Η Ελλάδα θα έχει πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ φέτος και τα επόμενα χρόνια έως το 2029, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στη νέα έκθεση για τις παγκόσμιες δημοσιονομικές εξελίξεις (Fiscal Monitor).
Για το ελληνικό δημόσιο χρέος, στο οποίο έχουν συνυπολογισθεί οι τόκοι δανείων της Ελλάδας από το EFSF που έχουν μετατεθεί για να πληρωθούν από το 2032 και μετά, προβλέπει ότι θα μειωθεί από το 168,9% του ΑΕΠ πέρυσι στο 159% φέτος και στο 152,9% το 2025 και ότι θα συνεχίσει την καθοδική του πορεία τα επόμενα χρόνια για να υποχωρήσει στο 139,4% το 2029.
Να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ προβλέπει πως η Ιταλία θα έχει το 2029 υψηλότερο χρέος από την Ελλάδα (142,3% του ΑΕΠ).
Τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να διαμορφωθούν στο 47,6% του ΑΕΠ φέτος και στο 47,7% το 2025 και να μειωθούν στο 45,2% το 2029, ενώ για τις δαπάνες προβλέπει ότι θα ανέλθουν στο 48,6% του ΑΕΠ φέτος και το 2025 και θα υποχωρήσουν στο 45,7% το 2029.
Πολύ υψηλό το παγκόσμιο χρέος
Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος είναι πολύ υψηλό. Αναμένεται να ξεπεράσει τα 100 τρις. δολάρια ή περίπου το 93% του παγκόσμιου ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2024 και θα προσεγγίσει το 100% του ΑΕΠ μέχρι το 2030, επίπεδο που είναι 10 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από του 2019.
Αν και η εικόνα δεν είναι ομοιόμορφη - καθώς το δημόσιο χρέος αναμένεται να σταθεροποιηθεί ή να μειωθεί στα δύο τρίτα των χωρών - το Fiscal Monitor δείχνει ότι τα μελλοντικά επίπεδα χρέους πιθανόν να είναι ακόμη υψηλότερα από τα προβλεπόμενα και ότι απαιτούνται πολύ μεγαλύτερες δημοσιονομικές προσαρμογές από τις τρέχουσες προβλέψεις για τη σταθεροποίηση ή τη μείωσή του με μεγάλη πιθανότητα.
Η έκθεση υποστηρίζει ότι οι χώρες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους χρέους τώρα με προσεκτικά σχεδιασμένες δημοσιονομικές πολιτικές που θα προστατεύουν την ανάπτυξη και τα ευάλωτα νοικοκυριά, ενώ παράλληλα θα επωφελούνται από τις μειώσεις επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών.
Γιατί η πραγματικότητα για το χρέος είναι χειρότερη
Οι δημοσιονομικές προοπτικές πολλών χωρών ενδέχεται να είναι χειρότερες από ό,τι αναμένεται για τρεις λόγους: Τις μεγάλες πιέσεις στις δαπάνες, τις συνήθως αισιόδοξες προβλέψεις για το χρέος και το σημαντικό επίπεδο μη αναγνωρισμένου χρέους.
Η κατεύθυνση παγκοσμίως είναι για αύξηση των δαπανών καθώς οι χώρες πρέπει να δαπανούν όλο και περισσότερο για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού, την πράσινη μετάβαση και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, καθώς και τις ανάγκες για άμυνα και ενεργειακή ασφάλεια, λόγω των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων.
Από την άλλη πλευρά, η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει ότι οι προβλέψεις για το χρέος τείνουν να υποεκτιμούν σημαντικά τα πραγματικά αποτελέσματα. Ο πραγματικός λόγος χρέους προς ΑΕΠ μετά από πέντε χρόνια μπορεί να είναι κατά μέσο όρο 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερος από τις προβλέψεις.
Σε ένα εξαιρετικά δυσμενές σενάριο που έχει καταρτίσει το ΔΝΤ, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος θα φθάσει το 115% του ΑΕΠ σε τρία χρόνια - σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από ό,τι προβλέπεται σήμερα.
Μια ανάλυση περισσότερων από 30 χωρών έδειξε ότι το 40% του μη αναγνωρισμένου χρέους προέρχεται από πιθανές υποχρεώσεις και δημοσιονομικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι κυβερνήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες προκύπτουν από ζημιές σε κρατικές επιχειρήσεις.
Ιστορικά, το μη αναγνωρισμένο χρέος είναι μεγάλο, κυμαίνεται από 1 - 1,5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, και αυξάνεται απότομα σε περιόδους χρηματοπιστωτικής πίεσης.
Μεγαλύτερη δημοσιονομική προσπάθεια
«Εάν το δημόσιο χρέος είναι υψηλότερο από ό,τι φαίνεται, οι τρέχουσες δημοσιονομικές προσπάθειες είναι πιθανότατα μικρότερες από ό,τι χρειάζεται», σημειώνει το ΔΝΤ.
Η δημοσιονομική προσαρμογή διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στον περιορισμό των κινδύνων χρέους. Με τον πληθωρισμό να μειώνεται και τις κεντρικές τράπεζες να μειώνουν τα επιτόκια, οι οικονομίες είναι τώρα σε καλύτερη θέση για να απορροφήσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της δημοσιονομικής σύσφιξης.
«Η καθυστέρηση θα ήταν κοστοβόρα και επικίνδυνη, καθώς η απαιτούμενη διόρθωση αυξάνεται όσο περνάει ο καιρός και η εμπειρία δείχνει ότι το υψηλό χρέος και η έλλειψη αξιόπιστων δημοσιονομικών σχεδίων μπορεί να προκαλέσουν δυσμενείς αντιδράσεις της αγοράς, περιορίζοντας τα περιθώρια ελιγμών σε περιπτώσεις διαταραχών.
Οι τρέχουσες δημοσιονομικές προσαρμογές -κατά μέσο όρο 1% του ΑΕΠ σε διάστημα έξι ετών έως το 2029- ακόμη και αν εφαρμοστούν πλήρως, δεν επαρκούν για να μειώσουν σημαντικά ή να σταθεροποιήσουν το χρέος με μεγάλη πιθανότητα, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Μια συνολική σύσφιξη της τάξης του 3,8% του ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο θα χρειαζόταν για μια μέση οικονομία για να εξασφαλιστεί με μεγάλη πιθανότητα η σταθεροποίηση του χρέους.
Σε χώρες όπου το χρέος δεν προβλέπεται να σταθεροποιηθεί, όπως η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες, η απαιτούμενη προσπάθεια είναι σημαντικά μεγαλύτερη. Αλλά αυτές οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες διαθέτουν πολύ περισσότερες επιλογές πολιτικής από ό,τι άλλες χώρες.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!