Μια από τις πιο αμφίρροπες συνεδριάσεις της ξεκίνησε η Federal Reserve, καθώς μέσα σε λίγες ημέρες το τοπίο άλλαξε ριζικά δημιουργώντας σημαντικές δυσκολίες για τα μέλη του συμβουλίου που γνωρίζουν πως, όποια απόφαση και να πάρουν, αυτή εμπεριέχει αρκετό ρίσκο.
Με την κατάρρευση της SVB και Signature Bank που δημιούργησε εύλογα ερωτηματικά για την υγεία των μικρών αμερικανικών τραπεζών και το συστημικό κίνδυνο για τον κλάδο ευρύτερα με φόντο και το «σεισμό» της Credit Suisse φούντωσαν τα σενάρια που ήθελαν τη Fed ακόμη και να αποφεύγει οποιαδήποτε τροποποίηση των επιτοκίων, ειδικά τόσο κοντά χρονικά στη θύελλα που ξέσπασε στο τραπεζικό σύστημα.
Όμως, ο επίμονα υψηλός πληθωρισμός και η πρόθεση της Κεντρική Τράπεζας να θελήσει να στείλει το μήνυμα πως δεν ανησυχεί για την κατάσταση που επικρατεί σε σημείο που να παρεκκλίνει της πολιτικής της -όπως δηλαδή έκανε και η ΕΚΤ προχωρώντας μάλιστα σε δυναμική αύξηση των ευρωεπιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης- καθιστούν πλέον αμφίβολο, αν και όχι τελείως απίθανο, ότι το συμβούλιο θα ρισκάρει να κρατήσει στάση αναμονής.
Από την άλλη πλευρά φαντάζει, πλέον, ακόμη απίθανο να ανεβάσει και πάλι… στροφές με δυναμικότερη αύξηση των επιτοκίων, όπως είχε αφήσει να εννοηθεί περίπου δύο εβδομάδες πριν ο ίδιος ο Τζερόμ Πάουελ, κατά την κατάθεση του στο Κογκρέσο. Η τοποθέτηση Πάουελ για πιθανόν υψηλότερο «ταβάνι» στα επιτόκια είχε βάλει τότε «φωτιά» στις αγορές και όχι άδικα. Όμως, η αναταραχή αυτή δεν ήταν τίποτε μπροστά στα όσα ακολούθησαν μόλις λίγα 24ωρα μετά…
Μετριοπαθής αύξηση ή καθόλου αύξηση;
Κάπως έτσι αναλυτές και αγορές ποντάρουν πλέον σε μια μετριοπαθή αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, που θα διαμορφώσει το εύρος τους στο 4,75% με 5%, ήτοι το υψηλότερο σημείο τους από τον Οκτώβριο του 2007.
Πραγματικά, σε δημοσκόπηση που δημοσίευσε σήμερα το CNBC, το 72% των ερωτηθέντων οικονομολόγων και fund managers δήλωσε πως περιμένει τελικά αύξηση των επιτοκίων κατά την τωρινή συνεδρίαση της FOMC, που ολοκληρώνεται αύριο, Τετάρτη. Όμως, μόνο οι μισοί, ήτοι το 52%, δήλωσαν πως κρίνουν συνετή μια αύξηση των επιτοκίων, έστω και μόλις κατά 25 μονάδες βάσης.
Είναι χαρακτηριστικό πως δεν λείπουν οι φωνές που επιμένουν πως το συμβούλιο θα αποφασίσει τελικά να τηρήσει στάση αναμονής. Ανάμεσα τους ο κορυφαίος οικονομολόγος του Apollo Global Management, Τόρστεν Σλοκ, αλλά και οι αναλυτές της Goldman Sachs που προ ημερών αναθεώρησαν την πρόβλεψη τους ποντάροντας πλέον σε μη τροποποίηση των αμερικανικών επιτοκίων.
Το δύσκολο δίλημμα
Ο λόγος είναι απλός και φανερώνει το δίλημμα που έχουν στα χέρια τους τα μέλη του συμβουλίου. Παρά τις διαβεβαιώσεις των κυβερνητικών και εποπτικών τραπεζικών αρχών για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί θα είναι αρκετά, ούτε βέβαια πως δεν θα υπάρξουν και νέες καταρρεύσεις μικρών τραπεζών που θα αναζωπυρώσουν το κλίμα πανικού μεταξύ των καταθετών και των επενδυτών. Κι αυτό διότι οι συνθήκες που τις έφεραν στο δύσκολο σημείο που βρίσκονται σήμερα οφείλονται ακριβώς στις επιπτώσεις της εντατικής περιοριστικής πολιτικής της Fed.
