Να πλοηγηθούν στο νέο, ασταθές τοπίο που έχει δημιουργήσει η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, επιχειρούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις.
Είναι ενδεικτικό ότι, όπως μεταδίδει το Bloomberg, οι διευθύνοντες σύμβουλοι της General Motors και της Ford πραγματοποίησαν πρόσφατα επισκέψεις στην Ουάσιγκτον, προσπαθώντας να βρουν απαντήσεις σε ένα ερώτημα που απασχολεί κάθε επιχειρηματικό ηγέτη: Πώς μπορείς να προβλέψεις ποια πολιτική θα προωθήσει ο Ντόναλντ Τραμπ, να επηρεάσεις τις αποφάσεις του και ταυτόχρονα να εξηγήσεις τις επιπτώσεις στους επενδυτές, χωρίς να προκαλέσεις την οργή του εκρηκτικού προέδρου;
Οι συναντήσεις
Οι επικεφαλής των αυτοκινητοβιομηχανιών συναντήθηκαν με λομπίστες, εμπορικές ενώσεις και Ρεπουμπλικάνους βουλευτές από πολιτείες της λεγόμενης Battery Belt (της βιομηχανικής ζώνης στις πολιτείες του Μεσοδυτικού και Νοτιοανατολικού τμήματος των ΗΠΑ όπου έχουν δημιουργηθεί εργοστάσια παραγωγής μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα (EVs), προσπαθώντας να καθυστερήσουν την κατάργηση των φορολογικών κινήτρων για ηλεκτρικά οχήματα (EVs) που θεσπίστηκαν επί Μπάιντεν, αλλά και να συζητήσουν με τη νέα κυβέρνηση το ενδεχόμενο δασμών στις εισαγωγές αυτοκινήτων.
Ο CEO της Ford, Jim Farley, δήλωσε σε συνέδριο πριν το ταξίδι του: «Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει μιλήσει πολύ για την ενίσχυση της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, για την επιστροφή της παραγωγής στις ΗΠΑ. Αυτό θα ήταν ένα σημαντικό επίτευγμα. Αλλά, μέχρι στιγμής, αυτό που βλέπουμε είναι μόνο κόστος και χάος».
Η κίνηση αυτή αποτυπώνει μια μετατόπιση της στρατηγικής των μεγάλων επιχειρήσεων. Από τις προεδρικές επισκέψεις στο Μαρ γ Λαγκο για να προσεγγίσουν τον Τραμπ, οι CEO πλέον επιδιώκουν επιρροή μέσω θεσμικών διαδρομών στο Καπιτώλιο και τον Λευκό Οίκο.
Προκλήσεις
Όπως σημειώνει το Bloomberg, παρότι κάθε νέα κυβέρνηση συνεπάγεται αλλαγές στην προσέγγιση των εταιρειών, η δεύτερη θητεία του Τραμπ φέρνει μοναδικές προκλήσεις. Ο πρόεδρος κινείται ταχύτερα από ό,τι την πρώτη φορά, υλοποιώντας την ατζέντα του με ρυθμούς που διαταράσσουν αγορές, προσλήψεις, επενδυτικές αποφάσεις και εφοδιαστικές αλυσίδες.
Οι εταιρείες σπεύδουν να προσαρμοστούν πιο γρήγορα, ενώ εμφανίζονται πιο προσεκτικές στις δημόσιες τοποθετήσεις τους.
«Οι επιχειρήσεις έχουν αναγκαστεί να προσαρμοστούν – στη νοοτροπία, στις επενδύσεις, σε όλα», δήλωσε η Nikki Haley, πρώην κυβερνήτης της Νότιας Καρολίνας και πρώην αξιωματούχος της πρώτης κυβέρνησης Τραμπ, που πλέον εργάζεται στη δημόσια εταιρεία επικοινωνίας Edelman.
Εταιρείες όπως η Eos Energy Enterprises, που κατασκευάζει μπαταρίες, ενισχύουν τη σύνδεσή τους με την κυβέρνηση Τραμπ. Πρόσφατα προσέθεσε στο διοικητικό της συμβούλιο τον David Urban, βασικό σύμβουλο της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ το 2016, για να συμβάλει στη διαμόρφωση της πολιτικής στην Ουάσιγκτον.
