Σχεδόν καθημερινά ακούμε στις ειδήσεις ότι διατηρητέο κτίσμα, συνήθως στο κέντρο της Αθήνας ή του Πειραιά, έπιασε φωτιά, ή όπως πρόσφατα έγινε γνωστό, έπεσε ένα μπαλκόνι, ευτυχώς χωρίς να υπάρξουν θύματα.
Τα γεγονότα αυτά, αλλά και άλλα αντίστοιχα ανά την χώρα, τα συνδέει ένα αόρατο νήμα που θα μπορούσε να συνοψιστεί στον χαρακτηρισμό και τη μετέπειτα εγκατάλειψη, κτισμάτων, ως διατηρητέων ή νεότερων μνημείων.
Ο σκοπός της πολιτείας ήταν να διασωθεί η αρχιτεκτονική κληρονομιά, είτε σε αστικές περιοχές, είτε σε παραδοσιακούς ή μη οικισμούς και μαζί με αυτή, να διατηρηθούν πολιτιστικές αξίες και μαρτυρίες της συνέχειας και της ιστορικότητας των τόπων. Αυτό κρίθηκε αναγκαίο για να περισωθεί, ότι ήταν δυνατό από το γκρέμισμα και την αντιπαροχή, που αποτέλεσε την κύρια πρακτική παραγωγής κατοικίας στις δεκαετίες από το 1950 έως και το 1970.
Ήταν μια επιτυχημένη πολιτική; Ναι αρχικά, αλλά θα έπρεπε να συνεχιστεί με τα επόμενα βήματα που δεν έγιναν, με αποτέλεσμα για πολλά από αυτά τα κτίρια να μην έχουν προχωρήσει εργασίες ανακατασκευής. Έτσι χάσκουν μισογκρεμισμένα – και ακόμη διατηρώντας στοιχεία της αρχικής τους ομορφιάς- δίνοντας την ανεπίτρεπτη εικόνα βομβαρδισμένου τοπίου στις πόλεις. Για τον λόγο αυτό, έχουν πυκνώσει οι φωνές για την κατεδάφισή τους, αφού καθίστανται επικίνδυνα όντας ετοιμόρροπα, ενώ βέβαια είναι ευάλωτα στις καιρικές συνθήκες, σε σεισμό ή σε πυρκαγιά.
Το Σύνταγμα μας, στο άρθρο 24 προβλέπει στην παράγραφο 1 ότι «η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας». Επίσης στην παράγραφο 6 αναφέρεται: «Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών».
Ταυτόχρονα, η Διεθνής Σύμβαση της Γρανάδας για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2039/1992 (Α΄ 61), δεσμεύει τα συμβαλλόμενα κράτη να «υιοθετήσουν πολιτική ολοκληρωμένης προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς».
Στην Ελλάδα δύο είναι οι κύριοι φορείς χαρακτηρισμού αυτών των ακινήτων: Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που τα χαρακτηρίζει ως διατηρητέα και το Υπουργείο Πολιτισμού, που τα χαρακτηρίζει ως νεότερα μνημεία δηλαδή πολιτιστικά αγαθά, μεταγενέστερα του 1830, των οποίων η προστασία επιβάλλεται λόγω της ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΠΟ, έχουν κηρυχθεί ως νεότερα μνημεία από το Υπουργείο Πολιτισμού περίπου 5.549 αστικά ακίνητα, 3.306 από τα οποία είναι ιδιωτικά και τα υπόλοιπα 2.243 ανήκουν στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ, Ταμεία, Νομικά Πρόσωπα, ενώ σημαντικός είναι και ο αριθμός των κληροδοτημάτων που διέπονται από ειδικούς όρους για την αξιοποίησή τους.
Με βάση τα δεδομένα στην ιστοσελίδα estia.minenv.gr, του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που περιέχει τα χαρακτηρισμένα διατηρητέα κτίρια και τους παραδοσιακούς οικισμούς, μεγάλο μέρος των διατηρητέων κτιρίων της χώρας βρίσκεται στους Δήμους Αθηναίων και Πειραιά, ενώ ολόκληροι οικισμοί έχουν χαρακτηριστεί ως παραδοσιακοί.
Υπάρχουν ακίνητα που περιλαμβάνονται και στις δύο βάσεις, είναι δηλαδή κηρυγμένα ως διατηρητέα και νεότερα μνημεία.
