Περισσότερες… ανάσες στα αμερικανικά νοικοκυριά δήλωσε αποφασισμένος να προσφέρει ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν με το νέο πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε για την πτώση των πετρελαϊκών τιμών.
Το timing, εξάλλου, είναι ζωτικής σημασίας για το Οβάλ Γραφείο δεδομένου πως βρισκόμαστε περίπου τρεις εβδομάδες πριν την κρίσιμη αναμέτρηση των ενδιάμεσων κοινοβουλευτικών εκλογών (στις 8 Νοεμβρίου) και είναι σαφές πως η ακρίβεια και η εκτόξευση της τιμής των καυσίμων είναι από τα βασικά θέματα που απασχολούν τους πολίτες.
Απελευθέρωση στρατηγικών αποθεμάτων
Στη κορυφή των νέων μέτρων είναι η απελευθέρωση σημαντικών ποσοτήτων πετρελαίου από τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας (SPR). Το πλάνο περιλαμβάνει την πώληση επιπλέον 15 εκατ. βαρελιών πετρελαίου μέσα στο Δεκέμβριο, που θα ανεβάσει έτσι συνολικά στα 180 εκατ. βαρέλια την συνολική ποσότητα πετρελαίου που έχει απελευθερώσει η χώρα από τον περασμένο Μάρτιο.
«Με την ανακοίνωση μου σήμερα θα συνεχίσουμε να σταθεροποιούμε τις αγορές και να μειώνουμε τις τιμές σε ένα διάστημα που οι δράσεις άλλων κρατών προκάλεσαν αστάθεια» επεσήμανε ο Αμερικανός πρόεδρος στις δηλώσεις του, με την τελευταία αναφορά να είναι μια σαφή «μπηχτή» προς την Σαουδική Αραβία και την απόφαση του ΟΠΕΚ+ να εγκρίνει πρόσφατα σημαντική μείωση των επιπέδων προσφοράς. Μια απόφαση που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να πυροδοτήσει και πάλι μια ανοδική τροχιά των διεθνών τιμών.
Πάντως, μετά την παρέμβαση αυτή, αλλά και την πιθανότητα επιπλέον πωλήσεων από τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας σε μεταγενέστερο στάδιο, έως ότου δηλαδή οι τιμές υποχωρήσουν, η κυβέρνηση θα αρχίσει να αποκαθιστά και πάλι τα αποθέματα, εφόσον η τιμή του αμερικανικού WTI σταθεροποιηθεί κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι. Σήμερα ενδεικτικά το αμερικανικό αργό κινείται ανοδικά στα 85,44 δολάρια το βαρέλι και το Brent στα 92,21 δολάρια το βαρέλι.
Η επισήμανση αναφορικά με την επαναγορές για την αποκατάσταση των στρατηγικών αποθεμάτων ερμηνεύτηκε από τους αναλυτές ως μήνυμα προς τις πετρελαϊκές εταιρείες πως η κυβέρνηση επιθυμεί και θα βοηθήσει στην σταθερότητα της αγοράς σε επίπεδα τιμών που είναι ανεκτά προς τους πολίτες, αλλά βοηθούν ταυτόχρονα και τις εταιρείες να διατηρούν καλά επίπεδα κερδοφορίας.
Για την ώρα, πάντως, οι πετρελαϊκές εταιρείες δεν βοηθούν και δεν συνεργάζονται με τον Λευκό Οίκο να εξαπολύει ανοιχτή επίθεση εναντίον τους και να τις κατηγορεί ανοιχτά πως δεν στηρίζουν την κοινωνία σε ένα διάστημα κρίσιμο για τη χώρα και όχι μόνο εν μέσω πολέμου.
«Δεν μπορείτε να χρησιμοποιείται τα (τεράστια) κέρδη σας για την επαναγορά μετοχών ή την καταβολή μερισμάτων. Όχι τώρα, όχι όσο μαίνεται ένας πόλεμος. Θα έπρεπε να χρησιμοποιείτε τα κέρδη-ρεκόρ που έχετε για να αυξήσετε την παραγωγή. Επενδύστε στην Αμερική προς όφελος του αμερικανικού λαού. Μειώστε τις τιμές που χρεώνετε στις αντλίες σε επίπεδα που αντανακλούν τα όσα πληρώνετε για το προϊόν που προσφέρετε» τόνισε ο κύριος Μπάιντεν.
Η λαϊκή πίεση
Στα αμερικανικά πρατήρια η μέση τιμή της βενζίνης κινείται σήμερα λίγο κάτω από τα 4 δολάρια το γαλόνι, ήτοι κατά 60% υψηλότερα σε σχέση με τα επίπεδα που βρισκόταν όταν ο Τζο Μπάιντεν ανέλαβε τα ηνία του Λευκού Οίκου. Αν και υπάρχουν τουλάχιστον δέκα πολιτείες, όπου η τιμή έχει ανέβει και πάλι πάνω από το όριο των 4 δολαρίων το γαλόνι.
