Σε ένα νεφελώδες παγκόσμιο σκηνικό έδυσε, για τελευταία φορά το 2024, ο ήλιος, με την πρώτη αυγή του 2025 να βρίσκει τον πλανήτη μαστιζόμενο από σειρά κρίσεων σε γεωπολιτικό, περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Οι κρίσεις αυτές αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, διαμορφώνοντας ένα ασταθές σκηνικό κυρίως λόγω των συνεχιζόμενων πολεμικών αναμετρήσεων (Ουκρανία, Μέση Ανατολή), του φόβου για κλιμάκωση των εμπορικών ανταγωνισμών μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ και των συνακόλουθων προκλήσεων για τη παγκόσμια οικονομία (με βασικότερο τον κίνδυνο αναθέρμανσης του πληθωρισμού). Την αβεβαιότητα επιτείνει η πολιτική αστάθεια σε χώρες - κλειδιά της βυθιζόμενης σε μια τελματώδη κατάσταση Ευρωζώνης, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, καθώς και η πανταχού παρούσες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Ο Τραμπ 2.0
Τις πρώτες εβδομάδες του 2025 τα μάτια όλου του πλανήτη θα είναι στραμμένα στις ΗΠΑ, εν όψει της ανάληψης της προεδρίας της χώρας από τον Ντόναλντ Τραμπ, για δεύτερη φορά, στις 20 Ιανουαρίου.
Σε οικονομικό επίπεδο, βασική ανησυχία αποτελεί το ενδεχόμενο επιβολής υψηλότατων δασμών στις εισαγωγές - έως και 60% στα προϊόντα από την Κίνα και έως και 25% στις εισαγόμενα αγαθά από Καναδά και Μεξικό. Αναλυτές τονίζουν ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την ανάπτυξη τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, εξαλείφοντας ίσως την προβλεπόμενη αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 2%-3%.
Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, οι δασμοί απειλούν να αναθερμάνουν τον πληθωρισμό καθώς οι επιχειρήσεις θα μετακυλήσουν τα υψηλότερα κόστη στους καταναλωτές, αυξάνοντας τις τιμές των προϊόντων. Η απειλή των δασμών άλλωστε δημιουργεί αβεβαιότητα στους επενδυτές αλλά και σε σημαντικούς εταίρους των ΗΠΑ όπως η Ευρώπη και η Κίνα, οι οικονομίες των οποίων αντιμετωπίζουν σοβαρότατες προκλήσεις.
Ο πληθωρισμός
Συγκεκριμένα στο μέτωπο του πληθωρισμού, η στροφή στον προστατευτισμό και οι γεωπολιτικές εντάσεις ενδέχεται να βάλουν φρένο στην πορεία αποκλιμάκωσης των επιτοκίων που ακολουθούν τους τελευταίους μήνες η Fed και η ΕΚΤ. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ προβλέπει ήδη λιγότερες μειώσεις επιτοκίων το 2025, ενώ στη Βρετανία η Τράπεζα της Αγγλίας εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα μείνει πάνω από τον στόχο του 2% έως το 2027.
Ο γαλλογερμανικός άξονας σε κρίση
Στη γηραιά ήπειρο οι δύο ισχυρότεροι πόλοι του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η Γαλλία και η Γερμανία, βρίσκονται αντιμέτωπες με σοβαρές οικονομικές αλλά και πολιτικές προκλήσεις. Στη Γαλλία η κυβέρνηση μειοψηφίας που είχε δημιουργήσει ο Μακρόν μετά τις εκλογές του καλοκαιριού κατέρρευσε λόγω του προϋπολογισμού λιτότητας που επιχείρησε να προωθήσει, με την πολιτική αστάθεια να περιορίζει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά.
Στη δε Γερμανία η κυβέρνηση του «φωτεινού σηματοδότη» (από τα χρώματα των τριών κομμάτων που την απάρτιζαν) κατέρρευσε με πάταγο τον Νοέμβριο, με τη χώρα να οδηγείται σε νέες εκλογές το 2025. Με την οικονομία της χώρας να υποφέρει μεταξύ άλλων από το υψηλό κόστος ενέργειας μετά την κατάρρευση των εισαγωγών αερίου από τη Ρωσία, αλλά και από την πτώση των εξαγωγών προς την Κίνα, ενδεχόμενη επιβολή δασμών από τον Τραμπ στα γερμανικά προϊόντα θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρότατα προβλήματα στο Βερολίνο.
