Το φαινόμενο των εργαζομένων φτωχών στην Ελλάδα οφείλει να αποτελέσει επίκεντρο της αναπτυξιακής ατζέντας της χώρας, αναφέρει στην τετραμηνιαία έκθεσή του το ΚΕΠΕ, τονίζοντας ότι αύξηση της απασχόλησης, μέσα από τη δημιουργία καλά αμειβόμενων και ποιοτικών, θέσεων εργασίας, αποτελεί παράγοντα εκ των ων ουκ άνευ για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στη χώρα μας.
Παράλληλα, θέτει θέμα μείωσης της έμμεσης φορολογίας για να προσαρμοστούμε στα ευρωπαϊκά δεδομένα, γιατί σήμερα δίνεται η εικόνα τριτοκοσμικής χώρας.
Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα έρευνας, ο πρόεδρος και επιστημονικός διευθυντής του ΚΕΠΕ, καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, αναφέρει ότι παρά την αύξηση των αποδοχών τα τελευταία χρόνια, η σύγκριση με τις αποδοχές προ κρίσης, δηλαδή το 2009, είναι «αποκαλυπτική και ταυτόχρονα αποκαρδιωτική».
Διευρύνθηκε η διαφορά στις αποδοχές με την ΕΕ
Στην Ελλάδα οι αποδοχές ήταν μικρότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ για όλους τους τύπους νοικοκυριών όχι μόνο το 2013, μέσα δηλαδή στην κρίση, αλλά και το 2023.
Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, η διαφορά στις αποδοχές μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ διευρύνθηκε, επειδή ο ρυθμός αύξησής τους στη χώρα μας ήταν χαμηλότερος.
Από την έρευνα του ΚΕΠΕ προκύπτει ότι ο αριθμός των φτωχών εργαζόμενων, των οποίων το διαθέσιμο εισόδημα είναι χαμηλότερο από το 60% του διάμεσου εισοδήματος του 2009, ήταν το 23,1% του συνόλου πέρυσι έναντι του 40% που ήταν το 2015, δηλαδή ένας στους τέσσερις εργαζόμενους έχει ακόμη εισόδημα μικρότερο από το κατώφλι φτώχειας του 2009.
Στο 1,9% η ανάπτυξη φέτος
Το ΚΕΠΕ προσγείωσε την πρόβλεψή του για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας φέτος στο 1,9% από 2,2% λόγω των χαμηλότερων από το αναμενόμενο επιδόσεων στα τελευταία τρίμηνα.
Για τον πληθωρισμό σημειώνει ότι οι εξελίξεις ήταν θετικές, αλλά προσθέτει ότι οι αυξήσεις στις τιμές δεν θα μηδενιστούν, γιατί κάποιοι παράγοντες που τις δημιουργούν, θα συνεχίσουν να υπάρχουν, όπως η κλιματική κρίση που θα δημιουργεί ακραία καιρικά φαινόμενα με πλημμύρες, φωτιές και καταστροφές αγροτικών προϊόντων.
Το μεγάλο ζητούμενο, τονίζει, είναι να χτυπηθεί η ακρίβεια, δηλαδή να έχουμε πτώση των τιμών, ενώ θέτει επίσης το ερώτημα γιατί στη χώρα μας πολλές τιμές σε καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες είναι υψηλότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες τιμές σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού και της ακρίβειας στη χώρα μας είναι αυτά που ενισχύουν τη λειτουργία του ανταγωνισμού, σημειώνει το ΚΕΠΕ, προσθέτοντας ότι αυτό θα πρέπει να γίνει στοχευμένα, ανά κλάδο, καθώς είναι διαφορετικά τα προβλήματα π.χ. του αγροτικού τομέα, του μεταποιητικού τομέα, των υπηρεσιών κλπ.
Χαρακτηριστικά τριτοκοσμικής χώρας
Για το θέμα της έμμεσης φορολογίας, αναφέρεται ότι τα φορολογικά συστήματα των χωρών της Ευρωζώνης βασίζονται περισσότερο στην άμεση φορολογία και λιγότερο στην έμμεση. «Σε εμάς συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Παρουσιάζει, δηλαδή, το φορολογικό μας σύστημα χαρακτηριστικά τριτοκοσμικής χώρας που αδυνατεί να φορολογήσει δίκαια με βάση τη φοροδοτική ικανότητα των ατόμων».
«Στο ΚΕΠΕ θεωρούμε ότι πρέπει να ξαναδούμε τη δομή και το ύψος της έμμεσης φορολογίας. Ιδιαίτερα όταν όλο το τελευταίο διάστημα έχουμε συνεχείς υπερβάσεις των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων. Δύο είναι τα ζητήματα που πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής στην περίπτωση αναμόρφωσης-μείωσης της έμμεσης φορολογίας (ΦΠΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης): (α) ότι αυτή θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές και δεν θα την καρπωθούν οι επιχειρήσεις και (β) ότι δεν θα κινδυνεύσει η δημοσιονομική ισορροπία», αναφέρει ο κ. Λιαργκόβας.
Όσο για τη δημοσιονομική ισορροπία, αυτή θα μπορούσε να διασφαλιστεί, εάν ταυτόχρονα με τη μείωση των φόρων πραγματοποιούσαμε μείωση των μη μισθολογικών δαπανών.
«Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να επανεξετάσουμε από μηδενική βάση τη χρησιμότητα όλων των οργανισμών του Δημοσίου και να συγχωνεύσουμε ή να καταργήσουμε όσους υπολειτουργούν ή δεν παρέχουν επαρκώς ποιοτικές υπηρεσίες στους πολίτες, με στόχο τη μείωση των δημοσίων δαπανών».
Καμπανάκι για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Το ΚΕΠΕ κτυπά καμπανάκι για το υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και σημειώνει ότι παρά τη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών, αυτές παραμένουν χαμηλότερες σε σχέση με άλλων αντίστοιχων ευρωπαϊκών χωρών.
Ζητά επίσης να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, το κράτος και τους θεσμούς.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!