Με αυξημένους ρυθμούς συνταξιοδότησης έκλεισε το 2024, προκαλώντας έντονες πιέσεις στις δαπάνες, αλλά και στην επίσπευση της εκκαθάρισης των εκκρεμών συντάξεων.
Σύμφωνα με τον διοικητή του ΕΦΚΑ, Αλέξανδρο Βαρβέρη, ο αριθμός των αιτήσεων κλείδωσε στις 201.000.
Ο αριθμός των αιτήσεων από το 2021 έως το 2023 ήταν επίσης αυξημένος και συνολικά υπολογίζεται ότι μέσα στην τριετία υποβλήθηκαν περισσότερες από 600.000 αιτήσεις συνταξιοδότησης.
Η μεγαλύτερη έξοδος των τελευταίων ετών σημειώθηκε το 2021 (212.151 αιτήσεις) έναντι 211.133 το 2022 και 190.388 το 2023.
Την προηγούμενη δεκαετία, κύματα μαζικής συνταξιοδότησης είχαν καταγραφεί το 2010, όταν επιβλήθηκε από το πρώτο μνημόνιο αύξηση των ορίων ηλικίας (135.000 αιτήσεις), αλλά και την περίοδο 1998-2006, όταν πραγματοποιήθηκαν οι μεγάλες εθελούσιες έξοδοι στον ΟΤΕ, στη ΔΕΗ και στις τράπεζες.
Οι αιτίες της μαζικής εξόδου
Το «κλειδί» στη συνεχιζόμενη μαζική έξοδο πρέπει να αναζητηθεί σε διάφορες αιτίες, αλλά κυρίως στην ωρίμανση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος της γενιάς των baby boomers.
Η εν λόγω γενιά, που χαρακτηρίζεται από έκρηξη του αριθμού των γεννήσεων, αναπτύχθηκε στην Ελλάδα μεταξύ 1960 και 1965, πολύ αργότερα από την υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Οι Έλληνες, για να αρχίσουν να γεννούν, έπρεπε πρώτα να αφήσουν πίσω τις πληγές του Εμφυλίου και τη φτωχική δεκαετία του 1950.
Σε εκείνη την πενταετία, καταγράφονταν 170.000 γεννήσεις τον χρόνο, τη στιγμή που σήμερα οι γεννήσεις δεν ξεπερνούν τις 90.000 τον χρόνο.
Τι σημειώνει ο Β. Μπέτσης
Όπως μας εξηγεί ο διδάκτωρ του Παντείου, Βασίλης Μπέτσης, «σύμφωνα με έρευνα του 2016 (Ρομπόλης, Μπέτσης), η συνταξιοδότηση των baby boomers θα γίνει την περίοδο 2022–2029. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, ο ετήσιος ρυθμός συνταξιοδοτήσεων θα είναι διπλάσιος από ό,τι την περίοδο 2015–2022 (5% ετησίως).
Σε απόλυτους αριθμούς, είχαμε εκτιμήσει ότι θα συνταξιοδοτούνται περίπου 170.000 με 175.000 ασφαλισμένοι τον χρόνο.
Οπότε, το υπόλοιπο κομμάτι μέχρι τις 200.000–210.000 αιτήσεις, που εκτιμάται ότι θα υποβληθούν, οφείλεται σε άλλες αιτίες. Κυρίως, στο δικαίωμα για συνταξιοδότηση με ευνοϊκότερα όρια ηλικίας, τα οποία διατηρούν ακόμα χιλιάδες ασφαλισμένοι».
Οι ελεύθεροι επαγγελματίες
Όπως επισημαίνει στην «Η» ο πρώην υπουργός Εργασίας και σύμβουλος ασφάλισης, Γιώργος Κουτρουμάνης, «η διαφορά του 2024 σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια οφείλεται στους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι υποβάλλουν σωρηδόν αιτήσεις.
Με το νέο καθεστώς, μπορούν να συνεχίζουν να εργάζονται χωρίς να περικόπτεται η σύνταξή τους, συνθήκη που τους συμφέρει, καθώς δεν αγωνιούν μήπως απολυθούν, όπως οι μισθωτοί. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις βγαίνουν περισσότερο κερδισμένοι, εξαγοράζοντας 1-2 πλασματικά χρόνια, προκειμένου να φτάσουν τα 40 έτη ασφάλισης, αν βεβαίως έχουν συμπληρώσει τα 62 τους χρόνια».
Οι κύριες αιτίες της μαζικής συνταξιοδότησης
1. Πολλοί ασφαλισμένοι (πάνω από 200.000) υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδότησης εξακολουθώντας να εργάζονται χωρίς να περικόπτεται η σύνταξή τους.
2. Μια μερίδα ασφαλισμένων σπεύδει να συνταξιοδοτηθεί, ανησυχώντας για τη συζήτηση που άνοιξε για αύξηση των γενικών ορίων ηλικίας μετά το 2027, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής.
3. Από την άλλη πλευρά, περίπου 90.000 ασφαλισμένοι μπορούν να συνταξιοδοτηθούν και φέτος νωρίτερα από τα γενικά όρια ηλικίας, με πλήρη ή μειωμένη σύνταξη.
Τα ευνοϊκά όρια, δηλαδή συνταξιοδότηση πριν από τα 62, αφορούν κυρίως:
- Μητέρες ανηλίκων στον ιδιωτικό τομέα, το δημόσιο και τα πρώην ειδικά ταμεία.
- Γυναίκες ασφαλισμένες με το καθεστώς των Βαρέων και Ανθυγιεινών (ΒΑΕ), οι οποίες μπορούν να αποχωρήσουν νωρίτερα τα επόμενα χρόνια, εφόσον έχουν ήδη θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα τη διετία 2010–2012.
Υπενθυμίζεται ότι η περίοδος των μεταβατικών ορίων ηλικίας εξέπνευσε στις 31/12/2021.
Μετά το 2022, υπάρχουν μόνο δύο επιλογές:
- Για πλήρη σύνταξη, τα όρια ηλικίας καθορίζονται στο 62ο έτος (με 40 έτη ή 12.000 ημέρες ασφάλισης) ή στο 67ο έτος (με 15ετία ή 4.500 ημερομίσθια ασφάλισης).
- Για μειωμένη σύνταξη, το όριο είναι 62 ετών με 4.500 ημέρες ασφάλισης.
4. Πολλοί ασφαλισμένοι με θεμελιωμένα δικαιώματα αποφάσισαν να αποχωρήσουν το 2024 για να κερδίσουν 10-50 ευρώ στην ανταποδοτική τους σύνταξη.
Αυτό οφείλεται:
- Στην αύξηση κατά 3,5% του μισθού ή των εισφορών (αν πρόκειται για επαγγελματίες), βάσει των οποίων θα υπολογιστεί η ανταποδοτική σύνταξη.
- Στα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης, λόγω της αύξησης του χρόνου ασφάλισης που θα έχουν συμπληρώσει εντός του 2024.