Παρά την καλή πορεία των τραπεζών της Ευρωζώνης, οι οποίες έχουν βελτιώσει την κεφαλαιακή θέση, την κερδοφορία και την ποιότητα του ενεργητικού τους, οι χρηματιστηριακές αποτιμήσεις τους παραμένουν πιεσμένες, με τον δείκτη τους ως προς τη λογιστική αξία (price-to-book ratio), να διαμορφώνεται στο 0,7.
Σε σημείωμα του στο Eurogroup της 8ης Νοεμβρίου για την κατάσταση του τραπεζικού τομέα, ο επικεφαλής της εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Αντρέα Ενρία, ανέφερε τρεις λόγους που εξηγούν γιατί συμβαίνει αυτό.
Οι επενδυτές, σημείωσε, θέλουν να καταλάβουν αν το σημερινό υψηλό επίπεδο κερδοφορίας είναι βιώσιμο, δεδομένων της σταδιακής επιδείνωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, της αναμενόμενης αύξησης στο κόστος χρηματοδότησής των τραπεζών και της μεγαλύτερης αβεβαιότητα αναφορικά με τη φορολόγηση των εσόδων τους. Στο πλαίσιο αυτό, το κόστος για την κατοχή μετοχικού κεφαλαίου (cost of equity) παραμένει πολύ υψηλό και εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από τη μέση απόδοσή του.
Διαβάστε επίσης: ΤτΕ: Η επενδυτική βαθμίδα αμβλύνει τους κινδύνους για τις τράπεζες
Αυξάνονται τα κόκκινα δάνεια
Ο πρώτος λόγος, σύμφωνα με τον Ενρία, είναι ότι ο πιστωτικός κίνδυνος παραμένει, στο τρέχον οικονομικό περιβάλλον, μία δυνητική απειλή για την κερδοφορία και παράλληλα πηγή ανησυχίας για τις εποπτικές Αρχές. Η σύσφιξη των πιστωτικών συνθηκών, η οποία εκπορεύεται κυρίως από τις αυξήσεις των επιτοκίων, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που σημειώνεται σε μεγάλα τμήματα της ΕΕ, αρχίζει να επηρεάζει την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών.
Τα στοιχεία για το α’ εξάμηνο του 2023 δείχνουν μία μικρή αύξηση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) των συστημικών τραπεζών, με αιχμή την αύξηση στους τομείς της καταναλωτικής πίστης και των εμπορικών ακινήτων. Επιπλέον, το ποσοστό των δανείων ΄που βρίσκονται σε αρχικό στάδιο καθυστέρησης αποπληρωμής (από 30 έως 90 ημέρες), διατηρεί την ανοδική τάση που έχει από τα μέσα του 2022, αν και συνεχίζει να είναι χαμηλότερο σε σχέση με τα προ της πανδημίας επίπεδα.
Αναφορικά με τα εμπορικά ακίνητα, οι ανησυχίες αφορούν στα δάνεια που αποπληρώνονται εξ ολοκλήρου στη λήξη τους, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλους κινδύνους αναχρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις που τα έχουν πάρει.
Διαβάστε επίσης: Ενρία: Οι τράπεζες πρέπει να λάβουν υπόψη ότι οι τιμές των ακινήτων θα μειωθούν περαιτέρω
Τα υψηλά περιθώρια επιτοκίου θα μειωθούν
Ο δεύτερος λόγος αβεβαιότητας είναι οι προοπτικές των περιθωρίων επιτοκίου που έχουν οι τράπεζες σε σχέση με τις προοπτικές κερδοφορίας τους. Συνολικά, η κερδοφορία των τραπεζών σήμερα φαίνεται υγιής, «κάτι που είναι καλοδεχούμενο μετά από χρόνια χαμηλών αποδόσεων στα ίδια κεφάλαια.
Η κερδοφορία αυτή οφείλεται εν πολλοίς στα αυξημένα περιθώρια επιτοκίου, στο πλαίσιο της αυστηρής νομισματικής πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ, με τις τράπεζες να αυξάνουν τα επιτόκια καταθέσεων πολύ λιγότερο απ’ ότι τα επιτόκια δανείων και επίσης λιγότερο σε σχέση με αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν.
Ωστόσο, ο Ενρία σημειώνει ότι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να στρέφονται από τις καταθέσεις όψεως προς τις καταθέσεις ταμιευτηρίου, αντιστρέφοντας την τάση της περιόδου των χαμηλών επιτοκίων. Κατά συνέπεια, προσθέτει, τα υψηλά περιθώρια επιτοκίου θα μειωθούν σταδιακά καθώς μάλιστα η μετακύλιση των επιτοκίων στους καταθέτες αναμένεται να επιταχυνθεί. Σε ποιο βαθμό θα συμβεί αυτό, θα εξαρτηθεί από τον βαθμό ανταγωνισμού στις εγχώριες τραπεζικές αγορές.
Διαβάστε επίσης: Τράπεζες: Αρχές Ιανουαρίου έρχεται ο «Hρακλής 3» - Πού θα κινηθούν οι κρατικές εγγυήσεις
Ανησυχία για έκτακτη φορολογία κερδών
Ο τρίτος λόγος αβεβαιότητας για τις τράπεζες αφορά τις ανησυχίες για πιθανές παρεμβάσεις από κυβερνήσεις στην κατεύθυνση έκτακτης φορολογίας των κερδών τους ή τον διοικητικό καθορισμό επιτοκίων. «Τέτοια μέτρα, τα οποία έχουν εφαρμοστεί σε ορισμένα κράτη-μέλη», μπορεί να προκαλέσουν πίεση στην κερδοφορία των τραπεζών, ενώ θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αντικίνητρα στην αύξηση των προβλέψεων για επισφάλειες και των κεφαλαιακών μαξιλαριών.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!