Η κατά γενική ομολογία θετική αποτύπωση στη συνείδηση της κοινής γνώμης, που κατάφερε να καταγράψει το ΠΑΣΟΚ με το ντιμπέιτ των έξι υποψηφίων για την ηγεσία του, είναι αντικειμενικά εξαιρετικής αξίας κέρδος για το κόμμα που πέρασε από «χίλια, μύρια κύματα» και τώρα φιλοδοξεί να επανακάμψει, αρχικά ως αξιόπιστη αντιπολίτευση απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και στη συνέχεια ως διεκδικητής της εξουσίας.
Έως τότε, βέβαια, θα χυθεί πολύ νερό στο μύλο των πολιτικών μας πραγμάτων, κάτι που προσπαθούν να το επισημάνουν οι ρεαλιστές της Χαριλάου Τρικούπη προς τους υπεραισιόδοξους. Στην παρούσα φάση τα βλέμματα όλων στρέφονται στην επόμενη Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, οπότε θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος γύρος των εκλογών για την ηγεσία του κινήματος, δηλαδή οι έξι διεκδικητές θα γίνουν δυο.
Δυο παράγοντες είναι αυτοί που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον όσων παρακολουθούν και πάλι συστηματικά τις εξελίξεις στο τρίτο κόμμα του ελληνικού Κοινοβουλίου: Ο πρώτος είναι ο αριθμός όσων θα προσέλθουν και θα ψηφίσουν σε επτά ημέρες από σήμερα. Ο Νίκος Ανδρουλάκης εξελέγη από ένα εκλογικό σώμα 270.000 και μάλιστα αυτός ο πολύ μεγάλος (για το μέγεθος του ΠΑΣΟΚ πριν από δυόμιση χρόνια) αποτέλεσε ισχυρό πολιτικό επιχείρημα της ηγεσίας αλλά και των στελεχών του, κάτω από το σύνθημα «το ΠΑΣΟΚ επιστρέφει».
Σήμερα, η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει και δημοσκοπικά να δείχνει μια άνοδο του ΠΑΣΟΚ, που πλέον εμφανίζεται να φτάνει ή και να ξεπερνά το 15%. Αντίστοιχα, οι εκλογείς που θα προσέλθουν στις «πράσινες» κάλπες την επόμενη Κυριακή πρέπει, λένε στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη, να ξεπεράσουν τις 300.000, ώστε αυτή η «πολιτική επιστροφή» του ΠΑΣΟΚ να αποτυπωθεί, πέραν των δημοσκοπικών ερευνών, και στον καθαρό αριθμό των πολιτών που μετέχουν στη διαδικασία εκλογής προέδρου.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η κατανομή των δυνάμεων μεταξύ των έξι υποψηφίων. Κι εδώ οι δημοσκοπήσεις τείνουν να δημιουργήσουν μια εικόνα, αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουν τον «παρονομαστή», δηλαδή τον αριθμό του εκλογικού σώματος. Άπαντες συμφωνούν ότι άλλη θα είναι η κατανομή δυνάμεων στο «καλό σενάριο» που οι ψηφοφόροι θα ξεπεράσουν τις 300.000 κι άλλη στο «αρνητικό, αν δούμε 150.000- 200.000 να προσέρχονται στις κάλπες.
Άμεσο αποτέλεσμα είναι ότι δεν υπάρχουν φαβορί και αουτσάιντερ στη μάχη για την ηγεσία του κινήματος. Ασφαλώς κάποιοι υποψήφιοι διαθέτουν μηχανισμούς ισχυρότερους από κάποιους άλλους, αλλά σε ένα εκλογικό σώμα 300.000 τέτοια όπλα παίζουν μικρό ρόλο. Το ντιμπέιτ κατά γενική ομολογία δεν δημιούργησε κάνεναν «Μπάιντεν» δηλαδή δεν καταδίκασε κανέναν όπως τον σημερινό πρόεδρο των ΗΠΑ που αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την κούρσα, αλλά ούτε και ανέδειξε κάποιον ως φαβορί.
Με άλλα λόγια, κάθε υποψήφιος από τους έξι, έχει τα δυνατά του σημεία, αλλά και τα ασθενή. Ουσιαστικές ιδεολογικές διαφορές δεν καταγράφηκαν -κάτι που δεν βοηθά τους υποψηφίους, συντελεί όμως στην μετεκλογική ενότητα του κόμματος- ενώ οι επιμέρους διαχειριστικές διαφοροποιήσεις δεν δημιούργησαν από μόνες τους «κριτήριο ψήφου» στους εκλογείς της προσεχούς Κυριακής.
Συμπέρασμα: Η εβδομάδα που αρχίζει αύριο, είναι καθοριστική για το αποτέλεσμα της 6ης Οκτωβρίου. Οι τελικές κινήσεις των έξι υποψηφίων, οι κεντρικές τους ομιλίες, ο τρόπος δηλαδή που θα επιλέξουν να απευθυνθούν στους εκλογείς λίγο πριν το άνοιγμα της κάλπης, ίσως διαμορφώσουν τον τελικό καταμερισμό δυνάμεων που θα αποτυπωθεί το βράδυ της επόμενης Κυριακής. Σε κάθε περίπτωση, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται σήμερα ως η κύρια- αν όχι η μοναδική- πολιτική δύναμη που θα μπορούσε να σταθεί στο ορατό μέλλον απέναντι στη Νέα Δημοκρατία και τη σημερινή κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, συνεπώς το πρόσωπο που θα εκλεγεί στη θέση του/της προέδρου θα είναι ο παράγοντας που θα δώσει την ώθηση ώστε το ΠΑΣΟΚ να ξαναγίνει ένα μεγάλο κόμμα, ή θα το καταδικάσει να παραμείνει το κόμμα που γνωρίσαμε τα τελευταία 12 χρόνια.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!