Σε πάνω από 1 τρισ. δολάρια εκτιμάται πως θα εκτοξευτεί το κόστος της μελλοντικής θωράκισης της ενεργειακής ασφάλειας της Γερμανίας, ήτοι δηλαδή σε τριπλάσια επίπεδα από αυτά που έχει προβλέψει το Βερολίνο. Αυτό αναφέρει σε ανάλυση του το Bloomberg, υπό την προϋπόθεση βεβαίως πως η χώρα θα καταφέρει τον στόχο της.
Οι γερμανικές αρχές έχουν προνοήσει να δαπανήσουν πάνω από 260 δισ. ευρώ (275 δισ. δολάρια) για να διαχειριστούν τις συνέπειες και το ρίσκο που έχει προκύψει από τη ενεργειακή κρίση που πυροδότησε ο πόλεμος. Όμως, το μακροπρόθεσμο πλάνο που περιλαμβάνει από την αναβάθμιση του δικτύου ηλεκτροδότησης έως το κλείσιμο των πυρηνικών και θερμικών μονάδων παραγωγής ενέργειας και την πράσινη μετάβαση των νοικοκυριών (από τη στροφή στην ηλεκτροκίνηση έως την υιοθέτηση πράσινων συστημάτων θέρμανσης) συνοδεύεται από έναν ιδιαίτερα «τσουχτερό» λογαριασμό, που το BloombergNEF τοποθετεί πάνω από το 1 τρισ δολάρια και μάλιστα μέχρι το 2030.
Υψηλοί στόχοι - λίγος χρόνος
Ο ίδιος ο Καγκελάριος Σολτς σε πρόσφατη επίσκεψη του στα κεντρικά γραφεία της Volkswagen αναφέρθηκε στον εθνικό στόχο της πράσινης μετάβασης, ενώ παρουσίασε και μια λίστα προτεραιοτήτων. Αυτές περιλαμβάνουν τη δημιουργία 27 νέων μονάδων ΑΠΕ και 4 παράκτιων αιολικών πάρκων την εβδομάδα(!), συνάμα με την εγκατάσταση ενός… στόλου ηλιακών πάνελ που θα αναλογούν σε 43 στάδια ποδοσφαίρου.
«Είναι ένας πολύ τολμηρός στόχος, πιθανότατα το πιο τολμηρό project που έχει δρομολογήσει η χώρα από την εποχή της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης της» υποστήριξε ο αντιπρόεδρος και αρμόδιος υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, που εποπτεύει και τη δρομολόγηση της νέας εθνικής ενεργειακής πολιτικής.
Σύμφωνα με έκθεση του think tank Agora Energiewende, η χώρα θα χρειαστεί να διασφαλίσει την παραγωγή επιπλέον 250 gigawatt ενέργειας μέχρι το 2030 προκειμένου να πιάσει τους στόχους της. Μέχρι τότε δε, η ενεργειακή ζήτηση αναμένεται να έχει αυξηθεί τουλάχιστον κατά 25% σε σχέση με τα τωρινά επίπεδα.
Για να γίνει καλύτερα κατανοητό το μέγεθος του στόχου αυτού, η απαιτούμενη επιπλέον ενεργειακή παραγωγή είναι ουσιαστικά ικανή να καλύψει τις τωρινές ανάγκες των νοικοκυριών για το σύνολο των 448 εκατ. πολιτών της Ένωσης.
Η επιπλέον παραγωγή θα προέλθει από νέες μονάδες αερίου, που θα πρέπει να είναι φτιαγμένες για να μπορούν να μετατραπούν κάποια στιγμή σε μονάδες υδρογόνου, όπως βέβαια και από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μάλιστα, μόλις μέσα στην εβδομάδα, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε πως ο διαγωνισμός για την υποβολή προσφορών για τις πρώτες μονάδες θα «ανοίξει» μέσα στη χρονιά.
Πολιτικό "αγκάθι"
Στην καρδιά του προβλήματος σε πολιτικό επίπεδο βρίσκεται, πάντως, η απεξάρτηση από τις πιο ρυπογόνες πηγές ενέργειας και το χρονοδιάγραμμα για την αντικατάσταση τους. Μετά από εντατικές συνομιλίες, οι κυβερνητικοί εταίροι συμφώνησαν στο κλείσιμο των τριών τελευταίων πυρηνικών εργοστασίων της χώρας στα μέσα Απριλίου, ενώ βασικός στόχος είναι η επίτευξη της πλήρους απολιγνιτοποίησης μέχρι το 2030. Όμως, το πλάνο αυτό έχει περιπλακεί από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία.
Τους προηγούμενους μήνες, η κυβέρνηση έβαλε πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη και μείωσε δραστικά τη γραφειοκρατία για να πετύχει τη γρήγορη εγκατάσταση μονάδων FSRU για την υποδοχή και αξιοποίηση υγροποιημένου φυσικού αερίου. Ο πόλεμος, εξάλλου, την έπιασε στον… ύπνο στο θέμα αυτό, αποτελώντας μια από τις ελάχιστες χώρες της Ευρώπης που δεν διέθετε ούτε μία μονάδα υποδοχής και διαχείρισης LNG. Ποντάροντας σε πλωτές μονάδες FRSU κάλυψε μέσα σε λίγους μήνες το κενό αυτό, όμως σαφώς όχι σε επίπεδα που να έχει λύσει ακόμη το ενεργειακό της πρόβλημα.
Κακή περίοδος για επενδύσεις από τον ιδιωτικό τομέα
Για την υλοποίηση του σχεδίου χρειάζεται σίγουρα η στήριξη και του ιδιωτικού τομέα, που όμως βρίσκεται σε μια περίοδο οικονομικής πίεσης με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες, όχι μόνο να μειώνουν τις επενδύσεις τους, αλλά να δρομολογούν ακόμη και απολύσεις. «Υπό τις τωρινές (δύσκολες οικονομικά) συνθήκες, δεν μπορούμε να αναμένουμε επαρκείς επενδύσεις» παραδέχτηκε η Βερόνικα Γκριμ, μέλος του οικονομικού συμβουλίου που συμβουλεύει την κυβέρνηση για την δρομολόγηση των έργων, επισημαίνοντας πως η υψηλή αβεβαιότητα στις ενεργειακές αγορές λειτουργεί αποτρεπτικά για μεγάλες επενδύσεις.
Για τη συγκέντρωση χρημάτων, το Βερολίνο προσανατολίζεται σε μια αναμόρφωση του τρόπου που αγοράζεται και πωλείται η ηλεκτρική ενέργεια. Μάλιστα, η επιτροπή των σοφών ξεκίνησαν από αυτή την εβδομάδα συζητήσεις για να καταλήξουν σε μια δέσμη προτάσεων. Όμως, το χρονόμετρο μετρά ήδη αντίστροφα…
Με πληροφορίες από Bloomberg
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!