Ο έλεγχος του πληθωρισμού και η σταδιακή απόσυρση της δημοσιονομικής στήριξης είναι τα δύο βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ευρωπαϊκή οικονομία, τονίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε έκθεσή του, προσθέτοντας ότι το δεύτερο πρόβλημα είναι δυσκολότερο από το πρώτο.
«Αν και υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με τον πληθωρισμό, οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν μεγάλη εμπειρία για να τον αντιμετωπίσουν και μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα μέσα τους γρήγορα και ευέλικτα», ανέφερε ο διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, Άλφρεντ Κάμερ, στο blog του Ταμείου.
«Αντίθετα», πρόσθεσε, «η σταδιακή απόσυρση των έκτακτων δαπανών που αποφάσισαν οι κυβερνήσεις για να στηρίξουν τις οικονομίες τους αποτελεί ένα μεγάλο και σύνθετο εγχείρημα». Αν γίνει κάποιο λάθος σχετικά με τον ρυθμό της απόσυρσης, θα υπάρχει ο κίνδυνος να επαναληφθούν οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που σημειώθηκαν μετά την κρίση του 2008, σύμφωνα με τον διευθυντή του Ταμείου.
Για τον λόγο αυτό, ο Κάμερ τονίζει ότι είναι προτιμότερο να γίνει με βραδύτερο ρυθμό η αφαίρεση της δημοσιονομικής στήριξης. «Είναι καλύτερα να υπάρξει λάθος με την απόσυρση πολύ μικρής δημοσιονομικής στήριξης παρά με την απόσυρση πολύ μεγάλης, ιδιαίτερα στις οικονομίες που έχουν άφθονο δημοσιονομικό χώρο, ώστε να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος να ανακοπεί η δυναμική της ανάκαμψης», ανέφερε.
Το ΔΝΤ έχει αναθεωρήσει ανοδικά τις προβλέψεις του για την οικονομία της Ελλάδας και της Ευρωζώνης. Για την Ελλάδα προβλέπει ανάπτυξη 6,5% φέτος και 4,6% το 2022, ενώ για το 2023 αναμένει να υποχωρήσει στο 2,6%. Για την Ευρωζώνη προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης 5% φέτος και 4,3% το 2022, ενώ για το 2023 υποχωρεί στο 2%.
► ΔΝΤ: Η Ελλάδα θα έχει χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα την περίοδο 2023-2026
► ΔΝΤ: Καμπανάκι για τις αποτιμήσεις στις αγορές - Κίνδυνοι από μία αύξηση των επιτοκίων
Μείωση των ελλειμμάτων κατά 4% ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ
Για το 2022, το ΔΝΤ προβλέπει μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών οικονομιών κατά περίπου 4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ενώ μέρος μόνο του αντίκτυπου που θα υπάρξει στην οικονομία θα καλυφθεί από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Η υπόθεση που γίνεται είναι ότι η ιδιωτική ζήτηση έχει ενισχυθεί σημαντικά για να αντισταθμίσει τη μείωση της κρατικής στήριξης.
Προσωρινοί οι παράγοντες που αυξάνουν τον πληθωρισμό
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, ο Κάμερ επαναλαμβάνει τη θέση του ΔΝΤ ότι ενισχύεται από παράγοντες που μπορεί να είναι προσωρινοί. Θεωρεί ότι η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους αντανακλά την ισχυρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία οδήγησε τις τιμές του πετρελαίου σε επίπεδα που ίσχυαν στα χρόνια πριν την πανδημία του κορονοϊού. Ακόμη και για την πρόσφατη εκτόξευση της τιμής του φυσικού αερίου θεωρεί ότι αντανακλά βραχυπρόθεσμους παράγοντες.
Αναφέρει ότι αν εξαιρεθούν οι ενεργειακές τιμές, ο πληθωρισμός στην Ευρώπη την τελευταία διετία δεν απέχει σημαντικά από τα επίπεδα πριν από την πανδημία.
Ο Κάμερ αναφέρει, επίσης, ότι ο κίνδυνος δευτερογενών αυξήσεων του πληθωρισμού μέσω αναπροσαρμογής των μισθών είναι περιορισμένος σε πολλές αναπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, στις οποίες εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική χαλαρότητα στις αγορές εργασίας.
«Δεν αρνούμαστε ότι υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα αναφορικά με τη διάρκεια των σοκ στις τιμές και τον ακριβή βαθμό χαλαρότητας στις αναπτυγμένες οικονομίες. Συνολικά, όμως, οι προβλέψεις μας, όπως και αυτές των αναλυτών και οι πληθωριστικές προσδοκίες με βάση δείκτες της αγοράς δείχνουν ότι η ΕΚΤ θα δυσκολευθεί ξανά να επιτύχει τον μεσοπρόθεσμο στόχο της για πληθωρισμό περίπου 2%», αναφέρεται.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!