«Πονοκέφαλο» για αλυσιδωτές αρνητικές συνέπειες στην ΕΕ και της Ευρωζώνη προκαλούν οι σημερινές εκλογές στην Ιταλία, με το ενδεχόμενο ανάληψης της εξουσίας από τον ακροδεξιό συνασπισμό της Μελόνι να φαντάζει πολύ πιθανός.
Οπως σχολιάζει το Βloomberg, κρίνοντας τουλάχιστον από τις ιταλικές αγορές ομολόγων, οι επενδυτές δεν ανησυχούν από την προοπτική ανάληψης της εξουσίας από έναν δεξιό συνασπισμό μετά τις πρόωρες εκλογές της Κυριακής, τονίζοντας, ωστόσο, πως πολλοί φοβούνται ότι η ηρεμία δεν θα διαρκέσει για πολύ.
Το χρέος της χώρας έχει παρασυρθεί σε μια ευρύτερη περιπέτεια, ωθώντας το κόστος δανεισμού του 10ετούς κρατικού ομολόγου σε επίπεδα που είχαν παρατηρηθεί για τελευταία φορά το 2013. Αλλά το ασφάλιστρο απόδοσης της Ιταλίας έναντι της Γερμανίας, ένα μέτρο κινδύνου, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από ό,τι στις αρχές του μήνα, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι κάτοχοι ομολόγων δεν αναμένουν ότι οι εκλογές θα προκαλέσουν μεγάλη αναταραχή.
Ούτε έχει μειωθεί η όρεξη για τα ομόλογα των ιταλικών εταιρειών, τα οποία, σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, έχουν σημειώσει λιγότερο κακές επιδόσεις από τις περισσότερες ευρωπαϊκές ομοειδείς εταιρείες φέτος.
Οπως σημειώνει το Bloomberg, αυτό που διατηρεί μέχρι στιγμής την «ηρεμία» είναι η υπόσχεση του ακροδεξιού συνασπισμού να τηρήσει τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι της ΕΕ. Ο κίνδυνος είναι η υπόσχεση να αποδειχθεί κούφια και ο συνασπισμός να αυξήσει απότομα τις δαπάνες. Κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ από τη χρηματοδότηση της ΕΕ, την ώρα που η Ιταλία απειλείται από μια κρίση εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια και οικονομική ύφεση.
«Αν κοιτάξετε το πολιτικό τους πρόγραμμα και τελικά κάνουν αυτό που λένε ότι θα κάνουν, θα υπάρξει μαζική δημοσιονομική επέκταση», δήλωσε ο Axel Botte, παγκόσμιος στρατηγικός αναλυτής της Ostrum Asset Management. Ρίξτε στο μείγμα τις υποσχόμενες φορολογικές περικοπές και το δημόσιο έλλειμμα σύντομα «θα παραβιάσει τις προηγούμενες δεσμεύσεις έναντι της ΕΕ» δήλωσε ο Botte, συμβουλεύοντας τους πελάτες να παραμείνουν short στην Ιταλία.
Αδύναμος κρίκος
Σύμφωνα πάντα με το Bloomberg, με υψηλό χρέος, υποτονική ανάπτυξη και ασταθή πολιτική, η Ιταλία θεωρείται εδώ και καιρό ο πιο αδύναμος κρίκος της Ευρώπης. Και υπάρχει άφθονο προηγούμενο για την αστάθεια που συνδέεται με τις εκλογές -μια ψηφοφορία του 2018 που προκάλεσε ανησυχίες για το μέλλον της συμμετοχής της Ιταλίας στο ευρώ φόρτωσε τους επενδυτές ομολόγων με τις μεγαλύτερες μηνιαίες απώλειες από την έναρξη των καταγραφών.
Η αθέτηση της δέσμευσης για δαπάνες και η αύξηση της χρηματοδότησης από την αγορά ομολόγων θα επιδείνωνε τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ της Ιταλίας, που είναι ήδη ο δεύτερος υψηλότερος στην Ευρώπη με 151%.
Και μετά από χρόνια εύκολου χρήματος, το κεφάλαιο γίνεται πιο ακριβό. Οι αγορές χρήματος βλέπουν σχεδόν 85% πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Οκτώβριο. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εξετάζουν επίσης τον καλύτερο τρόπο για τη μείωση του τεράστιου ισολογισμού της ΕΚΤ.
