Οι Ρώσοι λάμπουν και φέτος διά της απουσίας τους από το ραντεβού της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής ελίτ στο Νταβός. Αυτό έχει προσφέρει άφθονο… χώρο στην πολυάριθμη ουκρανική αντιπροσωπεία, ώστε να προβάλει τις δικές της απόψεις, όμως δεν είναι πολλοί αυτοί που συμμερίζονται την ικανοποίησή τους. Για τα διεθνή οικονομικά στελέχη και τους CEOs αυτό που πέρυσι είχε εκληφθεί ως πρόσκαιρη απουσία φέτος αντιμετωπίζεται ως ανώμαλη προσγείωση σε μια νέα πραγματικότητα, μια πραγματικότητα δίχως τη Ρωσία στο επιχειρηματικό τραπέζι, που δεν είναι απαραιτήτως θετική για τα συμφέροντά τους.
Όπως σχολιάζει και το Politico, στα… πηγαδάκια του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ πολιτικοί αξιωματούχοι και επιχειρηματικά στελέχη συζητούν με αγωνία, όχι τόσο την εξέλιξη του ίδιου του πολέμου, αλλά κυρίως το πόσο ακόμη θα μπορεί η Μόσχα να μένει εκτός... νυμφώνος και τι θα σημάνει αυτό για τις δικές τους οικονομίες και επιχειρήσεις και δη, τις αγορές της ενέργειας, των μετάλλων ακόμη και των τροφίμων.
Η Ρωσία ήταν… έκπτωτη και από τις περσινές εργασίες του φόρουμ, που λόγω της πανδημίας, έλαβαν για πρώτη φορά χώρα το Μάιο, μόλις δηλαδή τρεις μήνες από την έναρξη της σύρραξης. Τότε η δρομολόγηση των σκληρών κυρώσεων της Δύσης είχαν «στριμώξει» τη ρωσική οικονομία, που μάλιστα αναγκάστηκε για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες να προχωρήσει σε στάση πληρωμών ως προς την αποπληρωμή του εξωτερικού της χρέους.
Η οικονομική και πολιτική πίεση της Δύσης προς το Κρεμλίνο υποτίθεται ότι θα απέδιδε σταδιακά καρπούς, αλλά λίγους μήνες μετά είχε γίνει σαφές ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως είχαν σχεδιαστεί.
Η ανθεκτικότητα της ρωσικής οικονομίας
Η ρωσική οικονομία αναπροσαρμόστηκε και κατάφερε να επιστρέψει στην κανονικότητα. Τα ράφια στα σούπερ μάρκετ είναι γεμάτα χάρη σε εισαγωγές από φίλους και εταίρους, ενώ brands από φιλικές χώρες, όπως η Ρωσία, η Ινδία και η Τουρκία, κατακλύζουν την καταναλωτική αγορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός πως πλέον το ένα τρίτο της αγοράς αυτοκινήτου της χώρας καλύπτεται από κινεζικές μάρκες.
Κοινώς οι εταιρείες από τις «φιλικές χώρες» εκμεταλλεύτηκαν το κενό που δημιούργησε η έξοδος των δυτικών brands «χτίζοντας» μια παρουσία και μια σχέση με το ρωσικό κοινό με μακροπρόθεσμη προοπτική. Και το ρωσικό κοινό προσαρμόστηκε επίσης αποδεχόμενο τα νέα δεδομένα, χωρίς η καθημερινότητα της κοινωνίας να παραπέμπει σε μια χώρα σε πόλεμο και υπό καθεστώς διεθνούς απομόνωσης.
Στους μέχρι πρότινος επιχειρηματικούς εταίρους της Ρωσίας η εξέλιξη αυτή γεννά το φόβο πως η νέα αυτή πραγματικότητα μπορεί να έχει πιο μακροπρόθεσμη προοπτική από ότι είχαν αρχικά υπολογίσει. Μια πραγματικότητα, η οποία ενδεχομένως να συντηρηθεί ακόμη και σε περίπτωση που ο πόλεμος τελειώσει, όταν τελειώσει και υπό ποιες συνθήκες τελειώσει. Ακόμη και η κατάργηση των κυρώσεων, όταν αυτή έρθει, και η αντιστροφή των συνεπειών τους δεν θα είναι πρακτικά εύκολη.
