Για το ενδεχόμενο επιβολής νέων δασμών από τις ΗΠΑ προετοιμάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα με την κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Η ένταση, όπως υπενθυμίζει η CNBC, έχει αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες. Με τις εισαγωγές ευρωπαϊκού χάλυβα και αλουμινίου να υπόκεινται ήδη σε δασμούς από την Ουάσινγκτον, η Ε.Ε. απάντησε με αντίμετρα ύψους άνω των 20 δισ. ευρώ σε αμερικανικά προϊόντα. Τα μέτρα αυτά τέθηκαν τελικά σε αναστολή για 90 ημέρες, αφότου ο Τραμπ πάγωσε επίσης έναν δεύτερο γύρο δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα για το ίδιο χρονικό διάστημα.
«Όπως επισημάναμε από την πρώτη στιγμή, προτιμούμε τις διαπραγματεύσεις από τους δασμούς, οι οποίοι είναι επιζήμιοι για τις οικονομίες μας, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές μας» ανέφερε ο εκπρόσωπος εμπορικών θεμάτων της Κομισιόν, Όλοφ Γκιλ, σε έγγραφο που κοινοποιήθηκε στο CNBC μετά τη συνάντηση αξιωματούχων της Ε.Ε. με τον Λευκό Οίκο.
Ελάχιστη πρόοδος στις συνομιλίες
Ο επικεφαλής εμπορικών υποθέσεων της Ε.Ε., Μαρός Σέφτσοβιτς, συναντήθηκε στις 14 Απριλίου με τον Αμερικανό υπουργό Χάουαρντ Λάτνικ και τον εκπρόσωπο εμπορίου Τζέιμι Γκριρ, ωστόσο οι συνομιλίες φάνηκε να μην αποφέρουν ουσιαστική πρόοδο.
«Είναι σαφές ότι θα απαιτηθούν σημαντικές κοινές προσπάθειες για να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα εντός του 90ήμερου παραθύρου», ανέφερε ο Γκιλ. «Η Ε.Ε. κάνει το μέρος της. Τώρα είναι απαραίτητο οι ΗΠΑ να καθορίσουν τη θέση τους. Όπως σε κάθε διαπραγμάτευση, πρόκειται για έναν δρόμο με δύο κατευθύνσεις».
Τραμπ: «Η Ε.Ε. μας εκμεταλλεύεται»
Ο πρόεδρος Τραμπ, από την πλευρά του, επανέλαβε αυτή την εβδομάδα τους ισχυρισμούς περί εκμετάλλευσης των ΗΠΑ από την ΕΕ, στο πλαίσιο της μεταξύ τους εμπορικής σχέσης: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση μας εκμεταλλεύτηκε τρομερά. Δεν δέχονται τα αγροτικά μας προϊόντα, ούτε τα αυτοκίνητά μας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, οι ΗΠΑ εντείνουν την πίεση προς την Ε.Ε. ανακοινώνοντας νέες έρευνες για τις εισαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων και ημιαγωγών, οι οποίες, σύμφωνα με τον Τραμπ, μπορεί να οδηγήσουν στην επιβολή νέων δασμών.
«Αυτό ήταν αναμενόμενο», σχολίασε ο Γκιλ, προσθέτοντας ότι οι Ευρωπαίοι έχουν παρουσιάσει «ατράνταχτα επιχειρήματα» κατά των δασμών σε αυτούς τους τομείς.
«Η Κομισιόν συνεχίζει επίσης τις προπαρασκευαστικές εργασίες για επιπρόσθετα αντίμετρα, σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν να αποδώσουν. Όλα παραμένουν στο τραπέζι», τόνισε.
Τα βασικά εξαγώγιμα προϊόντα της Ε.Ε. προς τις ΗΠΑ είναι φαρμακευτικά σκευάσματα, οχήματα και μηχανολογικός εξοπλισμός. Η Ε.Ε. κατέγραψε εμπορικό πλεόνασμα 48 δισ. ευρώ με τις ΗΠΑ το 2023, με πλεόνασμα 157 δισ. ευρώ σε αγαθά και έλλειμμα 109 δισ. ευρώ σε υπηρεσίες.
Η Ιταλία προσπαθεί να επηρεάσει τον Τραμπ
Προς το παρόν, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στην πρωθυπουργό της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, η οποία συναντά τον Ντόναλντ Τραμπ την Πέμπτη. Πρόκειται για την πρώτη Ευρωπαία ηγέτη που συναντά τον Αμερικανό πρόεδρο μετά το προσωρινό «πάγωμα» ορισμένων δασμών.
«Αυτή είναι μια κομβική ευκαιρία για τη Μελόνι να αναδείξει τόσο τη στενή σχέση της με τον Τραμπ όσο και τον πιθανό ρόλο της ως αξιόπιστης συνομιλήτριας για την αναζωογόνηση του διατλαντικού διαλόγου», σχολίασε ο Γουλφάνγκο Πίκολι, συν-πρόεδρος της συμβουλευτικής εταιρείας Teneo.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η Μελόνι «δέχεται πιέσεις να προστατεύσει τις ιταλικές εξαγωγές, οι οποίες κατέγραψαν πλεόνασμα 40 δισ. ευρώ με τις ΗΠΑ το 2024 – το τρίτο υψηλότερο στην Ε.Ε. μετά τη Γερμανία και την Ιρλανδία».
Ο Τραμπ έχει στο παρελθόν χαρακτηρίσει τη Μελόνι «υπέροχη γυναίκα» και έχει δηλώσει ότι η Ιταλία διαθέτει «πολύ ισχυρή ηγεσία υπό την Τζόρτζια».
Όπως σημειώνει το CNBC, οι δύο ηγέτες μοιράζονται συντηρητικές πολιτικές απόψεις και παρόμοια στάση έναντι της Κίνας. Ωστόσο, οι συνομιλίες ενδέχεται να περιλαμβάνουν και πιο δύσκολα ζητήματα, καθώς ο Τραμπ αναμένεται να πιέσει τη Μελόνι για την αύξηση των αμυντικών δαπανών της Ρώμης, στο πλαίσιο των δεσμεύσεων της Ιταλίας προς το ΝΑΤΟ.
Η Ρώμη προς το παρόν δεν συμμορφώνεται με τον στόχο επένδυσης 2% του ΑΕΠ στην άμυνα, όπως απαιτεί η Συμμαχία.
Με πληροφορίες από CNBC