Με τον χειμώνα να πλησιάζει και χαμηλές θερμοκρασίες να καταγράφονται ήδη σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, το ενδιαφέρον νοικοκυριών, επιχειρήσεων αλλά και κυβερνήσεων στρέφεται και πάλι στο ζήτημα που «στοιχειώνει» τα τελευταία τρία χρόνια τη γηραιά ήπειρο: Στις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και, κατ' επέκταση, του ηλεκτρικού ρεύματος.
Μπορεί το 2022, όταν η έκρηξη του πολέμου στη Ρωσία συρρίκνωσε δραματικά μέσα σε λίγους μήνες τις ποσότητες αερίου που λάμβανε η Ευρώπη από τη Μόσχα, εκτοξεύοντας τις τιμές σε ιστορικά υψηλά, να φαντάζει μακρινό, όμως το φάντασμα της ενεργειακής κρίσης εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Αυξάνονται οι τιμές
Ήδη τις τελευταίες εβδομάδες οι τιμές αναφοράς του φυσικού αερίου αυξάνονται, ως συνέπεια της ανησυχίας αναφορικά με το αν θα αποδειχτούν επαρκείς οι ποσότητες που διαθέτει ή που προμηθεύεται η Ευρώπη, σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση λόγω των πιο ψυχρών θερμοκρασιών. Ωστόσο είναι ξεκάθαρο ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, η ήπειρος δεν κινδυνεύει να ξεμείνει από το υπερπολύτιμο ορυκτό καύσιμο.
Σημειώνεται ότι τη Δευτέρα η τιμή του φυσικού αερίου στο TTF διαμορφώθηκε στα 39,12 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ την Παρασκευή 22 Νοεμβρίου ξεπέρασε τα 48 ευρώ ανά μεγαβατώρα, καταγράφοντας υψηλό ενός έτους.
Αβεβαιότητα
«Η αβεβαιότητα συνεχίζει να κυριαρχεί στις αγορές παρά τη διαθεσιμότητα επαρκών αποθεμάτων φυσικού αερίου», ανέφερε μιλώντας στο Euronews ο δρ Yousef Alshammari, πρόεδρος του London College of Energy Economics, προσθέτοντας ότι σήμερα οι δεξαμενές αποθήκευσης του μπλοκ είναι γεμάτες σε ποσοστό 95%.
Ωστόσο, η αυξημένη ζήτηση για θέρμανση και ηλεκτρική ενέργεια λόγω των χαμηλότερων θερμοκρασιών θέτει ήδη τις πρώτες δοκιμασίες. Σύμφωνα με το Euronews, το κύμα ψύχους οδήγησε σε ταχύτερη άντληση ποσοτήτων αερίου από τις δεξαμενές αποθήκευσης με αποτέλεσμα μέσα σε δύο εβδομάδες να καταναλωθεί περίπου το 4% των αποθεμάτων.
Ο Alshammari αναμένει ότι τα επίπεδα αποθήκευσης δεν θα είναι τόσο υψηλά την άνοιξη του 2025 όσο ήταν στο τέλος του προηγούμενου χειμώνα, τον Απρίλιο του 2024, όταν οι ποσότητες αερίου είχαν υποχωρήσει στο 60% της χωρητικότητας. «Φαίνεται ότι αυτόν τον χειμώνα (οι ποσότητες αερίου στις δεξαμενές) θα μπορούσαν να υποχωρήσουν πολύ κάτω από το 50%, πράγμα που σημαίνει ότι η Ευρώπη θα χρειαστεί να αγοράσει πολύ περισσότερο φυσικό αέριο κατά το επόμενο έτος για να τις γεμίσει ξανά. Αυτό σε συνδυασμό με τον σχετικά ψυχρότερο καιρό είναι πιθανό να διατηρήσει τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τα αυτά στα οποία βρίσκονταν καθ' όλη τη διάρκεια του προηγούμενου χειμώνα, ο οποίος ήταν σχετικά ηπιότερος», τόνισε.
