H Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να κηρύξει αύριο επίσημα τον διάλογο για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ στη μετά κορονοϊό εποχή, εν μέσω διαφωνιών μεταξύ των χωρών του Νότου που θέλουν ένα σημαντικά χαλαρότερο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) και των χωρών του Βορρά που είναι πολύ πιο φειδωλές σε τέτοιου είδους αλλαγές.
Στη συνέντευξη Τύπου μετά το Ecofin της 5ης Οκτωβρίου, ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πάολο Τζεντιλόνι, δήλωσε ότι έφτασε η ώρα να αρχίσει η σχετική συζήτηση, που επρόκειτο να ξεκινήσει τον Φεβρουάριο του 2020, αλλά ανεστάλη λόγω της πανδημίας.
Ο Τζεντιλόνι ενημέρωσε το Ecofin ότι η Κομισιόν σχεδιάζει να εγκρίνει στις 19 Οκτωβρίου μία ανακοίνωση που θα αξιολογεί τον αντίκτυπο της κρίσης και τις συνέπειές της για το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ.
Υποδηλώνοντας ότι η συζήτηση για τις αλλαγές των κανόνων θα είναι έντονη και θα πάρει χρόνο, ο Επίτροπος σημείωσε ότι είναι αναγκαία μία συνολική επαφή με όλους τους ενδιαφερόμενους, με στόχο την επίτευξη συναίνεσης αρκετά πριν από το 2023, όταν προβλέπεται να ισχύσουν και πάλι οι δημοσιονομικοί κανόνες μετά την αναστολή τους λόγω της COVID-19.
Τα «αγκάθια»
Στο επίκεντρο της συζήτησης αναμένεται να τεθούν το επιτρεπόμενο ύψος δημόσιου χρέους και η διαδικασία προσαρμογής για τις χώρες που υπερβαίνουν το όριο αναφοράς καθώς και το υψηλό κόστος της μετάβασης σε ένα σύστημα μηδενικών εκπομπών ρύπων.
Το ΣΣΑ ξεκίνησε το 1997 με δύο βασικά όρια: το δημοσιονομικό έλλειμμα 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος 60% του ΑΕΠ και έφθασε μετά από τις πολλαπλές παρεμβάσεις που έγιναν στη διάρκεια των επόμενων ετών να γίνει ένα πολυδαίδαλο και μακροσκελές κείμενο 108 σελίδων αναλυτικών οδηγιών και ρυθμίσεων.
Στόχος του ΣΣΑ είναι ο έμμεσος συντονισμός των δημοσιονομικών πολιτικών στην ΕΕ, οι οποίες χαράσσονται από τις χώρες της Ευρωζώνης, ώστε να διασφαλιστεί η συνοχή του ευρώ και της αξίας του.
Οι κανόνες οδήγησαν σε μεγάλες τριβές και διαμάχες στην Ευρωζώνη την τελευταία 20ετία, με την πρώτη σφοδρή κριτική να ασκεί το 2002 ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ρομάνο Πρόντι, που χαρακτήρισε το Σύμφωνο «χαζό», μία άποψη που εξακολουθεί να έχει.
Το ΣΣΑ αναθεωρήθηκε τρεις φορές, την πρώτη το 2005 καθώς η Γερμανία και η Γαλλία είχαν αρνηθεί να εφαρμόσουν τις διατάξεις του. Στη συνέχεια ακολούθησε η επί τα αυστηρότερο αναθεώρησή του το 2011 και το 2013 μετά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης.
Στο επίκεντρο το χρέος
Για την αναθεώρηση του κριτηρίου του δημόσιου χρέους υπάρχει σήμερα κάποια δυναμική, καθώς υπέρ αυτής έχει και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), αναγνωρίζοντας ότι είναι εξωπραγματικό να ισχύσουν οι ισχύοντες κανόνες όταν το δημόσιο χρέος της Ελλάδας έχει ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ και της Ιταλίας το 160%.
«Ο στόχος για χρέος 160% του ΑΕΠ είχε λογική όταν γινόταν η διαπραγμάτευση για τη συνθήκη του Μάαστριχτ, αλλά δεν θα είχε νόημα σήμερα», δήλωσε ο Ρέγκλινγκ, προσθέτοντας ότι «η δυνατότητα ανάληψης χρέους των κυβερνήσεων είναι μεγαλύτερη τώρα από ότι είχε υποτεθεί με τη συνθήκη του Μάαστριχτ, επομένως αυτά πρέπει να τα δει κανείς».
Ωστόσο, ακόμη και για το θέμα αυτό, που θεωρείται αναγκαία μία χαλαρότερη προσέγγιση, θα υπάρξει μάχη των χωρών του Νότου με τις χώρες του Βορρά.
Να μην εμποδιστεί η ενεργειακή μετάβαση
Το άλλο μείζον θέμα των συζητήσεων είναι να διασφαλιστεί ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες δεν θα «δέσουν τα χέρια» των κυβερνήσεων όταν θα πρέπει να κάνουν μεγάλες δαπάνες για την ενεργειακή μετάβαση σε μία κλιματικά ουδέτερη οικονομία.
Το ινστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών πρότεινε την εξαίρεση των σχετικών δαπανών από τον υπολογισμό του ορίου 3% για το δημοσιονομικό έλλειμμα, ενώ ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόβσκις, δήλωσε ότι το θέμα αυτό θα αποτελέσει σίγουρα μέρος της προσέγγισης του διαλόγου.
Ωστόσο, ενώ η πρόταση του Bruegel έχει τη στήριξη της Ισπανίας, της Γαλλίας και άλλων χωρών, σε άλλες χώρες υπάρχουν επιφυλάξεις για την εξαίρεση δαπανών από τον στόχο για το έλλειμμα.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!