Με την εξάπλωση της μετάλλαξης Όμικρον, την ενεργειακή κρίση αλλά και τον πληθωρισμό και την ακρίβεια να ρίχνουν βαριά σκιά στην ελληνική οικονομία, η κυβέρνηση καλείται το 2022 να πετύχει μια μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή αφήνοντας πίσω της το τεράστιο έλλειμμα του τρέχοντος έτους, υποστηρίζοντας δομικές αλλαγές οι οποίες θα ενισχύσουν το επιθυμητό άλμα ανάπτυξης.
Η μετάλλαξη Όμικρον που έχει λάβει εφιαλτικές διαστάσεις, η ενεργειακή κρίση, πιθανή αύξηση των επιτοκίων αλλά και ενδεχόμενες καθυστερήσεις στην υλοποίηση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτελούν βασικές προκλήσεις για την Ελλάδα η οποία έχει υψηλό χρέος, είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και δεν έχει επενδυτική βαθμίδα.
Πρόκειται για κινδύνους που δημιουργούν ένα περιβάλλον έντονων επισφαλειών για τις μακροοικονομικές και τις δημοσιονομικές προβλέψεις. Αλλωστε ακόμα και στο κείμενο του προϋπολογισμού του 2022 το υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζει ως πιθανούς κινδύνους για την ανάπτυξη:
- την παράταση της πανδημίας,
- τη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα,
- τυχόν μόνιμες βλάβες στην οικονομία που θα αποκαλυφθούν μετά την απόσυρση των μέτρων στήριξης,
- την καθυστέρηση ή αστοχία στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και
- τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Για αυτό τον λόγο, η επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας ανάγεται σε εθνικό στόχο για την ελληνική κυβέρνηση καθώς συνδέεται άμεσα με το φθηνό κόστος δανεισμού, το οποίο είναι κομβικό για την επιστροφή στην κανονικότητα.
Εγκαταλείπονται οι χαλαρές πολιτικές
Την ίδια στιγμή διεθνώς, κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες εγκαταλείπουν τις πολιτικές «χαλάρωσης » και αρχίζουν να σφίγγουν τα... λουριά της οικονομίας, ενώ αναμένονται μεγάλες αναταράξεις στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων έως ότου επανέλθει ισορροπία μετά την πανδημία.
Eπιπλέον, το μέγεθος και το timing της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι εξαιρετικά αβέβαιο στην Ευρωζώνη, κυρίως επειδή οι δημοσιονομικοί κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης έχουν «παγώσει» έως το 2023. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άνοιξε εκ νέου τη διαδικασία διαβούλευσης για το μέλλον του δημοσιονομικού πλαισίου και οι σχετικές δύσκολες αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν έως τα τέλη του 2022. Οι κανόνες θα λάβουν υπόψη τις πρόσθετες δημόσιες ανάγκες επενδύσεων που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το κλίμα.
Η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας
Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει την ενίσχυση της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας και την ενεργό συμμετοχή του τραπεζικού τομέα. Ως εκ τούτου, η χορήγηση πιστώσεων με επιμερισμό κινδύνου μέσω χαμηλότοκων δανείων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και παροχής εγγυήσεων από το Ταμείο Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας θα συμβάλλει σημαντικά στην επιτάχυνση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία και στην υλοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων, έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να μπει σε μια τροχιά υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης.
Oσον αφορά το μεγάλο στοίχημα του Ταμείου Ανάκαμψης -στην αξιοποίηση των πόρων του οποίου έχει επενδύσει τα μέγιστα η κυβέρνηση- το μείζον θέμα αποτελεί η ταχύτατη απορρόφηση των πόρων. Στο οικονομικό επιτελείο παραδέχονται πως αυτό που θα κρίνει την πορεία των έργων είναι οι δικαστικές προσφυγές, οι μεγάλες εκπτώσεις, αλλά και η ικανότητας της δημόσιας διοίκησης να χειριστεί τα έργα. Γι' αυτό και προωθείται ενίσχυση των αμοιβών αλλά και των αρμόδιων φορέων. Επί της ουσίας πρόκειται για μια «μάχη» διπλασιασμού των επενδύσεων στα 11 δισ. ευρώ, έναντι δυναμικής 5 δισ. ευρώ μέχρι σήμερα.
Μείωση κόκκινων δανείων
Στην τελική ευθεία βρίσκεται η επάνοδος του τραπεζικού συστήματος στον ενάρετο κύκλο υγιούς ανάπτυξης, καθώς ολοκληρώνεται η εξυγίανσή τους από τα βάρη του παρελθόντος. Μέχρι τέλος του 2022 οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα έχουν επιτύχει μονοψήφιο δείκτη στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι ελληνικές τράπεζες πρόκειται να προχωρήσουν σε καθαρή μείωση του αποθέματος κόκκινων δανείων κατά 14,5 δισ. ευρώ μέχρι το 2022 χάρη στις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή» και στις επιπτώσεις των τιτλοποιήσεων στα κεφάλαια, στις προβλέψεις, στα έσοδα και εν τέλει στην κερδοφορία τους.
Δημόσιο χρέος
Μείωση κατά 7,5 ποσοστιαίες μονάδες θα εμφανίσει το δημόσιο χρέος το 2022, παρότι ως απόλυτο νούμερο θα είναι κατά 5 δισ. ευρώ υψηλότερο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, το χρέος θα διαμορφωθεί στα 355 δισ. ευρώ ή 189,6% του ΑΕΠ το 2022, από τα 350 δισ. ευρώ ή 197,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2021. Υπενθυμίζεται ότι το 2020 το χρέος είχε φτάσει στο 206,3% του ΑΕΠ.
Υψηλή και διατηρήσιμη ανάπτυξη, αποπληρωμή παλιού και «ακριβού» χρέους και περαιτέρω μείωση του κόστους δανεισμού αναμένεται να μειώσουν το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 16%-18% μέχρι και το τέλος του 2022.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!