Το πολιτικό χάος που εξακολουθεί να επικρατεί στη Γαλλία λίγο πριν τη συμπλήρωση πέντε μηνών από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, στις 7 Ιουλίου, αποτελεί το φόντο πίσω από την εκτόξευση των αποδόσεων των γαλλικών ομολόγων, που την Πέμπτη έφτασαν να αγγίξουν τις αντίστοιχες των ελληνικών.
«Οι επενδυτές που απαιτούν το ίδιο επιτόκιο για την κατοχή γαλλικού χρέους με αυτό που θα απαιτούσαν για την κατοχή του χρέους της περιφερειακής και υπερχρεωμένης οικονομίας της Ελλάδας δείχνει το μέγεθος των ανησυχιών για την πολιτική αναταραχή στη Γαλλία» σχολιάζει σε δημοσίευμά του το αμερικανικό CNBC. Αναταραχή η οποία οφείλεται τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ «να εξασφαλίσει υποστήριξη για τον προϋπολογισμό του 2025 που στοχεύει στη μείωση των δαπανών και την αύξηση των φόρων, για να περιορίσει το δυσθεώρητο δημοσιονομικό έλλειμμα της Γαλλίας» το οποίο το 2024 αναμένεται να ξεπεράσει το 6,1% του ΑΕΠ.
Προς πρόταση μομφής;
Η αριστερή συμμαχία του Νέου Λαϊκού Μετώπου έχει ξεκαθαρίσει ότι εάν ο Μπαρνιέ προσπαθήσει να περάσει τον προϋπολογισμό, που περιλαμβάνει αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών ύψους 60 δισ. ευρώ, θα καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης. Πρόταση που σκοπεύει να στηρίξει ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν, ρίχνοντας την κυβέρνηση και κλιμακώνοντας την πολιτική αστάθεια.
Όπως εξηγεί το CNBC, τυχόν νέες εκλογές δεν μπορούν να διεξαχθούν πριν από τον επόμενο Ιούνιο, δώδεκα μήνες μετά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, στις οποίες τόσο η αριστερά όσο και η ακροδεξιά σημείωσαν καλές επιδόσεις - αν και δεν κατάφεραν να κατακτήσουν την πλειοψηφία των εδρών. Ως εκ τούτου, μετά τις εκλογές ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ανέθεσε στον συντηρητικό Μπαρνιέ την ηγεσία μιας κυβέρνησης μειοψηφίας.
Η σύγκριση με την Ελλάδα
Γάλλοι αξιωματούχοι προσπάθησαν να υπερασπιστούν την οικονομία της χώρας τους την Πέμπτη, με τον υπουργό Οικονομίας Αντουάν Αρμάν να δηλώνει μάλιστα ότι η γαλλική οικονομία «δεν μπορεί να συγκριθεί με την ελληνική».
«Η Γαλλία δεν είναι η Ελλάδα, η Γαλλία έχει μια οικονομία, μια κατάσταση απασχόλησης, οικονομική δραστηριότητα και ελκυστικότητα και οικονομική και δημογραφική δύναμη που είναι πολύ ανώτερη. Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαστε σαν την Ελλάδα», δήλωσε στον γαλλικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο BFM TV. Εξήρε δε την Ελλάδα και άλλες περιφερειακές ευρωπαϊκές οικονομίες που «σήκωσαν τα μανίκια» και βελτίωσαν τα δημόσια οικονομικά τους.
Ο Jason Da Silva, διευθυντής Παγκόσμιας Επενδυτικής Στρατηγικής στη βρετανική τράπεζα Arbuthnot, δήλωσε ότι η πολιτική αναταραχή στη Γαλλία είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει «αναταραχή σε όλες τις ευρωπαϊκές επενδύσεις», αλλά από την άλλη θα μπορούσε να ωθήσει τους Γάλλους βουλευτές να αναλάβουν δράση.
«Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα δώσει λίγη περισσότερη ώθηση στους πολιτικούς ηγέτες στην Ευρώπη να σκεφτούν τι θα οδηγήσει στην ανάπτυξη στο μέλλον. Μερικές φορές χρειάζεται να πονέσει λίγο η αγορά για να καταλάβουν οι πολιτικοί ηγέτες τι χρειάζεται για να αναπτυχθεί η οικονομία, ιδίως με τους [πιθανούς εμπορικούς] δασμούς που έρχονται», δήλωσε στο Street Signs του CNBC την Πέμπτη.
Σχολιάζοντας την ισοτιμία των αποδόσεων των γαλλικών και ελληνικών κρατικών ομολόγων, η ολλανδική πολυεθνική τράπεζα Rabobank ανέφερε σε ανάλυσή της ότι «αν η ακροδεξιά ηγέτιδα Μαρίν Λε Πεν υποστηρίξει μια ψήφο εμπιστοσύνης τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες, ο Μπαρνιέ θα μπορούσε να βρεθεί ακόμη και εκτός εξουσίας».
Η τράπεζα σημείωσε επίσης ότι η διαφορά μεταξύ των 10ετών αποδόσεων της Ελλάδας και της Γαλλίας σκαρφάλωσε πάνω από τις 30 μονάδες βάσης στο αποκορύφωμα της ελληνικής κρίσης χρέους το 2012, αλλά μειώνεται σταδιακά από το 2016.
Η πορεία της Ελλάδας
Το CNBC συνεχίζει την αναφορά στα τεκταινόμενα στη Γαλλία με μια αναφορά στην πορεία της ελληνικής οικονομίας.
«Αν και δεν πλησιάζει καθόλου το επίπεδο της κρίσης που βίωσε η Ελλάδα μετά το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κραχ του 2007-2008, η οικονομία της Γαλλίας θεωρείται ότι χρειάζεται τη δέουσα προσοχή, καθώς το έλλειμμα του προϋπολογισμού της αναμένεται να ανέλθει στο 6,1% του ΑΕΠ το 2024 και το δημόσιο χρέος της ξεπέρασε το 110% του ΑΕΠ το 2023. Οι χώρες της ΕΕ υποχρεούνται να διατηρούν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα εντός του 3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και το δημόσιο χρέος τους εντός του 60% του ΑΕΠ.»
Το αμερικανικό δίκτυο σημειώνει ότι η Ελλάδα βίωσε τη μεγαλύτερη κρίση δημόσιου χρέους της Ευρωζώνης, οδηγούμενη σε διεθνή προγράμματα διάσωσης που την ανάγκασαν να εφαρμόσει επώδυνα μέτρα λιτότητας και μεταρρυθμίσεις. Έκτοτε η χώρα έχει επαινεθεί για την πρόοδο που έχει σημειώσει όσον αφορά την επαναφορά της οικονομίας της σε τροχιά και τη μείωση του χρέους της.
Η Ελλάδα αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 2,1% το 2024, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία σημείωσε τον Νοέμβριο ότι «ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια και προβλέπεται να φθάσει το 153,1% το 2024, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 146,8% του ΑΕΠ το 2025 και στο 142,7% το 2026».
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!