Νέα δεδομένα και μεγάλο κύκλο συζητήσεων, τόσο σε νομικά πλαίσια όσο και στην καθημερινότητα, έρχεται να φέρει αριθμός αποφάσεων δικαστηρίων που απορρίπτουν αιτήσεις υπαγωγής οφειλετών στον προστατευτικό νόμο των υπερχρεωμένων νοικοκυριών με αποδεικτικά στοιχεία αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μάλιστα είναι πλέον η πλειοψηφία των περιπτώσεων όπου προσκομίζονται στα δικαστήρια για ανταπόδειξη αναρτήσεις οφειλετών σε δημοφιλή μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook, το Instagram κ.λπ.
Οπως σημειώνει η δικηγόρος Νεφέλη - Ελπίδα Σωτηρόπουλου, που εξειδικεύεται σε υποθέσεις δανειοληπτών και αναγκαστικής εκτέλεσης: «Με τα ψηφιακά μέσα να έχουν εισβάλλει σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να έχουν εδραιωθεί σε όλους τους τομείς της ζωής μας είναι εξαιρετικά σημαντικό ο καθένας να γνωρίζει πόσο ευάλωτη είναι η καθημερινότητά του και πόσο σημαντικό το φιλτράρισμα πληροφοριών που διαθέτει εκεί έξω.
Ειδικότερα, η χρήση των ιδιαιτέρως δημοφιλών μέσων κοινωνικής δικτύωσης οδηγεί πολλές φορές στην ακουσία διάθεση πληροφοριών που αφορούν στην προσωπικότητα και στην καθημερινότητα όλων, τις περισσότερες φορές υπό την άγνοια της σημαντικότητας ως προς την διάθεση αλλά και του τρόπου που μπορούν αυτές να χρησιμοποιηθούν.
Στην προσπάθεια υπαγωγής σε μια τόσο σημαντική διαδικασία όσο η ρύθμιση οφειλών των υπερχρεωμένων, η οποία εμπλέκει και τη δικαστική διαδικασία, μια τέτοια διάθεση πληροφοριών κινδυνεύει να αποβεί ολέθρια για την λοιπή κοινωνικοοικονική ζωή του οφειλέτη που επιδιώκει τη δικαστική ρύθμιση, καθώς ήδη η δικαστηριακή πρακτική αλλά και η νομολογία δείχνουν ότι η χρήση των πληροφοριών αυτών είναι κάτι που δεν υποπτεύεται κάποιος κατά την ηλεκτρονική του πλοήγηση».
Απορρίπτονται αιτήσεις με αποδεικτικό υλικό από social media
Το ζήτημα έχει λάβει μεγάλες προεκτάσεις στις περιπτώσεις των οφειλετών / δανειοληπτών που προσπαθούν να κάνουν χρήση του Ν.3869/2010 περί ρύθμισης των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που προκαλούνται εντάσεις στα ακροατήρια για τη χρήση από πλευράς των τραπεζών τέτοιου είδους στοιχείων όταν οι οφειλέτες βλέπουν να προσκομίζονται τέτοιου είδους στοιχεία από την πλευρά των τραπεζών.
Σύμφωνα με την κ. Σωτηροπούλου: «Δεν είναι λίγες οι φορές που οι εκπρόσωποι των τραπεζών κατά την ακροαματική διαδικασία προσκομίζουν πληθώρα εκτυπώσεων από τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης των αιτούντων και των οικογενειών τους προσπαθώντας να αντικρούσουν τους ισχυρισμούς περί αδυναμίας εξόφλησης της οφειλής που προβάλουν οι αιτούντες πολίτες.
Έτσι ολοένα και περισσότερο τον τελευταίο καιρό, παρατηρείται να λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο ως αποδεικτικά μέσα οι δημόσιες αναρτήσεις των αιτούντων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μάλιστα το φαινόμενο των δικαστικών αποφάσεων που απορρίπτουν τις αιτήσεις οφειλετών λόγω «ατυχών» αναρτήσεων στα μέσα θεωρώντας αυτές νόμιμα αποδεικτικά μέσα, αφ ης στιγμής αναρτώνται σε δημόσια θέα, και αποτιμώνται ελεύθερα από την κρίση του Δικαστή, τείνει να επικρατήσει.
