H αύξηση των επιτοκίων αποτέλεσε σημαντικό μοχλό αύξησης της κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών το 2022 και οι αναλυτές της αγοράς αναμένουν ότι η εξέλιξη αυτή θα συνεχισθεί και το 2023, τόνισε ο επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, σε σημερινή ομιλία του σε συνέδριο της Μπούντεσμπανκ.
Οριακή μείωση τραπεζικών κεφαλαίων
Σύμφωνα, μάλιστα, με ένα βασικό σενάριο που έχει επεξεργασθεί η ΕΚΤ, το οποίο προβλέπει σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, η αύξηση των επιτοκίων κατά 200 μονάδες βάσης (2 ποσοστιαίες μονάδες) θα έχει πιθανόν έναν συνολικά θετικό αντίκτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών σε έναν ορίζοντα τριετίας και μία μόνο οριακά αρνητική επίπτωση στην κεφαλαιακή επάρκειά τους.
Αύξηση των εσόδων από τόκους και συναλλαγές χαρτοφυλακίου
Η μείωση των κεφαλαίων τους θα προκύψει από απομείωση της αξίας του ενεργητικού τους, αλλά η κερδοφορία τους θα στηριχθεί, επειδή η ώθηση στα έσοδα από τόκους θα είναι μεγαλύτερη. Τα έσοδα από τόκους θα αυξάνονται καθώς τυπικά οι τράπεζες αυξάνουν περισσότερο τα επιτόκια χορηγήσεων από τα επιτόκια καταθέσεων.
Στην αύξηση της κερδοφορίας αναμένεται να συμβάλει και το καθαρό εισόδημά τους από συναλλαγές χαρτοφυλακίου καθώς οι όγκοι τους θα αυξηθούν.
«Αν και αυτό επιβεβαιώνει τις θετικές προσδοκίες της αγοράς για την τραπεζική κερδοφορία, υπάρχουν καλοί λόγοι να ζητήσουμε από τις τράπεζες να ενισχύσουν την εστίασή τους στην παρακολούθηση και διαχείριση του κινδύνου επιτοκίων», σημείωσε ο Ενρία, προειδοποιώντας ότι «αυτή είναι μία κρίσιμη στιγμή και πρέπει να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος».
Καμπανάκι για τα επιτόκια καταθέσεων
Ειδικότερα, ο Ενρία τόνισε ότι οι τράπεζες γνωρίζουν πως υπάρχουν δευτερογενείς συνέπειες και διαρθρωτικές αλλαγές κατά την πορεία αύξησης των επιτοκίων.
«Οι τράπεζες γνωρίζουν επίσης ότι η πίεση για αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων μπορεί να αυξηθεί καθώς θα αποσύρεται η μεγάλη νομισματική στήριξη και καθώς οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων θα μειώνονται και ο ανταγωνισμός της αγοράς για προσέλκυση καταθέσεων θα αυξάνεται.
Τέλος, αντιλαμβάνονται ότι οι προτιμήσεις των καταναλωτών μπορεί να αλλάξουν με τη στροφή από το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, οδηγώντας για παράδειγμα σε μεγαλύτερες αποπληρωμές δανείων και ταχύτερη ανάληψη καταθέσεων όψεως».
Ο Ενρία τόνισε, παράλληλα, ότι ένας σημαντικός αριθμός τραπεζών δεν έχει ένα κατάλληλα ορισμένο πλαίσιο αξιολόγησης των πιο σημαντικών δευτερογενών επιπτώσεων και διαρθρωτικών αλλαγών που συνοδεύουν τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!