Το θολό ενεργειακό τοπίο και οι επιπτώσεις στο κόστος ζωής και στο διαθέσιμο εισόδημα, και δευτερευόντως η αύξηση των επιτοκίων, δημιουργούν δεύτερες σκέψεις σε εκείνους που έχουν πρόθεση να αγοράσουν σπίτι με τραπεζική χρηματοδότηση, με τις τράπεζες να διατηρούν τους στόχους πιστωτικής επέκτασης, καθώς μέχρι τώρα έχουν πετύχει σχεδόν κατά το ήμισυ τους στόχους τους σε ό,τι αφορά τη στεγαστική πίστη επειδή τα επιτόκια ήταν χαμηλά και τα ενοίκια κινούνται ανοδικά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, τον Ιούνιο το υπόλοιπο των χρηματοδοτήσεων των στεγαστικών δανείων ήταν 32 δισ. ευρώ. Η αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης στα επιτόκια της ΕΚΤ από μόνη της -και όχι σε συνδυασμό με άλλα βάρη απόρροιας του πληθωρισμού- έχει επίπτωση που δεν ξεπερνά το 5% στη μηναία δόση για ένα δάνειο 100.000 ευρώ, 20ετούς διάρκειας και η δόση διαμορφώνεται πέριξ των 500 ευρώ.
Τι λένε τραπεζικές πηγές για το κόστος των δανείων
Όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές, ακόμα και σε ένα σενάριο αύξησης κατά 150 μονάδες βάσης -σενάριο που δεν φαντάζει απίθανο- η δόση των 500 ευρώ υπολογίζεται ότι δεν θα ξεφύγει πάνω από τα 600 ευρώ, κάνοντας τον αντίκτυπο διαχειρίσιμο τόσο από τους δανειολήπτες, όσο και από τις τράπεζες. Κι αυτό ισχύει κυρίως για τα νεότερα δάνεια που χορηγήθηκαν με πολύ μεγαλύτερη σύνεση -και αυστηρότητα- με βασικό κριτήριο η μηναία δόση να υπερβαίνει το 25%-30% του οικογενειακού εισοδήματος.
Βέβαια, αυτό που παραδέχονται τραπεζικά στελέχη είναι ότι μια αύξηση της τάξης του 10% στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος από τον Σεπτέμβριο και αντίστοιχη επιβάρυνση στο κόστος θέρμανσης από τον Οκτώβριο θα συμπιέσει ακόμα περισσότερο τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και τα 30 ευρώ ή 50 ευρώ επιβάρυνσης στις δόσεις των στεγαστικών για πολλά νοικοκυριά θα είναι ένας ακόμα «πονοκέφαλος».
Ποια δάνεια «κινδυνεύουν»
Το μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν τα ρυθμισμένα δάνεια και αυτά που είναι ενήμερα μετά «κόπων και βασάνων». Σύμφωνα με την Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητατας (ΤτΕ, Μάιος 2022), το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών στο τέλος του 2021 ήταν 31,9 δισ. ευρώ με το 10,4%, ήτοι 3,3 δισ. ευρώ, να είναι μη εξυπηρετούμενα. Από αυτά τα 3,3 δισ. ευρώ, τα μισά ήταν αβέβαιης είσπραξης, δηλαδή είτε ήταν εξυπηρετούμενα, είτε σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών. Τα υπόλοιπα ήταν σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών ή καταγγελμένα.
Σημειώνεται εξάλλου ότι η συνολική αξία των ανοιγμάτων που διαχειρίζονται οι εταιρείες διαχείρισης (servicers) για λογαριασμό των εταιρειών απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις ανέρχεται σε 85,6 δισ. ευρώ με στοιχεία Δεκεμβρίου 2021. Aπό αυτά το 23% αφορά τη στεγαστική πίστη.
Ενδεικτικό της αβεβαιότητας εκείνων που αποφασίζουν να κάνουν το βήμα για την απόκτηση κατοικίας είναι η σταθερή προτίμηση των δανειοληπτών στα στεγαστικά σταθερού επιτοκίου, ώστε να «προστατευθούν» από μια απότομη άνοδο των επιτοκίων. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι αναμένεται τα σταθερά επιτόκια να σκαρφαλώσουν στο 6% μέχρι το 2023. Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες δίνουν τη δυνατότητα να «γυρίσει» σήμερα ένα δάνειο από κυμαινόμενο σε σταθερό αλλά και αντιστρόφως στο μέλλον και εφόσον οι συνθήκες είναι ευνοϊκές.
Πάντως, πριν από μερικές ημέρες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, εκτίμησε ότι τα επιτόκια δεν θα ανέβουν πολύ και από το τέλος του 2023, ενδεχομένως και από τα μέσα της νέας χρονιάς, θα αρχίσουν να πέφτουν.
«Οι κεντρικές τράπεζες θα ανεβάσουν τα επιτόκια όσο ανεβαίνει ο πληθωρισμός, άντε το πολύ μέχρι το τέλος του ’23. Μετά θα αρχίσουμε να τα μειώνουμε. Ενδεχομένως και νωρίτερα. Αν μπει η παγκόσμια οικονομία και ειδικά η ευρωπαϊκή οικονομία σε ύφεση, από το ’23, μην εκπλαγείτε αν αρχίσουμε να έχουμε μειώσεις των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών από το ’23 και όχι αυξήσεις», ανέφερε ο Γιάννης Στουρνάρας και υπογράμμισε ότι «το γεγονός ότι έχουμε μια ενεργειακή κρίση είναι πάρα πολύ ανησυχητικό. Νομίζω το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αυτό. Ας το ξεπεράσουμε αυτό και τα υπόλοιπα τα βρίσκουμε».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!