Oι «ανταποδοτικοί» δασμοί του Τραμπ θα οδηγήσουν σε περιορισμένη αύξηση στο κόστος κινδύνου (Cost of Risk, COR) των ευρωπαϊκών τραπεζών καθώς αναμένεται να επηρεάσουν πτωτικά την ανάπτυξη, ενώ αυξάνουν την αβεβαιότητα, σύμφωνα με ανάλυση του καναδικού οίκου αξιολόγησης DBRS.
Αναφερόμενος στις ελληνικές τράπεζες, ο οίκος αναφέρει ότι έχουν το υψηλότερο COR στην Ευρώπη, αλλά σημείωσαν τη μεγαλύτερη μείωση το 2024 σε σχέση με το 2023, με πρώτη την Τράπεζα Πειραιώς (μείωση κατά 90 μ.β.).
Η ανάλυση του DBRS βασίζεται σε ένα δείγμα για το COR 50 τραπεζών - της Αυστρίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ιρλανδίας, της Ελλάδας, της Ολλανδίας, της Ισπανίας, της Σουηδίας, της Νορβηγίας, της Πορτογαλίας, της Δανίας, της Φινλανδίας, του Βελγίου και του Ηνωμένου Βασιλείου - το 2024.
«Παρά τη μερική αντιστροφή των ανταποδοτικών δασμών των ΗΠΑ κατά της ΕΕ, του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων οικονομιών παγκοσμίως, με εξαίρεση την Κίνα, η μεταβλητότητα της αγοράς παρέμεινε αυξημένη και αναμένουμε ότι θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε αύξηση του COR των ευρωπαϊκών τραπεζών από τα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα», αναφέρει ο οίκος.
«Εν μέσω του ολοένα και πιο αβέβαιου περιβάλλοντος, αναμένουμε τώρα υψηλότερα επίπεδα COR για τις ευρωπαϊκές τράπεζες το F2025 από ό,τι είχαμε αρχικά προβλέψει στο σχόλιό μας European Banks Poised to Maintain Low Cost of Risk in 2025', που δημοσιεύθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2025, καθώς οι τράπεζες επικαιροποιούν τις οικονομικές τους προβλέψεις για να ενσωματώσουν νέα σενάρια που αντικατοπτρίζουν πιθανή ασθενέστερη ανάπτυξη και επίμονα υψηλά επίπεδα μεταβλητότητας.
Όπως και κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κοροναϊού, εάν επιβληθούν υψηλότεροι δασμοί από τις ΗΠΑ, αναμένουμε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα ακολουθήσουν συντηρητική προσέγγιση όσον αφορά τα ανοίγματά τους στους τομείς που θα είναι πιο ευάλωτοι στους δασμούς - πέραν των τομέων της αυτοκινητοβιομηχανίας, του αλουμινίου και του χάλυβα, όπου οι αμερικανικοί δασμοί έχουν ήδη εφαρμοστεί - συμπεριλαμβανομένων των τομέων της βιομηχανίας, των χημικών προϊόντων, των καταναλωτικών αγαθών και της υγειονομικής περίθαλψης.
Σε αυτή την περίπτωση, αναμένουμε ότι οι τράπεζες θα εγγράψουν υψηλότερα επίπεδα προβλέψεων και θα αυξήσουν τα δάνεια του Σταδίου 2», σημειώνει ο καναδικός οίκος.
Περιορισμένος ο αντίκτυπος
«Οι περισσότερες ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες έχουν διαμηνύσει ότι περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων είναι στον ορίζοντα. Ωστόσο, αναμένουμε ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν υψηλά σε σύγκριση με το περιβάλλον εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων που επικρατούσε στο παρελθόν.
Κατά την άποψή μας, το περιβάλλον των επιτοκίων θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων, απαιτώντας υψηλότερες προβλέψεις το F2025, ιδίως εάν οι ευρωπαϊκές χώρες βιώσουν σημαντική αποδυνάμωση των οικονομικών συνθηκών και υψηλότερη ανεργία, οι οποίες συνήθως αποτελούν τους κύριους παράγοντες για υψηλότερες αθετήσεις πελατών.
Παρόλο που ο εκτεταμένος οικονομικός αντίκτυπος των δασμολογικών αποφάσεων των ΗΠΑ στα επίπεδα COR και την ποιότητα του ενεργητικού των ευρωπαϊκών τραπεζών παραμένει εξαιρετικά αβέβαιος, θεωρούμε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να έχουν διαχειριστικά μαξιλάρια που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να αντισταθμίσουν μέρος της πιθανής ανάγκης σχηματισμού υψηλότερων προβλέψεων.
Ως αποτέλεσμα, δεν προβλέπουμε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα δουν δραματική μεταβολή είτε στα επίπεδα των COR είτε στα επίπεδα των δανείων του Σταδίου 2 φέτος, τα οποία αναμένουμε να παραμείνουν σημαντικά χαμηλότερα από ό,τι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αν και είναι πιθανό να αυξηθούν από τα επίπεδα του F2024. Ωστόσο, η αβεβαιότητα για το παγκόσμιο εμπόριο και την εμπορική πολιτική θα μπορούσε να ωθήσει προς τα πάνω τα ευρωπαϊκά επίπεδα κόστους κινδύνου.
Μεγάλη μείωση του COR των ελληνικών τραπεζών
Οι τράπεζες στην Ελλάδα και την Ισπανία συνέχισαν να αναφέρουν τα υψηλότερα μέσα επίπεδα COR, ακολουθούμενες από τις γερμανικές τράπεζες.

Ωστόσο, οι τράπεζες στην Ελλάδα, όπως και στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία, πέτυχαν τη μεγαλύτερη μείωση του COR από το F2023.

Η μεγαλύτερη μείωση του COR επιτεύχθηκε από την Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε. (-90 μ.β.), παρόλο που η τράπεζα προέβη σε πρόσθετες προβλέψεις το 2ο εξάμηνο του 2024.
Η Alpha Bank, η οποία παρουσίασε αύξηση του COR το Α΄ εξάμηνο 2024 σε σχέση με το F2023, κυρίως λόγω της επίδρασης των συναλλαγών πώλησης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, κατάφερε να διατηρήσει τα επίπεδα του COR το F2024 ελαφρώς χαμηλότερα από το F2023, υποστηριζόμενη από τη σημαντική ενίσχυση της αύξησης των δανείων το α' εξάμηνο 2024 που επηρέασε τον παρονομαστή του δείκτη COR.