών δασμών ύψους 15% στο εισαγόμενο LNG από τις ΗΠΑ, πυροδοτώντας έναν αγώνα αποσύνδεσης του μεγαλύτερου αγοραστή και πωλητή καυσίμου στον κόσμο.
Όπως επισημαίνει το Bloomberg, είναι ανοικτό το ενδεχόμενο δομικής ανακατανομής των αγορών, μεταξύ των οποίων και η ελληνική, που σήμερα θεωρείται «πύλη εισόδου» υγροποιημένου αερίου για την ΕΕ από τη Ρεβυθούσα και την Αλεξανδρούπολη. Με το ενεργειακό κόστος να βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα των θεμάτων που απασχολούν τις παραγωγικές τάξεις, είναι προφανές ότι όλοι απεύχονται μία εκτίναξη των τιμών του LNG, καθώς θα πυροδοτηθεί ο ανταγωνισμός τιμών από άλλες αγορές, που θα θελήσουν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών προϊόντων, πέραν και πάνω των δασμών.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνει: «Ευχής έργο είναι να πρυτανεύσει η λογική στις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν για να αποφευχθεί ένας νέος κύκλος "οφθαλμός αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος" στον πρώτο για το 21ο αιώνα παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο. Οι ευπαθείς κλάδοι σε αυτή την "ανταλλαγή δασμών" είναι πολλοί και σημαντικοί, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η χαλυβουργία, τα χημικά και τα τρόφιμα. Στο επίκεντρο των δασμών μπαίνουν, επίσης, προϊόντα που είναι κομβικά, όπως το ορυκτά καύσιμα με πρωταγωνιστές το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αλλά και τα σπάνια μέταλλα με συγκεκριμένη προέλευση, όπως το γάλλιο, το γερμάνιο, το κοβάλτιο και το αντιμόνιο. Πρέπει λοιπόν να γίνει κατανοητό, ένθεν κακείθεν ότι, ποιο εύκολα αλλάζει ο προορισμός των εισαγωγών, παρά η προέλευση των εξαγωγών. Χωρίς να μπορούμε να υπολογίσουμε ακριβώς πόσο μπορεί να κοστίσουν οι δασμοί από τις ΗΠΑ, σίγουρα μπορούμε να γνωρίζουμε πως η πολιτική των δασμών είναι επιζήμια για το εμπόριο, τη παραγωγή και τους καταναλωτές σε Ελλάδα και Ευρώπη. Ωστόσο, στο Ε.Β.Ε.Π., πιστεύουμε πως, με μια ευρωπαϊκή πρόταση για μείωση των δασμών στις εισαγωγές αμερικανικών αυτοκινήτων στην ΕΕ και αύξηση της αγοράς LNG από τις ΗΠΑ, η κατάσταση στις διαπραγματεύσεις θα είναι διαχειρίσιμη.»