Το ένα τρισεκατομμύριο ευρώ πλησιάζουν τα συνολικά έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου κατά την τελευταία τριετία, κατά την περίοδο δηλαδή που μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία. Και αυτό παρά τα διαδοχικά πακέτα κυρώσεων που επέβαλε η Δύση, τα οποία αποδείχτηκαν - εν μέρει τουλάχιστον - «άσφαιρα», καθώς το Κρεμλίνο κατάφερε γρήγορα να βρει εναλλακτικές αγορές για τα ενεργειακά του προϊόντα, κυρίως για το πετρέλαιο.
Αναλυτικά, όπως διαπιστώνει έκθεση του Κέντρου Έρευνας για την Ενέργεια και την Καθαρή Ατμόσφαιρα (Crea) που δημοσιεύει ο Guardian, η Ρωσία κέρδισε 242 δισ. ευρώ από τις παγκόσμιες εξαγωγές ορυκτών καυσίμων κατά το τρίτο έτος του πολέμου στην Ουκρανία. Τα συνολικά έσοδά της από την αρχή της σύρραξης άλλωστε πλησιάζουν πλέον το 1 τρισ. ευρώ, καθώς η χώρα προσαρμόζεται στις κυρώσεις και βρίσκει τρόπους να τις παρακάμψει.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η Ρωσία αντλεί έως και το 50% των φορολογικών της εσόδων από τον τομέα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Για να παρακάμψει τις κυρώσεις, χρησιμοποιεί έναν «σκιώδη στόλο» γερασμένων και υποασφαλισμένων τάνκερ για τη μεταφορά των καυσίμων της. Σύμφωνα με το Crea, από αυτά τα πλοία προέρχεται το ένα τρίτο των εσόδων της Ρωσίας από τις εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων.
«Βουτηγμένη» στα ρωσικά καύσιμα η ΕΕ
Στους καλούς πελάτες της Ρωσίας εξακολουθεί να συμπεριλαμβάνεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει η Βρυξέλλες σε βάρος της Μόσχας. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι, όπως προκύπτει από την ίδια έκθεση, η ΕΕ δαπανά περισσότερα χρήματα για την αγορά ρωσικών ορυκτών καυσίμων από ό,τι για την οικονομική ενίσχυση της Ουκρανίας.
Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια έκθεση του Crea, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. αγόρασαν ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο αξίας 21,9 δισ. ευρώ κατά τον τρίτο χρόνο του πολέμου. Το ποσό αυτό είναι κατά ένα έκτο μεγαλύτερο από τα 18,7 δισ. ευρώ που διέθεσε η Ε.Ε. στην Ουκρανία ως οικονομική βοήθεια για το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας του Κιέλου (IfW Kiel).
Σχολιάζοντας τα ευρήματα αυτά ο Christoph Trebesch, οικονομολόγος του IfW Kiel τόνισε τη μεγάλη απόκλιση μεταξύ των ποσών που έχουν διατεθεί στην Ουκρανία και των οικονομικών ενισχύσεων που έχουν προσφερθεί σε προηγούμενες συγκρούσεις. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες δαπανούν λιγότερο από 0,1% του ΑΕΠ ετησίως για την Ουκρανία.
«Σε προηγούμενες συγκρούσεις, πολλές χώρες ήταν πιο γενναιόδωρες. Η Γερμανία, για παράδειγμα, κινητοποιήθηκε πολύ ταχύτερα και σε μεγαλύτερη κλίμακα για την απελευθέρωση του Κουβέιτ το 1990-91, συγκριτικά με την υποστήριξη που έχει παράσχει στην Ουκρανία στο ίδιο χρονικό διάστημα».
Αυξήθηκε το ρωσικό LNG
Σημειώνεται ότι, αν και η Ευρώπη έχει μειώσει δραστικά τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών από την έναρξη του πολέμου, έχει καλύψει μέρος της ενεργειακής της ζήτησης με φορτία LNG (και) από τη Ρωσία.
Ο Jan-Eric Fähnrich, αναλυτής φυσικού αερίου της Rystad Energy, σημείωσε ότι ο ρόλος του LNG στην Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκε ραγδαία από την έναρξη του πολέμου. Οι εισαγωγές εκτοξεύθηκαν από 81,3 εκατομμύρια τόνους το 2019 (προπολεμικό υψηλό) σε 119 εκατομμύρια τόνους το 2022.
«Η Ρωσία κατέκτησε τη θέση του δεύτερου μεγαλύτερου εξαγωγέα LNG προς την Ευρώπη πέρυσι», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Με πληροφορίες από Guardian