Ένα μήνα περίπου πριν από τις γερμανικές εκλογές η αβεβαιότητα για την κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές είναι πιο μεγάλη από ποτέ στο πρόσφατο παρελθόν.
Με τη δύναμη των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και των συνεργαζόμενων με αυτούς Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας (CSU) να συρρικνώνεται, το πολιτικό σκηνικό είναι ιδιαίτερα κατακερματισμένο, αφήνοντας ανοιχτά πολλά ενδεχόμενα για τις συνεργασίες από τις οποίες θα προκύψει η νέα κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου.
Προβάδισμα των Σοσιαλδημοκρατών στο τελευταίο γκάλοπ
Μεγάλη δημοσκόπηση της Forsa την περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), με υποψήφιο καγκελάριο τον υπουργό Οικονομικών Ολαφ Σολτς, προηγούνται για πρώτη φορά από το 2006 των συντηρητικών (CDU/CSU), με 23% έναντι 22%. Το προβάδισμα του SPD επιβεβαιώθηκε και διευρύνθηκε με βάση σημερινό γκάλοπ της εταιρείας Insa καθώς παίρνει το 24% στην πρόθεση ψήφου έναντι 21% των συντηρητικών.
Η αποχώρηση της Άγκελα Μέρκελ από την καγκελαρία μετά τις 26 Σεπτεμβρίου έχει συμβάλει στην κάμψη των συντηρητικών καθώς ο νέος υποψήφιος καγκελάριος τους, ο πρόεδρος του CDU Αρμιν Λάνσετ, έχει πολύ χαμηλά ποσοστά δημοφιλίας.
Οι Πράσινοι, που προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις τους τελευταίους μήνες, έχουν περάσει στην τρίτη θέση με 18% στο γκάλοπ της Forsa, ενώ ακολουθούν οι Φιλελεύθεροι (FDP) με 12%, το ακροδεξιό κόμμα AfD με 10% και το κόμμα της Αριστεράς με 6%.
Με τα ποσοστά αυτά, η επόμενη κυβέρνηση πιθανόν να πρέπει να στηριχθεί σε τρία κόμματα, με δεδομένο ότι θα είναι δύσκολο, λόγω του αναλογικού εκλογικού συστήματος, να υπάρξει κοινοβουλευτική πλειοψηφία από τη συνεργασία δύο κομμάτων.
Οι εκλογές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μία κυβέρνηση συνεργασίας του CDU/CSU, των Πρασίνων και του FDP ή σε μία κυβέρνηση συνασπισμού με επικεφαλής τον Σολτς και συμμετοχή των Πρασίνων και του FDP ή και σε άλλες μορφές κυβερνητικών σχημάτων.
Η συζήτηση για τους δημοσιονομικούς κανόνες
Η σημασία των γερμανικών εκλογών για την Ευρώπη γενικά και την Ελλάδα ειδικότερα ήταν πάντοτε μεγάλη, δεδομένου του ειδικού βάρους που έχει το Βερολίνο στη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών, ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα.
Το ενδιαφέρον αυτή τη φορά για την Ελλάδα, όπως και για άλλες χώρες της Ευρωζώνης, εστιάζεται στη συζήτηση που θα ανοίξει μετά τις γερμανικές εκλογές για τις αλλαγές στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ.
Η Ελλάδα και άλλες χώρες του Νότου προσδοκούν σε μία χαλάρωση των κανόνων αυτών, που έχουν αποτυπωθεί στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, όπως αυτόν που αφορά στην υποχρέωση να μειώνουν το χρέος τους κατά 5% ετησίως έως ότου φθάσει το 60% του ΑΕΠ. Με τον κορονοϊό να έχει εκτοξεύσει το δημόσιο χρέος της Ελλάδας πάνω από το 200% του ΑΕΠ, ο κανόνας αυτός οδηγεί στην ανάγκη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2023, φθάνοντας στο 3,7% το 2025 σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, υπονομεύοντας παράλληλα την προσπάθεια για επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης.
Ο ρόλος των Πρασίνων
Για πολλούς αναλυτές, το ενδεχόμενο συμμετοχής των Πρασίνων στη νέα κυβέρνηση, οι οποίοι τάσσονται υπέρ μίας πιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής στη Γερμανία και την ΕΕ, θα έθετε οριστικά στην ιστορία τη γερμανική εμμονή στη λιτότητα, την οποία εξέφρασε κατ’ εξοχήν ο πρώην υπουργός Οικονομικών και σήμερα πρόεδρος της Βουλής, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Μία κυβέρνηση συνεργασίας του SPD με τους Πράσινους, που βλέπουν πιο θετικά την ολοκλήρωση της Ευρωζώνης, μπορεί να διευκολύνει τη συζήτηση για τις αλλαγές στους δημοσιονομικούς κανόνες, ώστε να καταλήξει σε ευνοϊκές για την Ελλάδα εξελίξεις. Ορισμένοι αναλυτές, μάλιστα, θεωρούν ότι μία τέτοια κυβέρνηση μπορεί να μειώσει και τις διαφορές στις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων με τα ομόλογα των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Ο Ολαφ Σολτς τάχθηκε προ μηνών υπέρ της επαναφοράς των δημοσιονομικών κανόνων στη ΕΕ, χωρίς ωστόσο να αποκλείσει ρητά το ενδεχόμενο να υπάρξουν αλλαγές σε αυτούς.
Η Γερμανία παρέκκλινε στη διάρκεια της πανδημίας από την πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, αλλά κορυφαία στελέχη του CDU έχουν ταχθεί υπέρ της επαναφοράς του νόμου - που είναι και συνταγματικά κατοχυρωμένος - για τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς όπως και του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
«Γενικά, σε όλα τα κόμματα, με πιθανή εξαίρεση του Φιλελεύθερους, υπάρχει μία τάση να δοθεί στην κυβέρνηση λίγο μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία», δήλωσε στέλεχος της εταιρείας διαχείρισης περιουσίας DWS στο Reuters.
«Θεωρώ ότι υπάρχει πιθανότητα 70% συμμετοχής του CDU/CSU στον επόμενο κυβερνητικό συνασπισμό, που σημαίνει ότι δεν βλέπουμε σημαντική αλλαγή όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες», δήλωσε άλλο στέλεχος της Saxo Bank.
Ορισμένα στελέχη, ωστόσο, του CDU/CSU θα έβλεπαν θετικά την αύξηση των δαπανών στα πλαίσια του νόμου για τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, που θα μπορούσαν να φθάσουν τα 100 δισ. ευρώ τα επόμενα τέσσερα χρόνια, σύμφωνα με τον Carsten Brzeski της ING.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!