«Χρυσάφι» φαίνεται ότι πληρώνουν οι καταναλωτές στην Ελλάδα, προϊόντα που πωλούνται πιο φθηνά σε σούπερ μάρκετ του εξωτερικού, με τις τιμές στη χώρα μας να κυμαίνονται έως και 60% πιο ακριβά από ότι στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας λίγα εικοσιτετράωρα πριν, ο πληθωρισμός στη χώρα μας για τον Απρίλιο κυμάνθηκε στο 3,2% έναντι 2,4% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη, ενώ παράλληλα αξίζει να αναφερθεί και η διάχυτη ανησυχία σε αγορά και καταναλωτές, πως η ενδεχόμενη ανάπτυξη πέραν ενός ορίου στην Ευρωζώνη αναμένεται να ενισχύσει τις πληθωριστικές τάσεις στις χώρες της Ε.Ε.
Στο ίδιο μοτίβο, εξίσωση για δυνατούς λύτες, αποτελεί και η παράμετρος πως η ακρίβεια υποχωρεί με πολύ αργούς ρυθμούς στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και αυτό εξαιτίας των υψηλότερων τιμών στην Ελλάδα (και σε ορισμένες άλλες, μικρές συνήθως χώρες) σε σύγκριση με άλλες, για το ίδιο προϊόν, εκ μέρους πολυεθνικών.
Η παρέμβαση Μητσοτάκη
Την παρέμβαση της Κομισιόν για τα φαινόμενα αισχροκέρδειας πολυεθνικών εταιρειών ζητάει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με επιστολή που απέστειλε το Σάββατο (18/5) στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, όπως είχε προαναγγείλει, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ακρίβειας που ταλανίζει τους πολίτες και, παρά τα όποια κυβερνητικά μέτρα, δεν υποχωρεί.
«Μόλις σήμερα απέστειλα στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μία επιστολή, με την οποία της ζητώ να διερευνήσει και να παρέμβει για ένα πρόβλημα το οποίο βλέπουμε πια να εντείνεται, που δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι πολυεθνικές εταιρείες χρησιμοποιούν τη μεγάλη τους ισχύ για να τιμολογούν, να χρεώνουν μάλλον, σε διαφορετικές τιμές τα ίδια προϊόντα εντός της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς», δήλωσε ο πρωθυπουργός μιλώντας σε συγκέντρωση στα Βριλήσσια, επιδιώκοντας τρεις εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου να εμφανίσει την εικόνα ενός ηγέτη που δεν διστάζει να πάρει πρωτοβουλίες για να λύσει προβλήματα.
Την είδηση έκανε γνωστή ο υπουργό Επικρατείας Ακης Σκέρτσος αναφέροντας σε δήλωσή του πως: «είναι πράγματι προκλητικό, ενώ τα εισοδήματά μας απέχουν ακόμη από τα ευρωπαϊκά, να υπάρχουν ομοειδή προϊόντα πολυεθνικών εταιρειών που πωλούνται ακριβότερα στα ελληνικά ράφια συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές αγορές όπου οι καταναλωτές έχουν μάλιστα και υψηλότερη αγοραστική δύναμη».
Γι’ αυτό, επισημαίνει, ο πρωθυπουργός παίρνει την πρωτοβουλία για βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου, ώστε να αποτρέπονται τέτοιες πρακτικές,
Διακρίσεις από τις Πολυεθνικές
Μελέτη της Κομισιόν του 2020, αλλά και δύο παλαιότερες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Μιχάλη Αργυρού, επιβεβαιώνουν ότι οι πολυεθνικές εφαρμόζουν πρακτικές διακρίσεων, ιδίως σε μικρότερες αγορές, όπως η ελληνική, ενώ ταυτόχρονα σύμφωνα με έρευνα της Ecommerce - που είναι η ευρωπαϊκή συνομοσπονδία του λιανικού και χονδρικού εμπορίου -:«Μικρές και κλειστές αγορές, με ανίσχυρο ανταγωνισμό, σαν την αγορά της Ελλάδας, επιλέγουν συνήθως οι μεγάλες πολυεθνικές για να εφαρμόσουν τις πρακτικές των γεωγραφικών εφοδιαστικών περιορισμών που συχνά αυξάνουν τεχνητά τις τιμές συντηρώντας την ακρίβεια».