Η αβεβαιότητα αυτή αναγκάζει το συμβούλιο να κινηθεί ουσιαστικά στα… τυφλά, ρισκάροντας μια απόφαση που είτε μπορεί να εντείνει τις πιέσεις που δέχεται ο τραπεζικός κλάδος και η οικονομία εφόσον αποφασίσει νέα αύξηση των επιτοκίων είτε να διευκολύνει την αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων αν δεν τροποποιήσει τα επιτόκια. Αρκεί να αναφέρουμε πως, μέσα σε λίγα 24ωρα, αρκετοί οίκοι αναθεώρησαν και τις εκτιμήσεις τους για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας θεωρώντας πως έχουν αυξηθεί οι πιθανότητες υποχώρησης της σε ύφεση, μέσα στη χρονιά!
«Η πρόκληση είναι τεράστια. Και στην περίπτωση αυτή ο (Τζερόμ) Πάουελ θα πρέπει να γίνει και πυροσβέστης και αστυνομικός» σχολίασε χαρακτηριστικά, μιλώντας στους Financial Times, η Έλεν Μιντ, που υπήρξε ανώτατος σύμβουλος του συμβουλίου των κυβερνητών της Fed μέχρι το 2021.
«Η τραπεζική κρίση βάζει την Fed σε μια πολύ λεπτή και άβολη θέση» σχολίασε από την πλευρά του ο Γουίλμερ Στιθ της Wilmington Trust, επισημαίνοντας πως δεν έχει σημασία μόνο το guidance για την τροχιά των επιτοκίων αλλά και τι θα αποφασιστεί για το ρυθμό της ποσοτικής σύσφιγξης (QT).
Οι νέες οικονομικές προβλέψεις
Το τοπίο περιπλέκεται από το γεγονός πως η τωρινή συνεδρίαση θα συνδυαστεί με την έκδοση των ανανεωμένων προβλέψεων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας όχι μόνο για την τροχιά των επιτοκίων, αλλά επίσης για τους ρυθμούς ανάπτυξης, τα επίπεδα της ανεργίας και βέβαια του πληθωρισμού μέσα σε ένα έντονα ρευστό περιβάλλον.
«Αν και ο Τζερόμ Πάουελ εκτιμάται πως θα αναγνωρίσει την αβεβαιότητα και να επισημάνει τη βούληση της Fed να αναπροσαρμόσει την πολιτική της εάν η κατάσταση στον τραπεζικό κλάδο επιδεινωθεί, αυτό δεν σημαίνει πως οι νέες οικονομικές προβλέψεις δεν θα παραπέμψουν σε περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων» σχολίασε χαρακτηριστικά ο Άντριου Χάντερ της Capital Economics.
Θυμίζουμε πως τα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό έδειξαν πως ο δομικός δείκτης επιταχύνθηκε σε ποσοστό 0,5% σε μηνιαία βάση, μετά το άλμα κατά 0,4% το Φεβρουάριο. Αντιστοίχως η τελευταία έκθεση για την απασχόληση έδειξε την προσθήκη επιπλέον 311.000 θέσεων εργασίας το Φεβρουάριο, ένα νούμερο χαμηλότερο από τις 500.000 θέσεις που προστέθηκαν τον Ιανουάριο, αλλά και πάλι αρκετά υψηλό ώστε να κρατά τα «σφιχτά» περιθώρια στην αγορά εργασίας. Υπό τη σκιά των στοιχείων αυτών οι αναλυτές δεν περιμένουν πως οι νέες προβλέψεις της Fed θα αφήνουν περιθώρια στο συμβούλιο να χαλαρώσει, επιβεβαιώνοντας τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται το συμβούλιο.
Θυμίζουμε πως το Δεκέμβριο, το προηγούμενο «πακέτο» των οικονομικών εκτιμήσεων της Fed είχε αναγκάσει το συμβούλιο να ανεβάσει την επίσημη εκτίμηση του για το ανώτατο εύρος των επιτοκίων στο 5% με 5,25%.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!