Τα υψηλά επιτόκια θα συνεχίσουν να ενισχύουν τα έσοδα από τόκους και το πρώτο τρίμηνο του 2024 – αν όχι και στη συνέχεια – επιτρέποντας στις ελληνικές τράπεζες να βελτιώνουν τα μεγέθη τους αξιοποιώντας παράλληλα το θετικό momentum της ελληνικής οικονομίας και τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που θα στηρίξει την πιστωτική επέκταση.
Τα υψηλά κέρδη επιτρέπουν στις ελληνικές τράπεζες να αντιμετωπίσουν τo ζήτημα του αναβαλλόμενου φόρου που επηρεάζει την ποιότητα των κεφαλαίων τους.
Όπως αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Μάιος 2023) η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών παραμένει χαμηλή καθώς τον Δεκέμβριο του 2022 οι οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTCs) ανέρχονταν σε 13,7 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 52% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων (από 59% το Δεκέμβριο του 2021)
Σε κάθε περίπτωση η αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ζητήματος απαιτεί υψηλή και μακροχρόνια κερδοφορία.
Ζήτημα οι αποχωρήσεις αξιόλογων στελεχών
Το έτερο ζήτημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες είναι αυτό του προσωπικού. Μετά το κλείσιμο καταστημάτων και τα αλλεπάλληλα προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου, τα οποία αξιοποιούσαν και εργαζόμενοι που δεν ήθελαν να «χάσουν» οι τράπεζες, ο κλάδος δεν είναι τόσο ελκυστικός όσο στο παρελθόν κυρίως για τα νέα στελέχη με καλές σπουδές κυρίως σε ότι αφορά τις αμοιβές αλλά και τα bonus και δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις επιχειρήσεις άλλων κλάδων. Έτσι, πριν από λίγους μήνες αποχώρησε από την Εθνική Τράπεζα η Φωτεινή Ιωάννου αφήνοντας της θέση της γενικής διευθύντριας διαχείρισης και πλέον είναι Chief of Staff του ομίλου Mytilineos.
Τη διεύθυνση οικονομικών υπηρεσιών της Intrakat ανέλαβε πριν από λίγες εβδομάδες o Kώστας Αδαμόπουλος αποχωρώντας από την Εθνική τράπεζα και τη θέση του επικεφαλής στρατηγικών συναλλαγών.
Στον τραπεζικό χώρο, αλλά εκτός συνόρων και ειδικότερο στο Ομάν συνεχίζει την καριέρα του ο Ιάκωβος Γιαννακλής, μετά από τρεις δεκαετίες στη Eurobank αφήνοντας τη θέση του γενικό διευθυντή Retail Banking. Οι πληροφορίες αναφέρουν μάλιστα ότι η προσφορά που δέχτηκε από την Bank Muscat δεν μπορούσε να την ανταγωνιστεί καμία τράπεζα στην Ελλάδα.
Πέρα βέβαια από τα υψηλόβαθμα στελέχη, η φυγή έμπειρου και αξιόλογου προσωπικού από το δίκτυο που συρρικνώνεται σε επίπεδο καταστημάτων καθιστά τις τράπεζες πιο απρόσωπες σε σχέση με το παρελθόν, παρά την ολοένα και μεγαλύτερη αξιοποίηση των ψηφιακών εργαλείων στην κατεύθυνση της προσωποιημένης εξυπηρέτησης.
10.000 λιγότεροι τραπεζικοί υπάλληλοι σε 4 χρόνια
Σημειώνεται ο αριθμός των τραπεζικών υπαλλήλων μειώθηκε από τους 39.383 το 2018 στους 29.341 το 2022, ενώ συνεχίζουν να μειώνονται και τα καταστήματα και από 1.981 μειώθηκαν στα 1.483 την ίδια περίοδο, ενώ τα ΑΤΜ αυξήθηκαν στα 5.927 από 5.594, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών. Βέβαια ένας πολύ σημαντικός αριθμός εργαζομένων συνέχισε την σταδιοδρομία του στις εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers) που σήμερα απασχολούν περισσότερους από 5.000 εργαζόμενους.
Σε κάθε περίπτωση τα καταστήματα πλέον είναι πολύ διαφορετικά σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Σήμερα το 30% των πελατών σήμερα επιλέγει μόνο τα ψηφιακά κανάλια, αλλά περίπου το 80% επιλέγει έναν συνδυασμό ψηφιακών και φυσικών καναλιών.
Ωστόσο, όπως είχε τονίσει πριν από μερικούς μήνες στο Φόρουμ των Δελφών ο Ανδρέας Αθανασόπουλος, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank και Group Chief Transformation Officer, Digital & Retail όσοι σπεύδουν να κλείσουν τα φυσικά καταστήματα και να κρατήσουν μόνο τα ψηφιακά κανάλια θα πρέπει να το ξανασκεφτούν «γιατί είναι βέβαιο ότι σε μερικά χρόνια θα εύχονταν να το είχαν πράξει διαφορετικά».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!