Η σουηδική εταιρεία τηλεπικοινωνιών Ericsson θα πληρώσει πρόστιμο ύψους 206 εκατομμυρίων δολαρίων και δήλωσε ένοχη για υπόθεση διαφθοράς, ανακοίνωσαν το βράδυ της Πέμπτης οι αμερικανικές εισαγγελικές αρχές.
Η Ericsson είχε καταβάλει πρόστιμο 520,6 εκατομμυρίων δολαρίων το 2019 για μια «πολυετή εκστρατεία διαφθοράς», σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς της Νέας Υόρκης, που αφορούσε τη δωροδοκία κυβερνητικών αξιωματούχων και την παραποίηση βιβλίων και αρχείων στο Τζιμπουτί, την Κίνα, το Βιετνάμ, την Ινδονησία και το Κουβέιτ. Επιπλέον, η εταιρεία κατέβαλε περίπου 540 εκατομμύρια δολάρια στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Στον διακανονισμό που έγινε το 2019, η εταιρεία συνήψε συμφωνία αναβολής της ποινικής δίωξης (DPA). Ωστόσο, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης δήλωσε ότι η Ericsson παραβίασε τη συμφωνία, καθώς δεν αποκάλυψε με ειλικρίνεια «όλες τις πραγματικές πληροφορίες και τα στοιχεία» που αφορούσαν τα κυκλώματα της εταιρείας στο Τζιμπουτί και την Κίνα. Η εταιρεία φέρεται επίσης να μην αποκάλυψε πιθανά στοιχεία για παρόμοιο σχέδιο στο Ιράκ.
►Διαβάστε επίσης - Ericsson: Απολύει 8.500 εργαζόμενους - Το 8% του προσωπικού της
Η Ericsson χρησιμοποίησε εξωτερικούς συμβούλους για να δωροδοκήσει κυβερνητικούς αξιωματούχους και διαχειριζόταν «μαύρα ταμεία» και στις πέντε χώρες, δήλωσαν οι εισαγγελείς, χρησιμοποιώντας «εικονικές συμβάσεις» και «πλαστά τιμολόγια», σύμφωνα με την εν λόγω συμφωνία αναβολής της δίωξης.
Δωροδοκίες κυβερνητικών αξιωματούχων και κρατικής εταιρείας
Στην Κίνα καταβλήθηκαν «δεκάδες εκατομμυρία δολάρια» σε πράκτορες και συμβούλους και τουλάχιστον «ένα μέρος των χρημάτων χρησιμοποιήθηκε για την παροχή πραγμάτων αξίας, συμπεριλαμβανομένων ταξιδιών αναψυχής και ψυχαγωγίας, σε ξένους αξιωματούχους», μεταξύ άλλων σε κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών, ανέφερε το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης.
Στο Τζιμπουτί, το υπουργείο Δικαιοσύνης ανέφερε ότι ένας υπάλληλος της Ericsson κατέβαλε πάνω από 2 εκατομμύρια δολάρια (δωροδοκίες) σε υψηλόβαθμους κυβερνητικούς αξιωματούχους της εκτελεστικής εξουσίας της χώρας και στην κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών του Τζιμπουτί.
«Όταν το Υπουργείο έδωσε στην Ericsson την ευκαιρία να συνάψει συμφωνία για την επίλυση μιας έρευνας σχετικά με σοβαρές παραβιάσεις του FCPA, η εταιρεία συμφώνησε να συμμορφωθεί με όλες τις διατάξεις της συμφωνίας αυτής», τόνισε ο βοηθός Γενικός Εισαγγελέας Kenneth Polite σε δελτίο Τύπου. «Αντί να τηρήσει αυτή τη δέσμευση, η Ericsson επανειλημμένα απέτυχε να συνεργαστεί πλήρως και απέτυχε να αποκαλύψει στοιχεία και ισχυρισμούς για παραπτώματα κατά παράβαση της συμφωνίας».
Ο διευθύνων σύμβουλος της Ericsson, Börje Ekholm, δήλωσε σε δελτίο Τύπου, ότι με την τελευταία ποινή και τη συμφωνία ομολογίας, «το θέμα των παραβάσεων έχει πλέον επιλυθεί».
«Αυτή η επίλυση αποτελεί μια έντονη υπενθύμιση των ιστορικών παραπτωμάτων που οδήγησαν στην DPA», πρόσθεσε.
Τα «πάρε-δώσε» με τον ISIS
Η Διεθνής Κοινοπραξία Ερευνητών Δημοσιογράφων ανέφερε το 2022 ότι η Ericsson φέρεται να «ζήτησε άδεια» από τον ISIS για να συνεχίσει να εργάζεται στη Μοσούλη του Ιράκ, η οποία εκείνη την εποχή ελεγχόταν από την τρομοκρατική ομάδα.
Η ανακοίνωση των ομοσπονδιακών εισαγγελέων δεν αναφερόταν άμεσα στην αναφορά της Κοινοπραξίας σχετικά με τις υποτιθέμενες συναλλαγές της Ericsson με το Ισλαμικό Κράτος, αλλά σημείωνε ότι η εταιρεία «απέτυχε να αναφέρει και να αποκαλύψει αμέσως στοιχεία και ισχυρισμούς για συμπεριφορά που σχετίζεται με τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες στο Ιράκ και μπορεί να συνιστά παραβίαση της FCPA».
Σε ανακοίνωσή της, η Ericsson δήλωσε ότι η δική της εσωτερική έρευνα «δεν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ericsson πραγματοποίησε ή ήταν υπεύθυνη για οποιεσδήποτε πληρωμές σε οποιαδήποτε τρομοκρατική οργάνωση».
Μια μεταγενέστερη έρευνα από το 2022 δεν άλλαξε αυτή την εκτίμηση, δήλωσε η εταιρεία.
Με πληροφορίες από CNBC
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!