Η Ελλάδα εισέρχεται στην τελική ευθεία για την έξοδο από την αυξημένη εποπτεία, κάτι που θα ανοίξει τον δρόμο προκειμένου να αποκτήσει επενδυτική βαθμολογία από τους διεθνείς οίκους.
Στην κυβέρνηση και στο υπουργείο Οικονομικών επισήμως αναφέρουν ότι στόχος είναι αυτό να επιτευχθεί μέσα στο επόμενο έτος, ωστόσο ευσεβής πόθος είναι αυτό να συμβεί εντός του έτους.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα για την χώρα και την κυβέρνηση. Τα μηνύματα που στέλνουν οι ευρωπαίοι και εκπρόσωποι των δανειστών είναι σαφή και αυστηρά: να μην διανοηθούμε ως χώρα να παρεκκλίνουμε από τον ενάρετο δρόμο στον οποίο έχει εισέλθει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Από την άλλη βέβαια σε κορυφαίο επίπεδο ευρωπαίοι αξιωματούχοι επαινούν την χώρα για τις επιδόσεις της. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Πάολο Τζεντιλόνι Επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων της ΕΕ που τόνισε αναφερόμενος στην πορεία του χρέους, ότι «στην περίπτωση της Ελλάδας, έχουμε ένα σαφές παράδειγμα του γεγονότος ότι η ανάπτυξη είναι απαραίτητη για να διατηρηθεί το χρέος σε μια καθοδική και μειούμενη πορεία. Είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μια χώρα με πολύ υψηλό χρέος, θα μπορούσε να το μειώσει χωρίς ανάπτυξη στην οικονομία της».
Αυξήσεις μισθών με σύνεση
Την ίδια στιγμή ωστόσο φαίνεται να συστήνουν σύνεση στις αυξήσεις μισθών, θεωρώντας ότι δεν αποτελεί αποτελεσματικό «φάρμακο» απέναντι στην ακρίβεια. Ο Π. Τζεντιλόνι τονίζει σε συνέντευξή του στο Capital πως «είναι κατανοητό ότι οι κυβερνήσεις αντιδρούν και προσπαθούν να βρουν τους κατάλληλους τρόπους για να μετριάσουν αυτές τις επιπτώσεις. Ταυτόχρονα, γνωρίζουμε ότι ο αντίκτυπος του δευτερογενούς πληθωρισμού θα μπορούσε να είναι σημαντικός. Συνεπώς, οι αποφάσεις που θα λάβει η κάθε κυβέρνηση θα πρέπει φυσικά, να λαμβάνουν υπόψη τους και αυτή τη διάσταση».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, που αναφερόμενη σε ενδεχόμενη αύξησης επιτοκίων δηλώνει «αυτό δεν θα έλυνε κανένα από τα τρέχοντα προβλήματα. Αντιθέτως, εάν ενεργήσουμε βιαστικά τώρα, οι οικονομίες μπορεί να ανακάμψουν σημαντικά χειρότερα και οι θέσεις εργασίας να κινδυνεύσουν. Αυτό δεν θα βοηθούσε κανέναν».
Με βάση όλα τα παραπάνω οι κινήσεις της κυβέρνησης είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικές προκειμένου να προκαλέσει αντιδράσεις των δανειστών. Ως εκ τούτου ετοιμάζονται σχέδια και προτάσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, τα οποία πρώτα τεθούν υπόψη των δανειστών και εφόσον λάβουν έγκριση τότε και μόνο τότε θα τεθούν σε εφαρμογή. Δεν είναι τυχαίο ότι τα σενάρια που κυριάρχησαν προ εβδομάδων περί μείωσης του ΦΠΑ σε κάποια αγαθά ή του ΕΦΚ στα καύσιμα, προκάλεσαν αρνητικά σχόλια στις Βρυξέλλες και ώθησαν την ελληνική κυβέρνηση να πάρει θέση και να τονίσει με μία φωνή πως δεν υπάρχει τέτοιο θέμα.
Τέλος να σημειωθεί ότι η απόφαση για τον οδικό χάρτη εξόδου της Ελλάδος από την αυξημένη εποπτεία θα ληφθεί – πιθανότατα – στο επόμενο Eurogroup στις 25 Φεβρουαρίου, όπως τουλάχιστον τόνισε ο Πάολο Τζεντιλόνι.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!