Το φάντασμα του πληθωρισμού δείχνει πλέον τα δόντια του και στην Ελλάδα. Μέχρι και τον Οκτώβριο η κατάσταση ήταν μάλλον ελεγχόμενη, με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της Ευρωζώνης.
Με βάση όμως τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα η ΕΛΣΤΑΤ, η Ελλάδα είναι λίγο πιο κάτω από το όριο αυτό. Πιο συγκεκριμένα, ο δείκτης διαμορφώνεται στο 4,8% στην Ελλάδα, έναντι 4,9% που είναι στην Ευρωζώνη.
Βέβαια τα στοιχεία είναι ελαφρώς καλύτερα, εάν ληφθεί υπόψη ο εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή. Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι στο 4% ενώ με βάση τα στοιχεία της Eurostat – που βέβαια αποτελούσε εκτίμηση πριν 10 ημέρες – ήταν στο 4,3%.
Οπως και να έχουν τα πράγματα, ο φόβος αρχίζει να μεγαλώνει για την επόμενη ημέρα. Ήδη οι καταναλωτές τα βγάζουν δύσκολα πέρα και κανείς δεν εγγυάται ότι η κατάσταση δεν θα χειροτερεύσει στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Ο διπλός φόβος για την επόμενη ημέρα
Ο φόβος για το οικονομικό επιτελείο είναι διπλός. Ο πρώτος και ο πλέον σημαντικός έχει να κάνει με το να περάσουν οι ανατιμήσεις σε σημαντικό βαθμό και στα αγαθά ευρείας κατανάλωσης, ειδικά στην διατροφή. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον αυτό δεν έχει συμβεί.
Το ελαιόλαδο παρουσιάζει αύξηση 18,5% σε σχέση με πέρυσι, ωστόσο αυτό είναι απόρροια της έλλειψης που παρατηρείται λόγω της ζημιάς που έχουν υποστεί οι ελαιοπαραγωγοί, όχι μόνο στην Ελλάδα. Από την άλλη κατσίκι και αρνί έχουν αύξηση 21%, αλλά και αυτό δεν αφορά την αύξηση των κόστους, αλλά το γεγονός ότι πέρυσι τέτοια εποχή οι τιμές είχαν υποχωρήσει σημαντικά λόγω της μείωσης της κατανάλωσης.
Στην αγορά εκτιμούν ότι ανατιμήσεις σε ευρεία κλίμακα μέχρι τις γιορτές δεν θα έχουμε. Και αυτό εξαιτίας του ότι οι ιδιοκτήτες σούπερ μάρκετ που σε ένα βαθμό διαμορφώνουν τις τιμές δεν αποδέχονται αυξήσεις εν μέσω της εορταστικής περιόδου, αφού εκεί γίνεται ένα μεγάλο μέρος του τζίρου και ως εκ τούτου δεν θέλουν να έρθουν πιθανές αυξήσεις που θα αποθαρρύνουν την κατανάλωση.
Αυτό βέβαια δεν θα συνεχιστεί από το νέο έτος, εάν η εικόνα είναι η ίδια. Παράγοντες της αγοράς μάλιστα σημειώνουν ότι ο φόβος να κάνουμε ποδαρικό με σοβαρές αυξήσεις σε βασικά είδη κατανάλωσης είναι υπαρκτός.
Η δεύτερη παράμετρος και φόβος ταυτόχρονα, είναι να παρατηρηθούν αυξήσεις στους μισθούς. Από καθαρά οικονομικής άποψης, οι αυξήσεις στους μισθούς λειτουργούν ως «καύσιμη ύλη» στο φωτιά του πληθωρισμού. Για την ώρα κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, αλλά ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί.
Κομβικής σημασίας η συνεδρίαση της ΕΚΤ
Καθοριστική αναμένεται να είναι η συνεδρίασης της ΕΚΤ την προσεχή Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου, όπου θα φανεί η τάση και θα ανοίξουν τα χαρτιά τους οι κεντρικοί τραπεζίτες.
Στους κόλπους της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ έχουν διαμορφωθεί δύο τάσεις, οι οποίες συγκεντρώνουν η κάθε μία για λογαριασμό της, ισχυρούς υποστηρικτές.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο πληθωρισμός άνω του επίσημου στόχου του 2% έχει έρθει για να μείνει, ενώ από την άλλη κάποιοι άλλοι εκτιμούν ότι ήδη με τον ερχομό του νέου έτους θα έχει αρχίσει η καθοδική του πορεία.
Αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις των δεύτερων, τότε θα έχει έρθει η ώρα για μείωση των αγορών ομολόγων όπως έχει εξαγγείλει η ΕΚΤ ότι θα κάνει και συνεπακόλουθα η μείωση των αγορών θα απαιτήσει και μείωση των επιτοκίων, καθώς πλέον θα έχει ανοίξει ένας κύκλος σύσφιξης της νομισματικής της πολιτικής.
Με όλα αυτά κατά νου, η συνεδρίαση της ερχόμενης Πέμπτης αποκτάει ιδιαίτερη σημασία και οι χρηματαγορές και κεφαλαιαγορές θα αναμένουν με μεγάλη αγωνία τις αποφάσεις της ΕΚΤ και κυρίως την καθοδήγησή της για το πώς θα κινηθεί στο μέλλον.
Οποιαδήποτε αλλαγή στον τόνο των μέχρι τώρα εξαγγελιών πιθανόν και θα σηματοδοτήσει την προαναγγελία της αλλαγής πλεύσης της νομισματικής πολιτικής της.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!