Παρατεταμένος πόλεμος
Δεν είναι όμως μόνο οι καιρικές συνθήκες που επηρεάζουν την πορεία των τιμών. Οι γεωπολιτικές εντάσεις, και κυρίως η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία στην οποίαν εμπλέκεται με άμεσο τρόπο η Ρωσία και με έμμεσο οι ΗΠΑ, συμβάλλουν στη μεταβλητότητα των τιμών του αερίου (και κατ' επέκταση της ενέργειας) στην ευρωπαϊκή ήπειρο. «Αν και προβλέπω ότι η ένταση αυτή είναι πιθανό να αποκλιμακωθεί υπό τον εκλεγμένο πρόεδρο Τραμπ, φαίνεται ότι κατά το υπόλοιπο διάστημα που στο τιμόνι των ΗΠΑ θα βρίσκεται η σημερινή διοίκηση η κατάσταση θα καθίσταται πιο περίπλοκη, γεγονός που θα προσθέσει στη μεταβλητότητα των ενεργειακών τιμών όσον αφορά τόσο το πετρέλαιο όσο και το φυσικό αέριο», πρόσθεσε ο Alshammari.
Σημειώνεται ότι την τελευταία εβδομάδα η αβεβαιότητα στην Ευρώπη ενισχύθηκε, καθώς στις 16 Νοεμβρίου η ρωσική Gazprom σταμάτησε τη ροή φυσικού αερίου προς την Αυστρία λόγω μιας εμπορικής διαφωνίας.
Λήγει η συμφωνία διαμετακόμισης
Εν τω μεταξύ, η εξαιρετικής σημασίας για την Ευρώπη σύμβαση που επιτρέπει τη διέλευση του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας πρόκειται να λήξει την 1η Ιανουαρίου 2025, με κίνδυνο το ήμισυ των εναπομεινάντων εξαγωγών φυσικού αερίου από αγωγούς της Ρωσίας προς την ΕΕ να αφαιρεθεί από το ενεργειακό μείγμα ακριβώς όταν η ζήτηση θα κορυφώνεται.
«Οποιοσδήποτε περαιτέρω περιορισμός των ροών ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη είναι πιθανό να καταστήσει την κατάσταση πιο δύσκολη για τα ευρωπαϊκά κράτη που βασίζονται σε αυτές τις προμήθειες, πράγμα που σημαίνει ότι οι αποθήκες της ΕΕ θα βρίσκονται υπό πίεση», εξήγησε ο Alshammari, προσθέτοντας ότι αναμένει πως οι τιμές θα συνεχίσουν να κλιμακώνονται τις επόμενες εβδομάδες, εάν υπάρξουν περαιτέρω διαταραχές στον εφοδιασμό ή περισσότερη αβεβαιότητα.
Άνθρακας, πετρέλαιο και LNG
Μάλιστα εάν η προμήθεια ρωσικού αερίου μέσω αγωγών περιοριστεί είναι πιθανό να καταγραφεί εκ νέου επιστροφή στον άνθρακα και στο πετρέλαιο, για της ανάγκες της ηλεκτροπαραγωγής, «γεγονός που θα μπορούσε να έχει ευρύτερο αντίκτυπο στις αγορές ενέργειας».
Οι μειωμένες ροές από τη Ρωσία και η αύξηση της ζήτησης θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αύξηση των εισαγωγών LNG στην Ευρώπη, κάτι που επίσης θα ασκούσε ανοδική πίεση στις τιμές λόγου του αυξημένου κόστους του.
Οι ΑΠΕ
Ως αντίβαρο στα ολοένα και εντεινόμενα προβλήματα στην προμήθεια φυσικού αερίου λειτουργούν εν μέρει οι ΑΠΕ, καθώς και τα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων. «Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αυξήθηκε σημαντικά κατά το προηγούμενο έτος και ανήλθε στο 44,7% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, σημειώνοντας αύξηση 12,4% σε σύγκριση με το 2022» ανέφερε, στο ίδιο ρεπορτάζ του Euronews, ο Alshammari, προσθέτοντας ότι το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων μειώθηκε κατά 19,7% στο 32,5% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον πρόεδρο του London College of Energy Economics, οι ΑΠΕ δεν επαρκούν για να αποφευχθούν οι ενεργειακές κρίσεις και οι εκτοξεύσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Όπως τονίζει, απαιτείται να προωθηθεί η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και η διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος.
«Ένας από τους βασικούς παράγοντες που έσωσαν την Ευρώπη κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης το 2021 και το 2022 ήταν η σημαντική βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, ιδίως στη Γερμανία, η επανένταξη του άνθρακα στο ενεργειακό μείγμα και η επανενεργοποίηση πολλών πυρηνικών εργοστασίων στη Γαλλία. Η πυρηνική ενέργεια έφτασε το 22,8% της ενεργειακής παραγωγής της ΕΕ το 2023» καταλήγει ο Alshammari.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!