Δεν είναι η μόνη – τουλάχιστον επτά εταιρείες έχουν προσλάβει στελέχη με απευθείας σύνδεση με τον Τραμπ από το περασμένο καλοκαίρι.
Δίαυλοι
Η Eos Energy είναι μια από τις εταιρείες καθαρής ενέργειας που βρίσκονται αντιμέτωπες με μια δραματική αλλαγή στη στήριξη της κυβέρνησης.
Τον Δεκέμβριο του 2024, στο τέλος της θητείας Μπάιντεν, η εταιρεία εξασφάλισε εγγύηση δανείου άνω των 300 εκατ. δολαρίων από το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ για να επεκτείνει την παραγωγή της στην Πενσυλβάνια. Τώρα, η νέα κυβέρνηση εξετάζει τη νομική δυνατότητα ακύρωσης τέτοιων δανείων.
Παρόμοιες κινήσεις γίνονται και σε άλλους κλάδους:
- Η Juul, κατασκευάστρια ηλεκτρονικών τσιγάρων, προσέλαβε την Mary-Sumpter Lapinski, πρώην αξιωματούχο υγείας της κυβέρνησης Τραμπ, για να ηγηθεί του τμήματος κυβερνητικών υποθέσεων.
- Η Coinbase ενέταξε στο συμβουλευτικό της συμβούλιο τον Chris LaCivita, πρώην επικεφαλής προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ.
- Η Palmetto Clean Technology, μια εταιρεία ηλιακής ενέργειας, προσέλαβε τον Neil Chatterjee, πρώην επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Ρυθμιστικής Επιτροπής Ενέργειας (FERC) που είχε διοριστεί από τον Τραμπ.
Η περίπτωση της Meta
Η Meta Platforms, που ελέγχει μεταξύ άλλων το Facebook, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προσαρμογής στην «εποχή Τραμπ». Αντικατέστησε τον επικεφαλής διεθνών υποθέσεών της με τον Joel Kaplan, εξέχοντα Ρεπουμπλικανό, ενώ προσέλαβε συντάκτη του Daily Caller, ενός συντηρητικού ειδησεογραφικού μέσου, για τη δημόσια πολιτική της.
«Τοποθετώντας κάποιον στο ΔΣ που έχει ισχυρούς δεσμούς με τον Τραμπ, στέλνεις ένα ξεκάθαρο μήνυμα», σχολίασε ο Harry Clark, σύμβουλος στη Brunswick Group.
Νέοι ισχυροί «παίκτες» στην Ουάσιγκτον
Με τις επιχειρήσεις να θέλουν να ενισχύσουν την επιρροή τους στην Ουάσιγκτον, τα MAGA-friendly λόμπι γνωρίζουν άνθηση.
Η Frontline Government Relations, που ιδρύθηκε από τον Michael Glassner (πρώην στέλεχος της εκστρατείας Τραμπ) και τον John Pence (ανιψιό του πρώην Αντιπροέδρου Μάικ Πενς), πουλάει πλέον «εσωτερική γνώση και διασυνδέσεις» στη νέα κυβέρνηση.
Το Mercury Public Affairs, όπου εργάστηκε η πρώην προσωπάρχης του Τραμπ, Susie Wiles, έχει αποκτήσει 16 νέους πελάτες από τον Νοέμβριο, μεταξύ αυτών η Webull Technologies και το US Cannabis Council.
Αναδίπλωση των εταιρειών στα θέματα DEI
Στο μεταξύ, ο Τραμπ διέταξε την αναθεώρηση εταιρικών πολιτικών για Διαφορετικότητα, Ισότητα και Ενσωμάτωση (DEI), τις οποίες χαρακτήρισε «σπάταλες και διακριτικές».
Ευθυγραμμιζόμενος με την πολιτική του νέου προέδρου, από την εκλογή του, το 20% των εταιρειών του S&P 100 έχουν υποχωρήσει από δεσμεύσεις DEI, με συνολικά 30% των επιχειρήσεων να έχουν αναθεωρήσει τις πολιτικές τους.
Αντίθετα, εταιρείες όπως η McKinsey, η Deutsche Bank και η Costco συνεχίζουν να υπερασπίζονται τις πολιτικές DEI, αν και με έμφαση στις ίσες ευκαιρίες και όχι στις ποσοστώσεις.
Με πληροφορίες από Bloomberg