Βεβαίως στα επίπεδα αυτά είναι κάτω από το ζενίθ των 5 δολαρίων το γαλόνι που είχαν «πιάσει» το καλοκαίρι, όμως ο Αμερικανός πρόεδρος ξεκαθάρισε πως η πτώση αυτή δεν είναι αρκετή για τους πολίτες και «τις οικογένειες που υποφέρουν».
Πραγματικά οι υψηλές τιμές των καυσίμων είναι στην κορυφή των θεμάτων που απασχολεί το αμερικανικό κοινό περίπου τρεις εβδομάδες πριν την κρίσιμη κάλπη των ενδιάμεσων εκλογών. Το ορατό ενδεχόμενο οι Δημοκρατικοί να χάσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου σημαίνει πως ο κ. Μπάιντεν θα έχει στενότερα περιθώρια να εφαρμόσει το πρόγραμμα του κατά το δεύτερο μισό της θητείας του.
Δημοσιεύματα αναφέρουν πως Δημοκρατικοί υποψήφιοι από όλες τις γωνιές της χώρας «γκρινιάζουν» προς το Οβάλ Γραφείο ότι γίνονται αποδέκτες πολύ έντονων διαμαρτυριών από τους ψηφοφόρους για την τιμή της βενζίνης. Αν και ο ίδιος ο κύριος Μπάιντεν, όπως και η εκπρόσωπος Τύπου, Κάριν Ζαν Πιερ, αρνήθηκαν κατηγορηματικά ότι οι παρεμβάσεις αυτές, στο χρονικό αυτό σημείο, εμπεριέχουν πολιτική σκοπιμότητα.
Στο στόχαστρο οι Big Oil
Η προεκλογική πίεση της κοινής γνώμης αιτιολογεί και το γιατί το Οβάλ Γραφείο στρέφεται στο σημείο αυτό πολύ πιο επιθετικά κατά των Big Oil, τα ταμεία των οποίων έχουν… θησαυρίσει από το ράλι των ενεργειακών τιμών.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το Κογκρέσο. Στελέχη του πετρελαϊκού κλάδου έχουν κληθεί σε κατάθεση-απολογία στο Κογκρέσο, σε συνεδριάσεις που επικεντρώνονται στην κρίση που επικρατεί στην ενεργειακή αγορά, επιμένοντας ωστόσο στις καταθέσεις τους να απορρίπτουν τις κατηγορίες που τους επιρρίπτουν, αποδίδοντας το ράλι των τιμών στις ισορροπίες μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στις διεθνείς αγορές.
Αναλύσεις δείχνουν, πάντως, πως οι πετρελαϊκές εταιρείες κερδίζουν πλέον 1,30 έως 1,40 δολάρια ανά γαλόνι βενζίνης, αντί των 90 σεντς που κέρδιζαν παραδοσιακά.
Έτερα μέτρα σε... αναμονή
Το «παράθυρο» που άνοιξε ο κ. Μπάιντεν για νέες παρεμβάσεις αντανακλούν και τα σενάρια που κυκλοφορούν στον αμερικανικό Τύπο για ακόμη πιο δυναμική ανάληψη δράσης κατά των πετρελαϊκών εταιρειών, αν δεν ανταποκριθούν στο κάλεσμα του Λευκού Οίκου.
Ένα πρώτο σενάριο είναι η επιβολή ενός νέου φόρου στα υπερκέρδη των ενεργειακών ομίλων, όπως έχουν ήδη κάνει αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Πολλοί Δημοκρατικοί βουλευτές και στελέχη του κόμματος το έχουν ήδη ζητήσει ευθέως από τον πρόεδρο Μπάιντεν. Όμως, στο τραπέζι έχει μπει και ένα ακόμη, πιο ακραίο, σενάριο: η επιβολή ενός πλαφόν στις εξαγωγές πετρελαίου και καυσίμων. Με αυτό φαίνεται πως απειλεί πλέον ευθέως τους αμερικανικούς κολοσσούς ο Λευκός Οίκος.
Ένα τέτοιο μέτρο προφανώς θα μειώσει κάθετα τα έσοδα των αμερικανικών πετρελαϊκών ομίλων που έχουν επωφεληθεί τα μέγιστα από την προσπάθεια πολλών κρατών, κυρίως της Ευρώπης, να απεξαρτηθούν από τις ρωσικές προμήθειες, ενώ πιθανότατα θα «ρίξει» και τις τιμές στα ντόπια πρατήρια. Όμως, θα έχει σαφώς δυσμενείς επιπτώσεις στις διεθνείς τιμές με τους ξένους αγοραστές (όπως η Ευρώπη) να πληρώνουν το τίμημα…
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!