Για να αναζωογονηθεί η γερμανική οικονομία απαιτείται μεταξύ άλλων αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, κίνηση που όμως προϋποθέτει άρση του συνταγματικά κατοχυρωμένου «φρένου χρέους». Η άνοδος της Ακροδεξιάς του AfD, την οποίαν στηρίζει ανοιχτά πλέον ο πλουσιότερος άνθρωπος του πλανήτη, Ίλον Μασκ, περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Οι πολεμικές συγκρούσεις
Οι εν εξελίξει πολεμικές αναμετρήσεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία συνεχίζουν να κοστίζουν τη ζωή σε εκατοντάδες ανθρώπους καθημερινά, αλλά και να επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία.
Στη Μέση Ανατολή το 2024 έκλεισε με το επίκεντρο του ενδιαφέροντος να μεταφέρεται από τη Γάζα και τον Λίβανο (όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως άμαχοι, έχασαν τη ζωή τους από τις επιχειρήσεις του ισραηλινού στρατού) στη Συρία, με την αιφνίδια πτώση του καθεστώτος Άσαντ.
Σε οικονομικό επίπεδο οι εντάσεις προς το παρόν δεν έχουν διαταράξει σημαντικά την παγκόσμια οικονομία - ακόμα και οι επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα ή η ανταλλαγή πυραυλικών πληγμάτων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν έδειξαν να μην τρομάζουν τις αγορές. Ωστόσο η κλιμάκωση της σύρραξης, που από την ισοπεδωμένη Γάζα έχει πλέον επεκταθεί στην ευρύτερη «γειτονιά» του Ισραήλ, ενέχει πάντα τον κίνδυνο ενός γενικευμένου πολέμου.
Στην Ευρώπη η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία διατηρεί τις τιμές του αερίου σε υψηλά επίπεδα, καθώς η γηραιά ήπειρος αναγκάζεται να στηρίζεται ολοένα και περισσότερο στο ακριβό (κυρίως αμερικανικό) LNG. Ο ψυχρός χειμώνας έχει οδηγήσει σε ταχύτερη μείωση των αποθεμάτων στις δεξαμενές αποθήκευσης αερίου, ενώ η διακοπή της σύμβασης διαμετακόμισης ρωσικού αερίου μέσω Ουκρανίας αναμένεται να οδηγήσει ακόμα υψηλότερα τις τιμές του πολύτιμου ορυκτού καυσίμου.
Οι υψηλότερες τιμές του αερίου μεταφράζονται σε υψηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, λόγω του συστήματος τιμολόγησης που έχει υιοθετήσει η ΕΕ. Τις τιμές του ηλεκτρισμού άλλωστε ωθεί υψηλότερα και η αυξημένη ζήτηση ενέργειας από το Κίεβο, λόγω των καταστροφών που έχουν υποστεί οι ενεργειακές υποδομές της χώρας από τα ρωσικά πλήγματα.
Κίνα και αναπτυσσόμενες οικονομίες
Την ώρα που ΗΠΑ και Ευρώπη εξακολουθούν να έχουν το βλέμμα τους στραμμένο στις πληθωριστικές πιέσεις, η Κίνα υποφέρει από αποπληθωρισμό - ένα πρόβλημα που αναμένεται να οξύνει η αναμενόμενη επιβολή υψηλών δασμών στις εξαγωγές του Πεκίνου προς τις ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ. Η κινεζική κυβέρνηση σχεδιάζει να στηρίξει την ασθενή εσωτερική ζήτηση προωθώντας μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης, όμως το αυξημένο χρέος - κυρίως των επαρχιών - και η ασθενής ζήτηση από το εξωτερικό δυσχεραίνουν τις κινήσεις της.
Οι δε αναπτυσσόμενες οικονομίες απειλούνται από τους αμερικανικούς δασμούς ποικιλοτρόπως, καθώς ενδέχεται να δουν τις εξαγωγές τους να πλήττονται, τα κινεζικά προϊόντα (που δεν θα διοχετεύονται στις ΗΠΑ) να πλημμυρίζουν τις αγορές τους και ένα πιθανώς ισχυροποιημένο δολάριο να καθιστά ακριβότερη την αποπληρωμή του χρέους τους.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!