Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ουκρανία και η ραγδαία αλλαγή της στάσης που τηρεί η Δύση έναντι της Ρωσίας αποτελούν μια τεράστια ευκαιρία για τη χώρα μας, προκειμένου να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Αυτή η διαπίστωση μεταβάλλεται με ταχείς ρυθμούς σε πολιτικό σχέδιο από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, δηλαδή τα στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου, τα αρμόδια υπουργεία και τους παράγοντες του χώρου που συνομιλούν με τον κ. Μητσοτάκη για το θέμα.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Η», αυτό το πολιτικό σχέδιο κινείται πάνω σε τρεις κεντρικούς άξονες: Πρώτον, η διακίνηση φυσικού αερίου από την Ελλάδα προς την υπόλοιπη Ευρώπη, δεύτερον, η αποθήκευση φυσικού αερίου σε ελληνικές περιοχές και, τρίτον, η αξιοποίηση των υδρογονανθράκων που βρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας.
1. Μεταφορά ενέργειας
Η Ελλάδα έκανε προ διετίας μια κεντρική επιλογή: Γνωρίζοντας ότι έως τουλάχιστον το 2050 η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρειάζεται φυσικό αέριο, αποφάσισε να επενδύσει σε αυτή την προοπτική. Ήδη σήμερα υπάρχει ο αγωγός ΤΑΡ που μεταφέρει αέριο μέσω Αδριατικής (πρόκειται για τον αγωγό που λειτουργεί μια υποδομή μεταφοράς φυσικού αερίου από τα ελληνοτουρκικά σύνορα έως τη Νότια Ιταλία, επιτρέποντας σε ενδιαφερόμενα μέρη να εμπορεύονται φυσικό αέριο σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες), ενώ προχωρεί και ο ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB με μήκος 182 χλμ., ο οποίος θα συνδέει την Κομοτηνή με τη Στάρα Ζαγόρα της Βουλγαρίας και στον οποίο προβλέπεται πρόσθετη εγκατάσταση ενός σταθμού συμπίεσης για να αυξήσει τη δυναμικότητά του.
Επίσης, σημαντικό στοιχείο για την μεταφορά ενέργειας μέσω της Ελλάδας προς την υπόλοιπη Ευρώπη αποτελεί η αναθέρμανση της ιδέας για τον αγωγό EastMed, μετά το non paper του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών που έγινε γνωστό στις αρχές του μήνα και που επαναφέρει ένα σχέδιο το οποίο μπορεί να αλλάξει καθοριστικά τις πηγές και τις διαδρομές εφοδιασμού με φυσικό αέριο της Ευρώπης, ενώ παράλληλα δημιουργεί, όπως λένε ειδικοί, τον νότιο ενεργειακό πόλο ως αντίβαρο στις διελεύσεις από Βορρά και αναδεικνύει την ανάπτυξη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου.
2. Αποθήκευση φυσικού αερίου
Παράλληλα με τα παραπάνω, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να προχωρήσει στην αναβάθμιση της Ρεβυθούσας, όπου υπάρχει τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με διπλό σκοπό: Από τη μια μεριά, να αυξηθεί η αποθηκευτική δυνατότητα και, από την άλλη, να αυξηθεί η τεχνική δυνατότητα αεριοποίησης υγροποιημένου αερίου. Η απόφαση θεωρείται ειλημμένη από την κυβέρνηση και οι εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας θα αποκτήσουν τέταρτη δεξαμενή αποθήκευσης LNG.
Παράγοντες που γνωρίζουν καλά τον συγκεκριμένο χώρο (όπως ο πρώην υπουργός Ενέργειας και συνομιλητής του Μεγάρου Μαξίμου για αυτά τα θέματα, Γιάννης Μανιάτης) υποστηρίζουν ότι εάν η χώρα μας αναπτύξει με ταχύτητα και σχεδιασμό τη διέλευση, την αποθήκευση και την παραγωγή φυσικού αερίου, τότε δεν είναι απίθανο να καταφέρει μέσα σε λίγα χρόνια να τροφοδοτεί την υπόλοιπη Ευρώπη με το ένα πέμπτο (20%) της συνολικής τροφοδοσίας που σήμερα παρέχει η Ρωσία στη Γηραιά Ήπειρο, συμβάλλοντας καθοριστικά στην απεξάρτηση της ΕΕ από τη ρωσική ενέργεια.
3. Αξιοποίηση υδρογονανθράκων εντός της ελληνικής επικράτειας
Ωστόσο για να συμβεί αυτό πρέπει να ξεπεραστούν πολλές παθογένειες που ταλανίζουν τη χώρα μας επί δεκαετίες, όπως π.χ. η εξαιρετικά αργή απονομή της Δικαιοσύνης. Για παράδειγμα, ενώ η περιβαλλοντική μελέτη για τα κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης είναι έτοιμη από το 2019, οι προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας κρατούν ακόμα και σήμερα το θέμα σε εκκρεμότητα -μετά από 4 αναβολές!- αποθαρρύνοντας τους επενδυτές, οι οποίοι ήδη εξετάζουν τη μεταφορά των κεφαλαίων τους σε άλλες χώρες με παρόμοιες δραστηριότητες. Αντίστοιχα θέματα υπάρχουν και στο Ιόνιο, με τα ΕΛΠΕ να αναζητούν νέο στρατηγικό εταίρο, αφού η ισπανική Repsol απέσυρε το ενδιαφέρον της.
Για το πραγματικό μέγεθος των κοιτασμάτων που βρίσκονται δυτικά και νότια της Κρήτης καθώς και στο Ιόνιο Πέλαγος, πρέπει πρώτα να πραγματοποιηθούν γεωτρήσεις ώστε να αποτυπωθεί με σχετική αξιοπιστία αυτό το μέγεθος. Πάντως επειδή υπάρχει προηγούμενη δραστηριότητα σε αυτές τις περιοχές, οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι η αξιοποίησή τους όχι μόνο θα καταστήσει ενεργειακά αυτάρκη την Ελλάδα (που χρειάζεται περίπου 6 bcm ετησίως, την ώρα που τα κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης εκτιμώνται σε περίπου 2.000 bcm) αλλά και θα δώσει τεράστια ώθηση στην προμήθεια ενέργειας από φυσικό αέριο στην υπόλοιπη Ευρώπη για τουλάχιστον τις τρεις επόμενες δεκαετίες, έως ότου προχωρήσει σε όλη την ήπειρο η πράσινη μετάβαση και η αξιοποίηση των ΑΠΕ (κυρίως της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας).
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!