Ο πληθωρισμός έδειξε φέτος τα δόντια του, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια που ήταν ιδιαίτερα χαμηλός ή ακόμη και αρνητικός κατά διαστήματα.
Μία συγκυρία, που έχει σχέση με την πανδημία και με άλλους παράγοντες, έχει προκαλέσει ένα εκρηκτικό μείγμα, οδηγώντας σε αυξήσεις τιμών μεγαλύτερες από ό,τι αναμενόταν από τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες είναι επιφορτισμένες με τη διατήρηση της νομισματικής σταθερότητας.
Αύξηση του κόστους ενέργειας
Το «καμπανάκι κινδύνου» χτύπησε αρχικά με τις αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας.
Οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου αυξάνονταν φέτος με ταχείς ρυθμούς και κινούνταν το καλοκαίρι πάνω από τα 70 δολάρια το βαρέλι, καθώς το καρτέλ των χωρών του ΟΠΕΚ μείωσε δραστικά την προσφορά του, ενώ πέρυσι είχαν γκρεμιστεί λόγω του κορονοϊού.
Η επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης λόγω της κλιματικής αλλαγής αύξησε κατακόρυφα τη ζήτηση για φυσικό αέριο και εκτίναξε την τιμή του. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η τιμή του αερίου τον Ιούλιο ήταν αυξημένη κατά 72,3% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020.
Η εκτίναξη της τιμής του αερίου και το υψηλό κόστος για τα δικαιώματα εκπομπών αερίων έχουν οδηγήσει με τη σειρά τους σε μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής ρεύματος, η οποία αναμένεται να μετακυλιστεί στους καταναλωτές το επόμενο διάστημα.
Υπερδιπλασιασμός των ναύλων
Παράλληλα, οι τιμές των ναύλων διπλασιάστηκαν ή τριπλασιάστηκαν το τελευταίο 12μηνο, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους για τις επιχειρήσεις. Τα φαινόμενα ξηρασίας και παγετού, που σημειώθηκαν σε χώρες με σημαντική αγροτική παραγωγή - όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Ρωσία και η Ουκρανία – αύξησαν σημαντικά τις διεθνείς τιμές αγροτικών προϊόντων, όπως των σιτηρών, της ζάχαρης και των φυτικών ελαίων. Το ΔΝΤ προβλέπει για φέτος αύξηση του δείκτη διεθνών τιμών τροφίμων κατά 25% και των λιανικών τιμών 5% κατά μέσο όρο παγκοσμίως.
Ειδικά για την τιμή του καφέ, που σύμφωνα με τον υπουργό Ανάπτυξης, Άδ.Γεωργιάδη, μπορεί να εκτιναχθεί, το imerisia.gr είχε γράψει από τον Ιούλιο ότι η μείωση της παραγωγής της Βραζιλίας, η οποία χτυπήθηκε μέσα σε ένα χρόνο και από παγετό και από ξηρασία, οδήγησε στον διπλασιασμό των τιμών παραγωγού και δημιούργησε έτσι τις συνθήκες για να ακολουθήσουν αυξήσεις και στις λιανικές τιμές.
Διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας
Η πανδημία προκάλεσε ελλείψεις και αυξήσεις των τιμών σε πρώτες ύλες και εξαρτήματα, όπως τα μικροτσίπ, που είναι απαραίτητα για την παραγωγή σε διάφορους βιομηχανικούς κλάδους. Η διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας οφείλεται στα μέτρα καραντίνας που παίρνουν διάφορες χώρες του κόσμου λόγω του κορονοϊού, τα οποία οδηγούν σε μείωση της προσφοράς. Οι τελευταίες μηνιαίες έρευνες στην Ελλάδα και γενικότερα την Ευρωζώνη δείχνουν ότι το κόστος των εισροών αυξάνεται με ρυθμό – ρεκόρ.
H πρωτοφανής δημοσιονομική και νομισματική στήριξη
Το πληθωριστικό μείγμα ενισχύθηκε περαιτέρω από τα πρωτοφανή δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα στήριξης στη διάρκεια της πανδημίας. Με την επανέναρξη λειτουργίας των επιχειρήσεων, η ρευστότητα που έχουν αποκτήσει τα νοικοκυριά, μέσω των διάφορων κρατικών επιδομάτων ή αναστολών πληρωμών δανείων, διοχετεύεται στην αγορά, ενισχύοντας τη ζήτηση, κάτι που διευκολύνει τις επιχειρήσεις να μετακυλίσουν την αύξηση του κόστους στους καταναλωτές. «Η πρωτοφανής δημοσιονομική και νομισματική στήριξη, ως αντίδραση στην πανδημία, βοήθησε ουσιαστικά να μειωθούν οι απώλειες της παραγωγής, αλλά προκάλεσε ανησυχίες για τον πληθωρισμό και το χρέος», δήλωσε η επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Γκίτα Γκόπινατ.
