Η προσπάθεια της Ευρώπης να απλοποιήσει και να εξορθολογίσει τη χρηματοοικονομική ρύθμιση προκαλεί ανησυχία στους κορυφαίους επόπτες για τον κίνδυνο αποδυνάμωσης βασικών μηχανισμών προστασίας.
Δύο από τους ανώτατους χρηματοοικονομικούς επόπτες της ΕΕ δήλωσαν στους Financial Times ότι είναι αποφασισμένοι να αποφύγουν την κατάργηση μέτρων πρόληψης κρίσεων στο πλαίσιο των προσπαθειών αναζωογόνησης της υποτονικής οικονομικής ανάπτυξης της περιοχής.
«Αν πρόκειται για απορρύθμιση και χαμήλωμα του πήχη στις χρηματοπιστωτικές προστασίες, δεν θα είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την αστάθεια», δήλωσε ο Ντομινίκ Λαμπουρέ, επικεφαλής του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης – του φορέα που διαχειρίζεται αποτυχημένες τράπεζες της Ευρωζώνης. «Αυτό σημαίνει κρίσεις, που σημαίνει λιγότερη ανάπτυξη.»
Η συγκεκριμένη παρέμβαση, η οποία είναι ασυνήθιστη για τους ρυθμιστικούς φορείς, έρχεται μετά την πρόσφατη ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για δραστική μείωση του πεδίου εφαρμογής των κανόνων γνωστοποίησης εταιρικής βιωσιμότητας που εισήχθησαν πριν από δύο χρόνια. Η Επιτροπή εξετάζει επίσης τους κανόνες κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες, στο πλαίσιο σχεδίων για την ενίσχυση της δραστηριότητας και της ανάπτυξης στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Παραπάνω βήματα
Ορισμένοι αξιωματούχοι ζητούν από τις Βρυξέλλες να προχωρήσουν ακόμα παραπέρα. Οι επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών Γερμανίας, Γαλλίας, Ισπανίας και Ιταλίας απέστειλαν πρόσφατα επιστολή στην Επιτροπή, ζητώντας την κατάργηση «υπερβολικά πολύπλοκων» σημείων των χρηματοοικονομικών κανόνων που στρεβλώνουν τον διεθνή ανταγωνισμό χωρίς να βελτιώνουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Ο Λαμπουρέ δήλωσε πως είναι «απολύτως έτοιμος» να συμμετάσχει σε συζητήσεις για μείωση του κανονιστικού βάρους. Προειδοποίησε όμως τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να μην ξεχνούν τα διδάγματα της τελευταίας μεγάλης κρίσης στον τραπεζικό τομέα. «Μην ξεχνάτε την κρίση του 2008. Τι σήμαινε αυτή; Διασώσεις παντού.»
«Είμαι έτοιμος να συζητήσω για απλοποίηση, αλλά δεν είμαι έτοιμος να χαμηλώσουμε τον πήχη σε ό,τι αφορά την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», δήλωσε σε συνέντευξή του.
Ο Φρανκ Έλντερσον, αντιπρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ, επισήμανε ότι μετά την κρίση του 2008, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης δαπάνησαν 1,5 τρισ. ευρώ για στήριξη κεφαλαίων και 3,7 τρισ. ευρώ για παροχή ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η οικονομία της Ευρώπης συρρικνώθηκε κατά 4,3% το 2009 ως συνέπεια της κρίσης.
«Είναι καλό να θυμόμαστε γιατί τα κάναμε όλα αυτά», είπε ο Έλντερσον σε συνέντευξη, προσθέτοντας: «Δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε λέγοντας πως η επόμενη δεκαετία θα είναι ρόδινη — επομένως πρέπει να προσέξουμε να μη βάλουμε στο περιθώριο εποπτικούς ρόλους που θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν ξανά σε τέτοια κατάσταση.»
Σε τραπεζικό συνέδριο στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα, ο Έλντερσον δήλωσε: «Η συζήτηση για την ανταγωνιστικότητα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την αποδυνάμωση των κανονισμών.»
Αντί να μειωθούν οι κανονιστικές απαιτήσεις, είπε ότι η ΕΕ θα έπρεπε να επικεντρωθεί στην εναρμόνισή τους μεταξύ των 27 κρατών-μελών. «Μην κόβετε κανόνες, εναρμονίστε τους», δήλωσε.
Κλιματική αλλαγή
Ο εκτελεστικός σύμβουλος της ΕΚΤ είπε στους FT ότι υποστηρίζει «μια πιο λεπτομερή απλοποίηση» των κανόνων γνωστοποίησης βιωσιμότητας, προειδοποιώντας όμως ότι αν αυτό προχωρήσει υπερβολικά, μπορεί να στερήσει από τις τράπεζες τις απαραίτητες πληροφορίες για να αξιολογήσουν την έκθεσή τους σε κινδύνους που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή.
«Ήταν όλα τέλεια; Μάλλον όχι», δήλωσε. «Μπορούμε να τα κάνουμε καλύτερα χωρίς μεγάλο κόστος; Ίσως.» Όμως πρόσθεσε: «Αν αυτό οδηγήσει στο να μην έχουν οι τράπεζες τα δεδομένα που χρειάζονται για να αξιολογήσουν αυτούς τους κινδύνους, τότε θα είναι πρόβλημα και για τις ίδιες και θα δυσκολέψει το έργο μας ως εποπτών.»
Η ΕΚΤ έχει πιέσει τις τράπεζες της Ευρωζώνης να αντιμετωπίσουν κινδύνους από πλημμύρες, ξηρασίες, πυρκαγιές και τη μετάβαση μακριά από τα ορυκτά καύσιμα, απειλώντας με πρόστιμα όσες καθυστερούν.
Η κεντρική τράπεζα έχει τη δυνατότητα να επιβάλει «περιοδικά διοικητικά πρόστιμα» σε δανειστές, ύψους έως και 5% του μέσου ημερήσιου τζίρου τους για κάθε ημέρα, για διάστημα έως έξι μηνών.
Ο Έλντερσον είπε ότι υπάρχουν «μερικές τράπεζες» για τις οποίες αυτά τα πρόστιμα παραμένουν «μια απτή πιθανότητα», αφότου δεν συμμορφώθηκαν με την πρώτη προθεσμία για ανάληψη δράσης σχετικά με τους κλιματικούς κινδύνους στον ισολογισμό τους.
«Υπάρχει ένας μικρός αριθμός» άλλων τραπεζών που έχουν ενημερωθεί ότι μπορεί επίσης να αντιμετωπίσουν πρόστιμα επειδή δεν τήρησαν τη δεύτερη προθεσμία που είχε ορίσει η ΕΚΤ για τα τέλη του 2023, ανέφερε. Η τελική προθεσμία έληξε πρόσφατα και είναι «πολύ νωρίς για να πούμε» αν κάποιες τράπεζες θα τιμωρηθούν για αυτό.
Με πληροφορίες από Financial Times