Aξίζει να τονισθεί το γεγονός, πως στην παλαιότερη έκθεση της ΕΚΤ αναφέρονταν εξάλλου ως επιβαρυντικός παράγοντας και οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων, που είναι πιστοί στα επώνυμα προϊόντα και δεν στρέφονται εύκολα στα φθηνότερα ιδιωτικής ετικέτας.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη αποκάλυψε πως η πρακτική αυτή των εδαφικών εφοδιαστικών περιορισμών κοστίζει στους ευρωπαίους καταναλωτές πάνω από 14 δις. ευρώ το χρόνο, με βασικά θύματα τις μικρότερες και πιο ευάλωτες χώρες στην στρέβλωση του ανταγωνισμού όπως η Ελλάδα.
Παραδείγματα αισχροκέρδειας
Υπό αυτό το πρίσμα, ας εξετάσουμε κάποια παραδείγματα σύμφωνα με το ρεπορτάζ του OPEN, όπου δημοφιλές κουτί δημητριακών 500 γρ. πωλείται ακριβώς η ίδια συσκευασία από 3,94 ευρώ στην Ελλάδα στα 2,59 ευρώ στη Γαλλία, δηλαδή 52% φθηνότερα.
Αντίστοιχα, σάλτσα ζυμαρικών ακριβώς η ίδια συσκευασία πωλείται στην Ελλάδα από 3,15 έως 3,35 ευρώ, στην Γαλλία 2,15 ευρώ και στην Ιταλία 1,95 ευρώ, δηλαδή από 46,5% έως 61,5% φτηνότερα.
Η αιτιολογία των πολυεθνικών
Ένα από τα βασικά κόλπα που χρησιμοποιούν οι πολυεθνικές είναι οι «εδαφικοί εφοδιαστικοί περιορισμοί». Για παράδειγμα μια πολυεθνική πουλά το ίδιο κουτί δημητριακών σε Ελλάδα και Γαλλία. Αυξάνει την τιμή στην Ελλάδα όχι όμως και στην Γαλλία επειδή ο ανταγωνισμός εκεί είναι μεγαλύτερος και φοβάται μην χάσει μερίδιο αγοράς. Για να εμποδίσει τον Έλληνα χονδρέμπορο να αγοράσει από την γαλλία το προϊόν και να το εισάγει φθηνότερα στην Ελλάδα τον απειλεί ότι θα του κόψει τις εκπτώσεις ή ότι θα αλλάξει προμηθευτή.
Την ίδια στιγμή προμηθεύει επίσης την Γαλλία με το σταγνόμετρο για να μην φτάνουν τα προιόντα για εξαγωγές ή αλλάζει συσκευασία. Περιφρουρεί έτσι την υψηλή τιμή στην Ελλάδα, βγάζοντας κέρδος, ενώ μπορεί να χάνει λίγο στην Ιταλία για να κερδίσει μερίδιο αγοράς.
Βέβαια, όπως αναφέρει και ο καθηγητής Οικονομικών κ. Παναγιώτης Πετράκης σημειώνει με έμφαση πως: «Αυτά δεν μπορούν να τα κάνουν στην Γερμανία ή στην Γαλλία όπου οπι αγορά είναι εξαιρετικά ισχυρή και ο ανταγωνισμός υψηλός σε πιο απομονωμένες γεωγραφικά περιοχές όπου τα δίκτυα περιορισμένα και η επικοινωνία προμηθευτών με λιανοπωλητές ασθενέστερη».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!