Ενας ακόμη λόγος για την αύξηση του πληθωρισμού φέτος είναι στατιστικός, δηλαδή οι τιμές ανεβαίνουν γιατί συγκρίνονται με τις περυσινές, όταν είχαν μειωθεί λόγω του γενικού lockdown.
Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα
Ολοι αυτοί οι λόγοι συνέβαλαν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, στη σταδιακή αύξηση του πληθωρισμού φέτος στην Ελλάδα, την Ευρώπη και γενικότερα σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα, ο ετήσιος πληθωρισμός κινείτο σε αρνητικό έδαφος από την έναρξη της πανδημίας, για να γίνει οριακά θετικός τον Απρίλιο (0,1%) και να φθάσει στο 1,4% τον Ιούλιο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, με τον δείκτη τιμών διατροφής να αυξάνεται 1,7%, τον δείκτη στέγασης 4,2% λόγω των αυξήσεων στις τιμές του αερίου, του πετρελαίου και του ρεύματος και τον δείκτη μεταφορών κατά 5,8% λόγω κυρίως της αύξησης των τιμών των καυσίμων.
Η άνοδος του πληθωρισμού εκτιμάται ότι συνεχίσθηκε και τον Αύγουστο καθώς οι αυξήσεις των εργοστασιακών τιμών περνάνε σταδιακά στους καταναλωτές. Ο δείκτης εργοστασιακών τιμών αυξήθηκε 13% τον Ιούλιο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, με αιχμή τις τιμές του πετρελαίου και του μηχανολογικού - ηλεκτρολογικού εξοπλισμού.
Στο 3% στην Ευρωζώνη και στο 5,4% στις ΗΠΑ
Η διαδικασία μετακύλισης των τιμών στον καταναλωτή φαίνεται και από τα στοιχεία του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη που ανακοίνωσε την Τετάρτη η Eurostat, τα οποία έδειξαν αφενός μεν ότι εκτινάχθηκε στο 3% από 2,2% τον Ιούλιο και αφετέρου μία ασυνήθιστα μεγάλη αύξηση των τιμών των βιομηχανικών προϊόντων (2,7%).
Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ, όπου σκαρφάλωσε στο 5,4% τον Ιούλιο, ενώ και στον ΟΟΣΑ ήταν υψηλότερος τον ίδιο μήνα από την Ευρωζώνη (4,2%).
Διαφορετικές εκτιμήσεις για την πορεία
Τα ερωτήματα που τίθενται τώρα είναι πόσο ακόμη θα αυξηθεί ο πληθωρισμός και αν θα διατηρηθεί στη συνέχεια σε υψηλά επίπεδα, κάτι που βέβαια θα περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών. Η άποψη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και άλλων κεντρικών τραπεζών είναι ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει το 2022 καθώς θα εκλείψουν βασικοί παράγοντες που τον τροφοδότησαν φέτος, όπως η διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας και οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου.
Την άποψη αυτή συμμερίζονται εν μέρει μόνο διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ. «Οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν προσωρινά χαρακτηριστικά αλλά με ανοδικούς κινδύνους», δήλωσε η Γκόπινατ. Αντίστοιχες επιφυλάξεις έχουν και κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης, όπως ο Γερμανός Γενς Βάιντμαν, ο οποίος δήλωσε ότι δεν πρέπει να υποεκτιμάται ο πληθωριστικός κίνδυνος.
Κατά την άποψη κορυφαίων στελεχών της ΕΚΤ, ο κίνδυνος να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα ο πληθωρισμός είναι μικρός όσο οι αυξήσεις των τιμών δεν οδηγούν σε αντίστοιχες αυξήσεις των μισθών που οδηγούν σε ένα πληθωριστικό σπιράλ. Ωστόσο, ακόμη και αν δεν αυξηθούν οι μισθοί, υπάρχει ένα ερώτημα κατά πόσο η διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας θα τελειώσει το 2022 ή κατά πόσο δεν θα υπάρξουν και νέες αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των καυσίμων ή των τροφίμων που θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!