Την πρόταση της ΤτΕ για τη δημιουργία της bad bank που θα αναλάβει τα «κόκκινα δάνεια» που υπάρχουν στο χαρτοφυλάκιο των τραπεζών αναμένεται να λάβουν εντός της ημέρας οι CEOs των τεσσάρων συστημικών τραπεζών.
Μάλιστα, όπως δήλωσε χθες ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, κατά τη διάρκεια κλειστής συνάντησης εργασίας, που διοργάνωσε η Ethos Group, πλέον η πρωτοβουλία για την προώθηση και την υλοποίηση της bad bank - ή Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού (AMC), όπως είναι η επίσημη ονομασία της - βρίσκεται στα στην πλευρά της κυβέρνησης και των τραπεζών, εκτιμώντας ότι θα μπορούσε να τεθεί σε λειτουργία, παράλληλα με το πρόγραμμα κρατικών εγγυήσεων «ΗΡΑΚΛΗΣ» μέσα στο 2021.
Ο διοικητής της ΤτΕ προσέθεσε ότι αντίστοιχες εταιρείες έχουν λειτουργήσει αποτελεσματικά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία), επισημαίνοντας ότι η Asset Management Company (AMC) θα αντιμετωπίσει ταυτόχρονα τις δύο σημαντικότερες προκλήσεις για τις ελληνικές τράπεζες:
- Tο υψηλό επίπεδο των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων
- Tο υψηλό ποσοστό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC) στα συνολικά κεφάλαια των τραπεζών με το ελάχιστο δυνατό κόστος για όλους τους εμπλεκομένους.
Αναφερόμενος στην λειτουργία των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων και πιστώσεων (servicers) ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος των ΝPEs, αλλά και στην εξυγίανση των επιχειρήσεων. Όπως ανέφερε, η αγορά που έχει δημιουργηθεί αγγίζει τα 90 δισ. ευρώ και σε αυτή μετέχουν 25 εταιρείες που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με το Νόμο 43534/2015, ενώ εκκρεμεί η έκδοση μίας ακόμη άδειας.
Από αυτές οι 14 έχουν ήδη αναλάβει τη διαχείριση κάποιου πακέτου μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ενδεικτικό του βαθμού συγκέντρωσης που χαρακτηρίζει την αγορά, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία που παρέθεσε ο διοικητής της ΤτΕ, αποτελεί το γεγονός ότι 7 από τις εταιρείες έχουν αναλάβει το 95% των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν διατεθεί από τις τράπεζες .
Συμμετέχοντας στην ίδια συνάντηση, ο Διευθύνων Σύμβουλος της doValue Greece και Πρόεδρος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, κ. Τάσος Πανούσης εστίασε από την πλευρά του στα προβλήματα που θα προκαλέσει στην αγορά των τιτλοποιήσεων η παρατεταμένη αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και πρότεινε να επεκταθεί το πρόγραμμα επιδότησης δανείων "ΓΕΦΥΡΑ" και στους Ελεύθερους Επαγγελματίες & Μικρές Επιχειρήσεις που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία.
Ο κ. Πανούσης τόνισε χαρακτηριστικά ότι η πολύμηνη αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης λόγω της πανδημίας δημιουργεί σημαντικό πρόβλημα στην προσπάθεια εξυγίανσης των ισολογισμών τους. Συγκεκριμένα, όπως τόνισε, επηρεάζεται αρνητικά ο ρυθμός των ανακτήσεων και των ρυθμίσεων, με ενδεχόμενο αρνητικό αντίκτυπο στις τιτλοποιήσεις που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και σε αυτές που προγραμματίζονται, μέρος των οποίων φέρει την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Για το ίδιο ζήτημα ο κ. Πανούσης τόνισε ότι η επανέναρξη των πλειστηριασμών δεν είναι αυτοσκοπός αφού στόχος των Εταιρειών Διαχείρισης είναι οι βιώσιμες ρυθμίσεις και οι συναινετικές λύσεις (amicable solutions) με τους δανειολήπτες.
Πρόσθεσε επίσης ότι μέσα στο 2020 οι Εταιρείες Διαχείρισης έχουν προχωρήσει -σε μη τραπεζικά χαρτοφυλάκια- ρυθμίσεις ύψους 2 δισ. ευρώ, σε πάνω από 70.000 δανειολήπτες, συμπεριλαμβάνοντας και λύσεις με αφέσεις χρέους.
Αναφορικά με τα νέα κόκκινα δάνεια που θα προκαλέσει η πανδημία, ο κ. Πανούσης εκτίμησε ότι θα είναι της τάξης των 7 - 8 δισ. ευρώ.
Στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα, 14 Δεκεμβρίου, η κεντρική τράπεζα έδινε μια σαφέστερη εικόνα για το πλαίσιο που έχει σχεδιάσει προκειμένου η εξυγίανση των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια να μην επιβαρύνει τους φορολογούμενους, κριτική που έχει ασκηθεί επίμονα στη λύση που προτείνει εδώ και πολλούς μήνες η κεντρική τράπεζα.
Όπως ανέφεραν τότε πηγές της ΤτΕ στο imerisia.gr, το σχέδιο της AMC προβλέπει τρεις τρόπους με τους οποίους θα αποζημιώνεται το Δημόσιο για τις εγγυήσεις που θα παρέχει στις τιτλοποιήσεις, προκειμένου αυτές να είναι ελκυστικές στην επενδυτική κοινότητα.
Συγκεκριμένα το Δημόσιο θα αποζημιώνεται:
- Με προμήθεια από τις τράπεζες έναντι των εγγυήσεων, οι οποίες βασίζονται στα ασφάλιστρα κινδύνου του ελληνικού χρέους (CDS), όπως ακριβώς συμβαίνει και με την έτερη λύση αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων «Ηρακλής». Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, τα fees αυτά διαμορφώνονται στα επίπεδα του 3,55, ωστόσο υπόκειται στη γενική οικονομική συγκυρία κατά τη στιγμή της ένταξης.
- Με ένα μέρος των τιτλοποιήσεων και συγκεκριμένα τους τίτλους junior, ή super junion στην περίπτωση της AMC, τους τίτλους δηλαδή με τη χαμηλότερη εξασφάλιση -κάτι που συμβαίνει επίσης στις τιτλοποιήσεις μέσω του «Ηρακλή» με τις τράπεζες να διακρατούν τη συγκεκριμένη κατηγορία.
- Με την προμήθεια «early entry fee» η οποία απαρτίζεται από δύο μέρη: την αναβαλλόμενη φορολογία (DTC), η οποία ουσιαστικά θα αντιλογίζεται (καθώς συνιστά υποχρέωση των τραπεζών προς το Δημόσιο) και με μετρητά. Σημειώνεται ότι για τα μεγάλα χαρτοφυλάκια NPEs, το DTC είναι προκαθορισμένο για κάθε χαρτοφυλάκιο, συνεπώς τα μετρητά αναλογούν σε ένα μικρό υπολειπόμενο μέρος της εν λόγω προμήθειας. Το ποσοστό των μετρητών θα καθορίζεται σύμφωνα με αλγόριθμο που αποτελεί αντικείμενο μελέτης από τους συμβούλους της ΤτΕ που εξειδικεύουν την πρόταση.