Δύο διαγραφές μελών των Κοινοβουλευτικών Ομάδων της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αποσοβήθηκαν στο «παρά ένα». Αν και οι λόγοι των παρ’ ολίγον διαγραφών ήταν τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους, ωστόσο, οδηγούν σε κοινά συμπεράσματα για το πώς ετοιμάζονται για τη μετωπική σύγκρουση τα δύο μεγάλα κόμματα, με το βλέμμα στις επόμενες εκλογές.
Στη Νέα Δημοκρατία είχε αρχικά αποφασιστεί η διαγραφή του Κωνσταντίνου Μπογδάνου μετά την εκ μέρους του δημοσιοποίηση ονομάτων νηπίων που ανήκουν σε οικογένειες αλλοδαπών. Πληροφορίες από το Μέγαρο Μαξίμου αναφέρουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξερράγη μόλις πληροφορήθηκε τα καθέκαστα και σε πρώτο χρόνο είχε αποφασίσει να τον θέσει εκτός Νέας Δημοκρατίας. Πριν από την ανακοίνωση, ωστόσο, υπήρξαν δεύτερες σκέψεις που τελικά επικράτησαν, με αποτέλεσμα ο βουλευτής Α’ Αθήνας να ενημερωθεί δημόσια από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ότι την επόμενη φορά θα διαβεί την πόρτα της εξόδου. Και επειδή ο κ. Οικονόμου το είπε δημόσια, στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, η τοποθέτηση υπέχει θέση δημόσιας δέσμευσης που δεν τίθεται σε συζήτηση.
►Παρέμβαση εισαγγελέα για τη λίστα νηπίων που δημοσίευσε ο Μπογδάνος
►«Αδειάζει» Μπογδάνο ο Οικονόμου: Ανάλογα λάθη δεν θα γίνονται ανεκτά στο μέλλον
Παρόμοια πορεία είχε και η υπόθεση της (μη) διαγραφής του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Στέλιου Κούλογλου. Μετά τις δηλώσεις του περί «ισοπαλίας Μητσοτάκη - Τσίπρα» στην παρουσία των δύο αρχηγών στη ΔΕΘ και την αναφορά σε πιθανή «προοδευτική κυβέρνηση» με επικεφαλής άλλο πρόσωπο, εκτός του Αλέξη Τσίπρα, σήμανε κόκκινος συναγερμός στην Κουμουνδούρου, και οι πρώτες σκέψεις ήταν να διαγραφεί ο ευρωβουλευτής. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση επικράτησαν δεύτερες σκέψεις, περίπου για τους ίδιους λόγους για τους οποίους δεν διεγράφη ο κ. Μπογδάνος από την κυβερνητική παράταξη.
Παρόμοιες οι ανάγκες
Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ στην παρούσα συγκυρία ισορροπούν πάνω σε μια λεπτή γραμμή: Από τη μια μεριά θέλουν να κρατήσουν το σύνολο των στελεχών τους εντός των «κομματικών τειχών» και από την άλλη δεν θέλουν να δίνουν στην κοινή γνώμη την εικόνα «χαλαρών συνομοσπονδιών», όπου ο καθένας λέει και κάνει ό,τι θέλει, στο όνομα της ατομικής ελευθερίας των βουλευτών. Και αυτό κυρίως για τρεις λόγους:
- Η μετωπική σύγκρουση των δύο που ήδη έχει αρχίσει από τη ΔΕΘ και θα διαρκέσει αδιάπτωτη ως τις επόμενες εκλογές πρέπει να δοθεί με το σύνολο του στελεχιακού δυναμικού των δύο κομμάτων. «Σε αυτή τη μάχη δεν περισσεύει κανείς» είναι μια αγαπημένη φράση τόσο του Κυριάκου Μητσοτάκη, όσο και του Αλέξη Τσίπρα. Γι' αυτό οι δύο ηγέτες εξαντλούν την επιείκειά τους σε κρούσματα όπως αυτά των κ. Μπογδάνου και Κούλογλου.
- Κατά κανόνα, ένας βουλευτής που διαγράφεται από ένα κόμμα κάνει δύο πράγματα. Πρώτον, γίνεται σφοδρός πολέμιος της ηγεσίας του κόμματος που τον εξεδίωξε και, δεύτερον, αναζητεί νέα κομματική στέγη με το βλέμμα στην επανεκλογή του. Και τα δύο αποτελούν αχρείαστους πονοκεφάλους για τους κ. Μητσοτάκη και Τσίπρα. Γι' αυτό τους προτιμούν μέσα, αντί για έξω. Ειδικότερα στην τωρινή συγκυρία, με τις επόμενες εκλογές να γίνονται με απλή αναλογική, ούτε ο πρωθυπουργός ούτε ο αρχηγός της αντιπολίτευσης θέλουν να κάνουν δώρο σε μικρότερα κόμματα μια βουλευτική έδρα.
- Ωστόσο, οι δύο επικεφαλής των μεγάλων κομμάτων εξίσου αποστρέφονται μια προβληματική εικόνα για την πολιτική ενότητα των κομμάτων τους. Οι δύο διεκδικητές της πρωθυπουργίας επιδιώκουν να φαίνονται ταυτόχρονα επιεικείς και μεγαλόθυμοι, όσο και αυστηροί εάν ένα κοινοβουλευτικό στέλεχος υπερβαίνει τα εσκαμμένα. «Αν η εικόνα του κόμματος δείχνει ότι ο αρχηγός δεν μπορεί να κάνει καλά τα στελέχη του, πώς θα πείσει ότι μπορεί να κάνει καλά τη χώρα;» έλεγε παλαιό κοινοβουλευτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας χθες στη Βουλή.
Αναμφίβολα, η ισορροπία των δύο πολιτικών αρχηγών μεταξύ της αυστηρότητας και της επιείκειας προς τους αντίστοιχους κοινοβουλευτικούς «στρατούς» θα έχει αρκετά ακόμα -και ίσως πολύ ενδιαφέροντα- επεισόδια ως τις εκλογές…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!