Στην αλλαγή των κανόνων για τις εταιρείες εξαγορών ειδικού σκοπού (special purpose acquisition companies ή SPACs) προχωρά το Χρηματιστήριο του Λονδίνου, στο πλαίσιο ευρύτερων μεταρρυθμίσεων για της ενίσχυση της ελκυστικότητας του citi μετά το Brexit. Ο υπουργός Οικονομικών, Ρίσι Σουνάκ, δήλωσε ότι η βρετανική κυβέρνηση θα δράσει γρήγορα αναφορικά με τις προτάσεις που περιλαμβάνονται σε μία κρατική έκθεση για την αναβάθμιση της εικόνας του Λονδίνου μεταξύ των επενδυτών.
Οπως μεταδίδει το Bloomberg, οι προτάσεις προβλέπουν κάποια άρση της προστασίας των επενδυτών για να προσελκυσθούν εταιρείες SPACs, οι οποίες έχουν κάνει θραύση στις ΗΠΑ. Το Λονδίνο απαιτεί από αυτές τις εταιρείες – που αναφέρονται συχνά ως κελύφη ρευστότητας ή εταιρείες λευκής επιταγής – να αναστείλουν τη διαπραγμάτευση των μετοχών τους μόλις βρουν εταιρεία για εξαγορά, προκειμένου να προστατεύσουν τους επενδυτές από απότομες αλλαγές στις τιμές μετά την επίτευξη της συμφωνίας.
«Ο κανόνας αναφορικά με την άρση των συναλλαγών θεωρείται ως αποτρεπτικός παράγοντας», σύμφωνα με την έκθεση που έχει συντάξει ο Jonathan Hill, ο οποίος διετέλεσε Επίτροπος της ΕΕ για χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Αντίθετα, ανέφερε η έκθεση, οι εποπτικές Αρχές θα πρέπει να επιτρέπουν τη διαπραγμάτευση, αλλά να εξηγούν αναλυτικά τα δικαιώματα των μετόχων να πληροφορηθούν για την όποια συμφωνία, την ψηφοφορία για την έγκρισή της και την απόσυρση των κεφαλαίων τους.
Το Λονδίνο θα μειώσει, επίσης, το ποσοστό των μετοχών που πρέπει να πουλήσει μία εταιρεία σε τρίτους για να εγγραφεί στο χρηματιστήριο. Το ποσοστό θα μειωθεί στο 15%, ενώ οι εταιρείες σήμερα πρέπει να πωλούν τουλάχιστον το 25% για premium listing.
Aλλες προτάσεις της έκθεσης προβλέπουν μία «πλήρη επανεξέταση» των ενημερωτικών φυλλαδίων που εκδίδουν οι εταιρείες για την εγγραφή τους. Ο διευθύνων σύμβουλος του LSE, David Schwimmer, καλωσόρισε τις προτάσεις. «Η συνέχιση της εξέλιξης του καθεστώτος εγγραφής εταιρειών είναι κρίσιμης σημασίας για την παροχή ευελιξίας σε εταιρείες που θέλουν να διαπραγματεύονται οι μετοχές τους στο Λονδίνο», είπε.
Η αλήθεια είναι ότι η φετινή χρονιά είναι πολύ καλή για το LSE όσον αφορά τις νέες εγγραφές εταιρειών. Ηδη έχουν γίνει δημόσιες εγγραφές, συνολικού ύψους 3,3 δισ. στερλινών, που είναι το υψηλότερο ποσό από το 2006 για αυτό το διάστημα του έτους.
Ωστόσο, το citi δεν συμμετείχε στην έκρηξη των SPACs που σαρώνουν την Wall Street και αλλού, με το ποσό των 83 δισ. δολαρίων να έχει αντληθεί μόνο πέρυσι. «Υπάρχει μία γενική αίσθηση ότι, μετά από μία μακρά περίοδο, που συνδέεται με το Brexit, που το Λονδίνο και η αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του βρέθηκαν σε θέση άμυνας, υπάρχει τώρα ευκαιρία για όλο το σύστημα – περιλαμβανομένων των πολιτικών και των εποπτικών Αρχών – να ενισχύσουν τη θέση μας ως βασικού παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κέντρου», σημείωσε ο Hill.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!