Παρόλα αυτά, το υψηλότερο κόστος δανεισμού δεν θα αποτελούσε άμεση απειλή για την Ιταλία, η οποία εκμεταλλεύτηκε τα χρόνια των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων για να επιμηκύνει τη μέση διάρκεια του χρέους της πέραν των επτά ετών. Αλλά ο δανεισμός με πολύ υψηλότερες αποδόσεις για παρατεταμένη περίοδο θα είχε τελικά το τίμημά του, δήλωσε ο Στέφαν Μονιέ, επικεφαλής επενδύσεων της Lombard Odier Private Bank.
«Η Ιταλία έκανε το σωστό, επιμηκύνοντας τη διάρκεια του χρέους της. Αλλά εξαρτάται επίσης από την πορεία της οικονομίας: αν υπάρξει ύφεση που θα διαρκέσει αρκετά χρόνια, η κατάστασή της είναι πολύ πιο επισφαλής», είπε.
Ο Μονιέ δήλωσε ότι θα εξέταζε το ενδεχόμενο να αγοράσει περισσότερα ιταλικά κρατικά ομόλογα μόνο εάν η διαφορά απόδοσης έναντι της Γερμανίας ξεπερνούσε τις 300 μονάδες βάσης. Την Παρασκευή βρισκόταν στις 232 μονάδες βάσης, περισσότερο από 10 μονάδες βάσης κάτω από τα υψηλά διετίας που είχαν αγγίξει τον Ιούνιο.
Για τη στάση απέναντι στην ΕΕ και την Ευρωζώνη
Οπως μεταδίδει η Deutsche Welle και ο Μπερντ Ρίγκερτ, εδώ και τρία χρόνια η Τζόρτζια Μελόνι, η οποία ξεκίνησε την πολιτική της καριέρα σε μια μεταφασιστική οργάνωση νεολαίας και αργότερα έγινε ηγέτης του ακροδεξιού λαϊκιστικού κόμματος "Αδέλφια της Ιταλίας", καλλιεργεί την εικόνα μιας μετριοπαθούς πολιτικού.
Δεν τάσσεται όπως παλαιότερα υπέρ της αποχώρησης της Ιταλίας από την ΕΕ και την ευρωζώνη, διαβεβαιώνοντας ότι επιδιώκει απλά την αναμόρφωσή τους. Σε αντίθεση με άλλες ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη καταδικάζει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και παράλληλα στηρίζει τις κυρώσεις στην Ρωσία και την αποστολή στρατιωτικού οπλισμού στην Ουκρανία. Την ίδια στιγμή όμως επικροτεί την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ διατηρώντας παράλληλα στενούς δεσμούς με το βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα.
Η πρόεδρος του κόμματος "Αδέλφια της Ιταλίας" περιπαίζει όσους Ευρωπαίους φοβούνται μια ακροδεξιά κυβέρνηση στην Ιταλία. Λέει μάλιστα ότι για το μόνο που ανησυχούν στις Βρυξέλλες είναι μήπως χάσουν έσοδα και εξουσίες. Εκτός αυτού η Τζόρτζια Μελόνι στηρίζει τις συντηρητικές κυβερνήσεις σε Πολωνία και Ουγγαρία στην αντιπαράθεσή τους για το κράτος δικαίου ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
"Οι Ιταλοί ψηφοφόροι ενδιαφέρονται λιγότερο για την ευρωπαϊκή ή την εξωτερική πολιτική", εκτιμά ο Λουτς Κλινκχάμερ από το Γερμανικό Ιστορικό Ινστιτούτο στη Ρώμη και προσθέτει ότι: "Ο προεκλογικός αγώνας περιστράφηκε κυρίως γύρω από το εισόδημα και τα μέτρα στήριξης του πληθυσμού εν μέσω ενεργειακής κρίσης. Είναι διάχυτος ο φόβος ενδεχόμενης διολίσθησης στη φτώχεια. Οι εκλογές της Κυριακής είναι εκλογές διαμαρτυρίας, όπως είχαμε αρκετές φορές στην Ιταλία την τελευταία δεκαετία, με μόνη διαφορά ότι τώρα οι ελπίδες εναποθέτονται σε ηγέτη της ακροδεξιάς και όχι της αριστεράς".
