Η οικονομική ανάπτυξη και η επιχειρηματική δραστηριότητα αποτελούν βασικούς πυλώνες για την ευημερία μιας κοινωνίας. Ωστόσο, την συγκεκριμένη χρονική περίοδο μπαίνει φρένο σε αυτή την πορεία, εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων δανεισμού.
Στην Ελλάδα, η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη, με το επιτόκιο για νέα δάνεια να ξεπερνά το 6%, μερικές φορές ακόμη και υψηλότερα. Αυτή η υψηλή χρηματοδότηση καθιστά το δανεισμό εξαιρετικά δύσκολο για τις επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες.
Οι επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με το δίλημμα: να δανειστούν με υψηλά επιτόκια και να υποστούν το βάρος των υψηλών τόκων, ή να αποφασίσουν να μην δανειστούν και να περιορίσουν τις επενδύσεις και την ανάπτυξή τους.
Αυτό το φαινόμενο έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην οικονομία. Οι υψηλοί τόκοι μειώνουν τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να επενδύσουν σε καινοτομία και ανάπτυξη, περιορίζοντας έτσι τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη γενική οικονομική ανάπτυξη.
Ανταγωνιστικό μειονέκτημα
Επιπλέον, τα υψηλά επιτόκια δημιουργούν μια ανισότιμη αγορά, όπου οι επιχειρήσεις που διαθέτουν χαμηλότερα επιτόκια έχουν σαφή ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων.Είναι επομένως κρίσιμο να αναζητηθούν λύσεις για τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού και τη δημιουργία ενός πιο ευνοϊκού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις. Μόνον έτσι θα καταστεί εφικτό να οδηγηθεί η οικονομία μας προς την ανάπτυξη και την ευημερία.
Οι κεντρικές τράπεζες επί του παρόντος έχουν αναθεωρήσει τον σχεδιασμό τους για μείωση των επιτοκίων, που προέβλεπε έως και τέσσερις παρεμβάσεις μέσα στο 2024, με την πρώτη να τοποθετείται χρονικά έως το καλοκαίρι. Αυτό όπως είναι φυσικό φέρνει ανισορροπία στην αγορά και αναστέλλει ή και ματαιώνει σε κάποιες περιπτώσεις, επενδυτικά σχέδια.
Η πίεση τώρα αυξάνεται πάνω στις κεντρικές τράπεζες για να δράσουν. Οι επενδυτές και οι καταναλωτές περιμένουν λύσεις που θα στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη. Η αποτυχία να δράσουν γρήγορα μπορεί να έχει δυσάρεστες συνέπειες για τους πάντες.
Τι συμβαίνει με τα επιτόκια στην Ελλάδα
Τον Μάρτιο, παρατηρήθηκε αύξηση στα επιτόκια των νέων δανείων, ενώ τα επιτόκια για τις νέες καταθέσεις παρέμειναν σταθερά.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο για τις νέες καταθέσεις παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,53%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο για τα νέα δάνεια αυξήθηκε στο 6,24%. Αυτή η αύξηση οδήγησε σε μεγαλύτερο περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων, το οποίο αυξήθηκε στις 5,71 εκατοστιαίες μονάδες.
Επιπλέον, τα επιτόκια για τις υφιστάμενες καταθέσεις παρέμειναν σταθερά στο 0,54%, ενώ τα επιτόκια για τα υφιστάμενα δάνεια δεν εμφάνισαν σημαντικές μεταβολές, παραμένοντας σχεδόν στα ίδια επίπεδα, περίπου στο 6,32%. Ως αποτέλεσμα, η διαφορά στα επιτόκια μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων παρέμεινε περίπου σταθερή, κοντά στις 5,78 εκατοστιαίες μονάδες.
Σχετικά με τα νέα δάνεια, παρατηρήθηκε αύξηση στο μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια, το οποίο διαμορφώθηκε στο 15,18%. Επίσης, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε στο 11,82%, ενώ το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο μειώθηκε στο 5,01%.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!