Καλοκαιρινές θερμοκρασίες στο Μπρντο της Σλοβενίας, που φιλοξένησε τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ, αλλά και τους επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών. Κεφάτοι ήταν όλοι οι συμμετέχοντες. Η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας φαίνεται ότι επιτυγχάνεται πιο γρήγορα απ' όσο είχαν υπολογίσει οι ειδικοί, ενώ ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι προβλέπει ανάπτυξη της τάξης του 4,8% για το 2021. «Η κατάσταση εξελίσσεται καλύτερα από όσο είχαμε εκτιμήσει», προσθέτει η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT) Κριστίν Λαγκάρντ. Τα σενάρια τρόμου δεν επαληθεύονται.
Το ζήτημα είναι όμως ότι η ΕΕ πληρώνει «ακριβά» την ανάκαμψη με κρατική επιδότηση της εργασίας σε εποχές πανδημίας και ενισχύσεις δισεκατομμυρίων για μεμονωμένες επιχειρήσεις ή και για ολόκληρους κλάδους της οικονομίας. Η ΕΚΤ συνεχίζει να αγοράζει κάθε είδους ομόλογα, ενισχύοντας τη ρευστότητα. Αποτέλεσμα, σύμφωνα με υπολογισμούς του Επιτρόπου Τζεντιλόνι, είναι να αυξηθεί ο κρατικός δανεισμός στο 100% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο ενώ το Σύμφωνο Σταθερότητας προβλέπει 60%. Στην Ιταλία οι κρατικές επιδοτήσεις οδήγησαν το χρέος στο 160%, το υψηλότερο ποσοστό από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Χρειάζονται στοχευμένα μέτρα»
«Όλα αυτά ήταν σωστά», επισημαίνει ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ, «αλλά τώρα ήρθε η ώρα να αλλάξουμε τακτική και να μην ρίχνουμε χρήματα από το ελικόπτερο, να θεσπίσουμε πιο στοχευμένα μέτρα». Αυτό προφανώς σημαίνει ότι οι επιδοτήσεις θα περιοριστούν σε συγκεκριμένους κλάδους που έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την πανδημία, όπως η εστίαση και ο τουρισμός. Από την άλλη πλευρά, προειδοποιεί ο Επίτροπος, «δεν επιτρέπεται να κάνουμε τα ίδια λάθη όπως στη δημοσιονομική κρίση, πριν από δέκα χρόνια». Με άλλα λόγια, η Κομισιόν προειδοποιεί ότι οι όποιες περικοπές δαπανών δεν μπορεί να εκμηδενίζουν τις κρατικές επενδύσεις, από τις οποίες οι Ευρωπαίοι αναμένουν κατ' εξοχήν την τόνωση της ανάπτυξης.
Αλλά η συζήτηση για τη μείωση του χρέος μόλις άρχισε. Μερικές χώρες, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, προειδοποιούν ότι δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στα ίδια αυστηρά κριτήρια δημοσιονομικής πειθαρχίας που ίσχυαν πριν από την πανδημία και επέβαλαν για παράδειγμα, όριο του 3% του ΑΕΠ για τον νέο δανεισμό. Για τη Γαλλία το ποσοστό αυτό εκτινάχθηκε στο 9% για φέτος, ενώ αναμένεται να προσεγγίσει το 5% το 2021. Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της DW, o Επίτροπος Τζεντιλόνι ανέφερε ότι «αυτό δεν είναι πρόβλημα, ακόμη και ένα δημόσιο χρέος στο 100% του ΑΕΠ δεν είναι παράλογο». Στο ίδιο μήκος κύματος η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ τονίζει ότι όλα εξαρτώνται από το πού πηγαίνουν τα χρήματα και προφανώς η επένδυση στην ψηφιακή καινοτομία ή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα εκτιμηθεί περισσότερο από αλόγιστες καταναλωτικές δαπάνες. Πολλοί υπουργοί Οικονομικών θεωρούν ότι τα «καλά χρέη» που χρηματοδοτούν την επένδυση και την καινοτομία, θα πρέπει να εξαιρούνται πλέον από τις επιταγές του Συμφώνου Σταθερότητας.
Οι «Βόρειοι» επιμένουν στη δημοσιονομική πειθαρχία
Ωστόσο, δεν συμφωνούν όλοι με αυτή την προσέγγιση. Οκτώ υπουργοί Οικονομικών, σε κοινή επιστολή τους προς το Γιούρογκρουπ, έχουν επισημάνει ότι «κοινός στόχος πρέπει να παραμείνει η τιθάσευση των υπερβολικών ελλειμμάτων». Κατά την άποψή τους δεν αποκλείεται η αναθεώρηση των κανόνων για το Σύμφωνο Σταθερότητας, αλλά δεν επιτρέπεται να αποκηρυχθεί «ο στόχος της συνετής οικονομικής διαχείρισης». Συνυπογράφουν, μεταξύ άλλων, η Ολλανδία, η Αυστρία και η Δανία. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς απέφυγε να λάβει μέρος στη διαμάχη, λέγοντας ότι «δεν τάσσεται ούτε με τη μία άποψη, ούτε με την άλλη, αλλά προκρίνει μία μέση λύση». Κατά τον Σολτς η εμπειρία της δημοσιονομικής κρίσης μας δείχνει ότι «ήταν σημαντικό να έχουμε συγκεκριμένα κριτήρια σταθερότητας, τα οποία μας δίνουν μεγάλα περιθώρια ευελιξίας».
Σημειώνεται ότι η γερμανική κυβέρνηση έχει ήδη διαθέσει περίπου 400 δισεκατομμύρια ευρώ για την καταπολέμηση της πανδημίας, ποσό που εξασφαλίστηκε με νέο δανεισμό. Με 66% του ΑΕΠ το γερμανικό χρέος παραμένει σχετικά χαμηλό σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης, αλλά αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω μέσα στο 2021. Στον προεκλογικό αγώνα που βρίσκεται πλέον στην τελική ευθεία, ο υπουργός Οικονομικών και υποψήφιος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD) για την καγκελαρία, έχει επανειλλημένα ξεκαθαρίσει ότι η σημερινή κατάσταση των δημοσίων οικονομικών δεν αφήνει περιθώρια για φοροαπαλλαγές, σε αντίθεση με τους συγκυβερνώντες στο Βερολίνο Χριστιανοδημοκράτες (CDU), αλλά και το αντιπολιτευόμενο Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP). Στο προεκλογικό του πρόγραμμα το SPD αναφέρει απλώς ότι επιδιώκει «ευέλικτους» δημοσιονομικούς κανόνες, αλλά στην άτυπη συνάντηση της Σλοβενίας ο Όλαφ Σολτς δεν θέλησε να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες.
Επισήμως οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας έχουν τεθεί στο περιθώριο μέχρι τα τέλη του 2022. Ήδη σήμερα Γαλλία και Ιταλία ζητούν παράταση της μεταβατικής περιόδου μέχρι τα τέλη του 2023. Παράλληλα διεξάγεται και η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου. Πάντως, κορυφαία οικονομικά ινστιτούτα, όπως το Ινστιτούτο της Γερμανικής Οικονομίας (DIW) στην Κολωνία και το Ινστιτούτο Μπρίγκελ των Βρυξελλών προειδοποιούν τους ενδιαφερόμενους να μην βιαστούν να επιστρέψουν στα παλαιά κριτήρια.
Πηγή: DW
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!