Δεδομένου ότι το σύστημα που ακολουθείται κατά την εκδίκαση των υποθέσεων ιδιωτικών διαφορών, είναι το ανακριτικό, το δικαστήριο δύναται να συγκεντρώνει το αποδεικτικό υλικό και να καταλήγει μέσω αυτού στην εξακρίβωση των αληθινών περιστατικών που ουσιαστικά αυτά θα έχουν άμεση επίδραση ως προς την έκβαση του αποτελέσματος της δίκης.
Έτσι φτάνουμε στο σημείο απόρριψης αιτήσεων υπαγωγής οφειλετών στο νόμο λόγω χρήσης ως αποδεικτικού υλικού δημόσιων αναρτήσεων σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης που εμφάνιζαν τα πραγματικά περιστατικά διαφορετικά ως προς το τι επικαλούνταν οι οφειλέτες στην αίτησή τους τόσο όσον αφορά περιστατικά που αφορούν την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση (π.χ. εργασία, αγορά αυτοκινήτου, ταξίδια κλπ), όπως επίσης και περιστατικά που αφορούν το στενό οικογενειακό τους περιβάλλον (π.χ. εξαρτώμενα μέλη κλπ)».
Τι ισχύει για τα προσωπικά δεδομένα
Κρίσιμα στοιχεία στη νομολογία που τείνει να διαμορφωθεί είναι η λήψη υπόψιν ως μέσα απόδειξης για την πραγματική οικονομική και προσωπική κατάσταση των αιτούντων δημοσίων αναρτήσεων σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σημειώνει η κ. Σωτηροπούλου και προσθέτει: «Μάλιστα στις περισσότερες περιπτώσεις απορριπτικών αποφάσεων όχι μόνο το δικαστήριο έλαβε υπόψη αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά κατέληξε στην κρίση ότι συντρέχει το στοιχείο της ανειλικρινούς δήλωσης δυνάμει των όσων ορίζονται από το άρθρου 10 παρ. 1 του νόμου, το οποίο περιγράφει την υποχρέωση του οφειλέτη να εγγυάται για την ορθότητα των όσων επικαλείται και προσκομίζει (άρθρο 4 παρ.2 στοιχ. β Ν.3869/2010)».
Όπως παρατηρεί, τέλος, η κ. Σωτηροπουλου, «η ιδιωτικότητα κρίνεται κατά περίπτωση. Αν, δηλαδή, πρόκειται για δημόσια ανάρτηση ή για ανάρτηση που απευθύνεται σε κλειστή ομάδα ατόμων του μέσου κοινωνικής δικτύωσης. Από την στιγμή που ο ιδιωτικός βίος τυγχάνει δημόσιας κοινοποίησης, η προστασία που διατίθεται από τον νόμο περί προστασίας προσωπικών δεδομένων έχει χάσει την ουσία της.
Με την δημόσια κοινοποίηση πληροφοριών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα δεδομένα τίθενται στην διάθεση ενός σχετικά μεγάλου αριθμού προσώπων και συνεπώς γίνονται αντιληπτά και θεωρούνται εξακριβωμένα. Με τον τρόπο αυτό δεν μπορεί να γίνει λόγος για προσβολή του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση των προσωπικών δεδομένων ενώ ταυτόχρονα παύει και το δικαίωμα για προστασία της ιδιωτικής ζωής, αφού με πρωτοβουλία του ίδιου του οφειλέτη στην προκειμένη περίπτωση δημοσιοποιούνται πληροφορίες ιδιωτικές.
Άλλωστε, η δυνατότητα για ρύθμιση των προτιμήσεων του χρήστη ως προς τις κοινοποιήσεις που δεν θίγουν την ιδιωτικότητά του είναι εύκολα προσβάσιμη και είναι στην αποκλειστική του ευχέρεια για την επιλογή των δημόσιων αναρτήσεων και μη».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!