Θριαμβευτικές είναι οι δημόσιες αναφορές της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού για την πορεία της οικονομίας. Εως και στην πιο πρόσφατη αντιπαράθεσή του με τον Αλέξη Τσίπρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε τη μεγάλη του αισιοδοξία για την ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία θα αποτελέσει τον πολιορκητικό κριό της Νέας Δημοκρατίας για τη ανανέωση της λαϊκής εντολής που θα διεκδικήσει στις επόμενες εκλογές.
Ωστόσο, στις κλειστές συσκέψεις στο Μέγαρο Μαξίμου, υπάρχει μια ανησυχία για το ενδεχόμενο παράγοντες που εκφεύγουν από τη δικαιοδοσία της κυβέρνησης να επιβραδύνουν ή και να ανασχέσουν τα αισιόδοξα σχέδια του Μαξίμου και του υπουργείου Οικονομικών.
Οι αστάθμητοι παράγοντες
Πρώτος παράγοντας είναι η εξέλιξη της πανδημίας και οι πιθανές επιβραδύνσεις της οικονομικής δραστηριότητας. Από την άνοιξη η κυβέρνηση περιμένει να τελειώσει αυτή η δύσκολη περίοδος, αλλά το τέταρτο κύμα αποδεικνύεται το πλέον επώδυνο, που δημιουργεί οικονομική επιβράδυνση με τις απαγορεύσεις πρόσβασης στα εμπορικά μαγαζιά των ανεμβολίαστων, σε μια περίοδο που θα έπρεπε η αγορά να δώσει το σύνθημα της δυναμικής ανάπτυξης.
Το χειρότερο είναι ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις της έχοντας ως σταθερά τον χρόνο υπέρβασης της πανδημίας, ενώ παράλληλα αυτή η αβεβαιότητα την πλήττει και στην καρδιά της ισχύος της, που είναι η αποτελεσματική διαχείριση των δυσκολιών οι οποίες ανέκυψαν.
Το υψηλό δημόσιο χρέος είναι επίσης ένα «βαρίδι» στις προσπάθειες της κυβέρνησης για οικονομική ανάπτυξη. Το Μαξίμου αντιλαμβάνεται ότι τόσο οι οίκοι αξιολόγησης, όσο και πολλοί υποψήφιοι επενδυτές αξιώσεων έχουν επιφυλάξεις βλέποντας το δημόσιο χρέος να έχει εκτοξευθεί πάνω από το 206%, με διαφορά το υψηλότερο στην Ευρώπη, καθώς η Πορτογαλία, που έχει το δεύτερο υψηλότερο, καταγράφει ποσοστό δημοσίου χρέους κάτω του 150%. Αυτό επισημάνθηκε με ρητό τρόπο και στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύθηκε στη 12η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας.
Παρά τα καλά λόγια της Έκθεσης, είναι σαφές -κι επισημαίνεται- ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται περισσότερες και μεγαλύτερες επενδύσεις για να ακολουθήσει αναπτυξιακή τροχιά διαρκείας. Ακόμα παρατηρούνται καθυστερήσεις και εμπόδια, εξ ου και το πρόσφατο νομοσχέδιο που πέρασε στη Βουλή για την (περαιτέρω) διευκόλυνση των επενδύσεων. Το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί ελπίδα για επιτάχυνση των επενδύσεων, αλλά έως τώρα παραμένει ελπίδα, όχι χειροπιαστή πραγματικότητα.
Τα κόκκινα δάνεια και η ανεργία
Πρόσθετο πρόβλημα αποτελούν τα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια» τα οποία, παρά το ότι έχουν μειωθεί σημαντικά τον τελευταίο καιρό, εξακολουθούν να βρίσκονται σε επίπεδα που δυσκολεύουν την απρόσκοπτη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος με όλα όσα αυτό σημαίνει για την αναπτυξιακή προσπάθεια της ελληνικής οικονομίας. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έρχεται να προστεθεί σαν «κερασάκι στην τούρτα» των προβλημάτων η ανεργία, που παραμένει σε υψηλά επίπεδα, παρά τη σχετική μείωσή της.
Το «κοκτέιλ» αυτό δημιουργεί σοβαρούς πονοκεφάλους στην κυβέρνηση αλλά και στην αγορά, όπως φαίνεται από τη ρηχότητα και τη στασιμότητα του ελληνικού χρηματιστηρίου.
Σε αυτά προστίθενται και συγκυριακά προβλήματα, όπως η οικονομική κρίση στην Τουρκία, μια χώρα με την οποία η Ελλάδα έχει θετικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, δηλαδή έχει περισσότερες εξαγωγές παρά εισαγωγές, συνεπώς επηρεάζεται σημαντικά από τη νέα κρίση στην οικονομία της γείτονος.
Παρ’ όλα αυτά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένει ότι μπορεί η οικονομία να αποτελέσει το μεγάλο του ατού στην προσπάθεια νέας εκλογικής επικράτησης το 2023.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν παράγοντες ανησυχίας, αλλά όχι ένα καταστροφικό σενάριο που καταδικάζει την οικονομία σε στασιμότητα. Η ΕΚΤ φαίνεται ότι θα συνεχίσει την εξαγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων ακόμα και μετά το τέλος του PEPP (ειδικό πρόγραμμα στήριξης λόγω κορονοϊού) μέσω ενός άλλου μεταβατικού προγράμματος, ενώ και οι οίκοι αξιολόγησης, παρά τους δισταγμούς τους, δεν κρύβουν πως η χώρα γίνεται όλο και φιλικότερη προς τις επενδύσεις και τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς.
Συνεπώς, εκτιμούν στην κυβέρνηση, οι δυσχέρειες μπορούν να είναι διαχειρίσιμες, άρα ως τώρα προκαλούν μόνο ανησυχία και όχι κάτι χειρότερο…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!