Ενέργεια και πληθωρισμός μονοπώλησαν τον προεκλογικό αγώνα
Σύμφωνα πάντα με τη Deutsche Welle, οι τιμές της ενέργειας, ο πληθωρισμός και οι επιπτώσεις της πανδημίας ήταν κυρίαρχα ζητήματα στον προεκλογικό αγώνα και τις πολιτικές συζητήσεις στην τηλεόραση. Δεξιά και αριστερά κόμματα υπόσχονται υψηλότερες δαπάνες για την κοινωνική πολιτική.
Την ίδια στιγμή όμως η Τζόρτζια Μελόνι εμφανίζεται συγκρατημένη ως προς την προσφυγή σε νέο δανεισμό. Όλα τα κόμματα θέλουν να επωφεληθούν από τα 200 δισ. ευρώ, τα οποία θα λάβει η Ιταλία τα επόμενα χρόνια από το Ταμείο Ανάκαμψης με τη μορφή επιχορηγήσεων ή χαμηλότοκων δανείων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας. Και μόνο για αυτόν τον λόγο καμία νέα ιταλική κυβέρνηση δεν θα θελήσει να συγκρουστεί μετωπικά με την ΕΕ, λέει ο Γερμανός ειδικός.
Ο Λοτέντσο Ντι Σίο, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο LUISS της Ρώμης, δηλώνει σε συνέντευξή του στη DW ότι μια κυβέρνηση Μελόνι θα επιδιώξει να προβάλει με σκληρό τρόπο τις ιταλικές θέσεις στις Βρυξέλλες. "Μπορείτε να το θεωρήσετε δεδομένο, είναι όμως απίθανο να αλλάξουν οι βασικές συντεταγμένες της ιταλικής εξωτερικής πολιτικής και της ιταλικής πολιτικής σε σχέση με την Ευρώπη".
Προηγούνται στις δημοσκοπήσεις τα «Αδέλφια της Ιταλίας»
Στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων εβδομάδων η Τζόρτζια Μελόνι προηγείται σταθερά των Σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση. Τα "Αδέλφια της Ιταλίας" ενδέχεται να διασφαλίσουν το 25% των ψήφων, ενώ το σοσιαλιστικό "Partito Democratico" γύρω στο 22%. Εφόσον το υπερσυντηρητικό κόμμα της Μελόνι επιδιώξει μια κυβέρνηση συνασπισμού με τα δύο άλλα λαϊκιστικά κόμματατ, τη "Λέγκα" και το "Φόρτσα Ιτάλια", θα διασφάλιζε άνετη πλειοψηφία και στα δύο σώματα του ιταλικού κοινοβουλίου.
Η "Λέγκα" του πρώην υπουργού Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι βρίσκεται στις δημοσκοπήσεις στο 13%, ενώ το "Φόρτσα Ιτάλια" του πρώην πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι γύρω στο 7%. Ας σημειωθεί ότι ο ιταλικός εκλογικός νόμος δίνει στον συνασπισμό κομμάτων που διασφαλίζουν σχετική πλειοψηφία την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο.
Ανοιχτό παραμένει πόσο θα άντεχε στην εξουσία μια κυβέρνηση υπό την πρωθυπουργία της Τζόρτζια Μελόνι, η οποία θα ήταν η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Ιταλία. Ένας δεξιός συνασπισμός κυβέρνησε την Ιταλία ήδη το 2001. Τότε όμως επικεφαλής της ισχυρότερης δεξιάς παράταξης και πρωθυπουργός ήταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Για τον Γερμανό ειδικό Λουτς Κλινκχάμερ μεταφασίστες και ακροδεξιοί δεν είναι τίποτα καινούργιο στην ιταλική πολιτική: "Η παρουσία μεταφασιστών ήταν έντονη σε διάφορες κυβερνήσεις από το 2001. Από αυτή την άποψη, δεν βλέπω ποια σημαντική ποιοτική διαφορά θα μπορούσε να έχει μια νέα κυβέρνηση υπό την Τζόρτζια Μελόνι", καταλήγει στην ανάλυσή της η Deutsche Welle.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!