Δεν υπάρχει διασύνδεση και επικοινωνία μεταξύ των φορέων αυτών, αλλά και εκείνων που γνωμοδοτούν και εγκρίνουν τις παρεμβάσεις στα χαρακτηρισμένα ακίνητα, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στις αδειοδοτήσεις και αυξημένο κόστος που ούτως ή άλλως συνεπάγεται η ανακατασκευή ενός τέτοιου ακινήτου.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία ο ιδιοκτήτης ενός τέτοιου ακινήτου δικαιούται μεταφοράς συντελεστή δόμησης. Η διάταξη αυτή δεν έχει λειτουργήσει και η εφαρμογή της, αν υπάρξει, σίγουρα δεν θα έχει άμεσα αποτελέσματα.
Στον Νόμο 3028 του 2002, αναγνωρίζεται επίσης το δικαίωμα επιχορήγησης ή και παροχής άλλων οικονομικών κινήτρων με βάση Προεδρικό Διάταγμα, που δεν έχει ακόμη - εικοσιτρία χρόνια μετά – εκδοθεί.
Από νομολογία επίσης του ΣτΕ, προβλέπεται η «υπό προϋποθέσεις συμμετοχή του Δημοσίου ή του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις δαπάνες αποκατάστασης όταν αυτές υπερβαίνουν το εύλογο όριο» (πρβλ. Σ.τ.Ε. 85/2016 κ.ά.).
Από τα παραπάνω, γίνεται φανερή η ανάγκη ανάληψης συντονισμένης δράσης με βάση μία συγκροτημένη πολιτική. Στοιχεία εφαρμογής αυτής της πολιτικής θα πρέπει να είναι:
1) Θεσμικά μέτρα: Απλοποίηση του θεσμικού πλαισίου και των εγκρίσεων των μελετών αποκατάστασης και επανάχρησης. Ρυθμίσεις για την επίσπευση των εσωτερικών διαδικασιών δημοσίων φορέων, Ταμείων και Κληροδοτημάτων. Άμεση έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος του προβλέπεται στο Ν. 3028/2002.
2) Αδειοδοτήσεις: Δημιουργία υπηρεσίας μίας στάσης για τα δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια που χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα ή/και νεώτερα μνημεία, σε συνεργασία των Υπουργείων Περιβάλλοντος και Πολιτισμού και των ΟΤΑ.
3) Για τα κτίρια ιδιοκτησίας Δημοσίου, ΟΤΑ, Ταμείων, Κληροδοτήματα: Οι φορείς αυτοί να θέσουν σε προτεραιότητα την αξιοποίηση των συγκεκριμένων ακινήτων, είτε μόνοι είτε σε συνεργασία με ιδιώτες, προωθώντας άμεσα τις μελέτες και τις σχετικές αδειοδοτήσεις.
4) Για τα ιδιωτικά κτίρια: Θέσπιση προγράμματος τύπου ‘Εξοικονομώ’ με επιδότηση μέχρι το 50% του κόστους.
5) Χρηματοδοτήσεις: Αξιοποίηση πόρων του ΕΣΠΑ, νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, χαμηλότοκων δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Έως τώρα έχει προκηρυχθεί το πρόγραμμα ΔΙΑΤΗΡΩ του Δημοσίου Τομέα το οποίο με όμως αφορά μόνο 19 κτίρια δημοσίων φορέων σε τέσσερις περιφέρειες της χώρας, ενώ το πρόγραμμα ΔΙΑΤΗΡΩ για τον ιδιωτικό τομέα ήταν σε διαβούλευση , έχοντας εξαγγελθεί πριν μερικά χρόνια.
Όμως εδώ χρειάζεται σθεναρή βούληση και κινήσεις κυρίως στη συνεννόηση των φορέων μεταξύ τους για τις αδειοδοτήσεις και βέβαια στην επιτάχυνση των διαδικασιών και την δέσμευση μεγαλύτερων ποσών ή και τη θεσμοθέτηση περισσότερων κινήτρων ώστε να ανατραπεί η σημερινή κατάσταση.
Η Τζούλια Τσαλίκη είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός, Χωροτάκτης, Γενική Γραμματέας Πανελλήνιου Συλλόγου Αρχιτεκτόνων ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