Αυτό σημαίνει πως βρίσκονται ενώπιον της ανάγκης να προχωρήσουν σε μια ριζική αναθεώρηση του οικονομικού και επιχειρηματικού τους πλάνου, στο οποίο η απουσία τους από τη ρωσική καταναλωτική αγορά και ο αποκλεισμός τους από την προμήθεια ρωσικών πρώτων υλών, ενεργειακών προϊόντων, μετάλλων, τροφίμων κλπ μπορεί να είναι μόνιμος ή στην καλύτερη περίπτωση μακροπρόθεσμος.
«Η Ρωσία είναι σε μεγάλο βαθμό απομονωμένη από τη Δύση, αλλά φυσικά δεν είναι απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο» υπενθυμίζει η Άντζελα Στεντ, του think tank Brookings Institution. Δεν είναι μόνο οι συνήθεις φιλικές χώρες της Κίνας, της Ινδίας και της Τουρκίας. Η Μόσχα έχει κινηθεί γοργά για την βελτίωση των σχέσεων της με την Αφρική, ενώ έχει φτάσει να συναλλάσσεται στρατιωτικά με το Ιράν και τη Βόρειο Κορέα.
Το στοίχημα του εμπάργκο
Βεβαίως, το ευρωπαϊκό εμπάργκο κατά του ρωσικού αργού και το πλαφόν στην τιμή που δρομολόγησε G7 και EE στοχεύοντας στα παχυλά ενεργειακά έσοδα που τροφοδοτούσαν μέχρι τώρα τα ρωσικά ταμεία, αναμφισβήτητα δημιουργούν μια νέα φάση στο μπρα-ντε-φερ μεταξύ Δύσης και Ρωσίας.
Ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Φατίχ Μπιρόλ, επέμεινε στις δηλώσεις του στο Νταβός πως η Ρωσία θα χάσει τον ενεργειακό πόλεμο με τη Δύση, καθώς οι προμήθειες ρωσικού αργού από τις φιλικές χώρες δεν θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν μόνιμα το έλλειμmα που δημιουργεί η απώλεια των ευρωπαίων αγοραστών.
Έρευνα που δημοσίευσε προ ημέρων το φινλανδικό think tank Centre for Research on Energy and Clean Air υπολόγισε πως, κατά τον πρώτο μήνα εφαρμογής του εμπάργκο, οι οικονομικές απώλειες για τη Ρωσία έφτασαν τα 160 εκατ. ευρώ την ημέρα!
Δεν είναι τυχαίο ότι και στη ρωσική οικονομία εμφανίστηκαν οι πρώτες σκιές, με την εκτόξευση του ελλείμματος του ρωσικού προϋπολογισμού σε επίπεδα ρεκόρ, καθώς τα ενεργειακά έσοδα μειώθηκαν ενώ οι δαπάνες του πολέμου παρέμειναν στα ύψη. Μάλιστα η εξέλιξη αυτή οδήγησε, τις τελευταίες ημέρες, την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να δρομολογήσει παρέμβαση στις αγορές forex πουλώντας κινεζικά γουάν. Όμως, η ρωσική πλευρά επιμένει πως και αυτή τη φορά η ρωσική οικονομία θα αναπροσαρμοστεί και θα σταθεροποιηθεί, σε αντίθεση με την πολύ μεγαλύτερη ζημιά που θα υποστούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες που φέτος «φλερτάρουν» με την ύφεση και του χρόνου με αναιμική ανάπτυξη.
Οι Αμερικανοί, βέβαια, διαφωνούν. Το επανέλαβαν και στο Νταβός επιμένοντας ότι οι κυρώσεις λειτουργούν και θα βγάλουν μακροπρόθεσμα χαμένη την ρωσική οικονομία. Οι Ευρωπαίοι το ελπίζουν, όμως με τον πόλεμο και τις συνέπειες του να τους αγγίζουν πιο άμεσα έχουν περισσότερους λόγους να φοβούνται. Εξάλλου, η ταχύτερη σταθεροποίηση της αμερικανικής οικονομίας σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή, που θα φανεί πιο ξεκάθαρα φέτος αν λάβουμε υπόψη τις διεθνείς προβλέψεις, μπορεί να φέρει… γκρίνια και διενέξεις στους κόλπους της δυτικής συμμαχίας.
Για την ώρα η συμμαχία φαίνεται να κρατάει. Όμως, το... αύριο είναι δύσκολο να προβλεφθεί!
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!